Οι Ξεχωριστοί - Κλωθώ

ΟΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΙ - ΚΛΩΘΩ

Σίμος Απέργης

Ερωτικό Μυθιστόρημα



Τέλη '80

Κώστας Δαγκλής: επιχειρηματίας, αμετανόητος εργένης στα τριάντα έξι του και ιδρυτής των Ξεχωριστών, μιας ομάδας ανθρώπων προσανατολισμένης στην ερωτική ελευθερία και στο δικαίωμα της γυναίκας να απαιτεί το κομμάτι ευτυχίας που της αναλογεί στο σεξ.

Γιάννα Δεληπέτρου: δεκαεννιάχρονο μοντέλο και φιναλίστ των Καλλιστείων, δυναμική και ασυμβίβαστη με τα ήθη της εποχής. Στις σχέσεις σημασία δεν έχουν τα δώρα και οι όρκοι αγάπης αλλά η επιθυμία του συντρόφου να προσφέρει οργασμό.

Γιολάντα βαν Νίλσεν: Ολλανδή, δυναμική επιχειρηματίας στον χώρο της μόδας και συνιδρυτής των Ξεχωριστών.

Όταν η Κλωθώ θα φέρει σε επαφή αυτούς τους τρεις, η γενική σεξουαλική απελευθέρωση της δεκαετίας του '60 θα αποκτήσει μια προοπτική εστιασμένη στη γυναικεία σεξουαλική απελευθέρωση.

Η γνώση των Ξωτικών (Κεφάλαιο 1: Το όνειρο)

Ο Φαλάελ ήταν πολύ ανήσυχος. Ο μικρός του αδερφός, ο Έλνταρ ήταν άρρωστος. Εδώ και δύο ημέρες ψηνόταν στον πυρετό και ήταν κρεβατωμένος. Είχε βυθιστεί σε έναν ύπνο και δεν έλεγε να ξυπνήσει. Ούτε ο πυρετός έπεφτε.

Ο νεαρός ξωτικός δεν μπορούσε να διαχειριστεί τον πανικό του. Μαύρες σκέψεις τον κατέκλυζαν, αλλά κατέβαλλε κάθε δυνατή προσπάθεια να τις διώξει. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο πολυαγαπημένος του μικρός αδερφός θα έφευγε από την ζωή. Αλλά αν ο πυρετός επέμενε, η ψυχή του θα πήγαινε να συναντήσει τους Θεούς.

Αλλά ο Φαλάελ αγαπούσε τον μικρό του αδερφό και δεν ήθελε να τον χάσει.

Σχεδόν όλοι στο χωριό είχαν κάτι κακό να πουν για τον Έλνταρ. Τον θεωρούσαν παράξενο, απόμακρο. Σχεδόν αντικοινωνικό, όμως ο μεγάλος του αδερφός ήξερε ότι ο Έλνταρ ήταν ξεχωριστός σαν ένα ακατέργαστο διαμάντι.

«Θεοί, σας ικετεύω, μην τον πάρετε» προσευχήθηκε ο Φαλάελ.

Τότε ένα απαλό χτύπημα ακούστηκε στην πόρτα και ο ξωτικός πήγε να ανοίξει. Αντίκρυσε την Ιρίθιελ, μία όμορφη ξωτικιά με καστανά σπαστά, μακριά μαλλιά που έπεφταν σαν καταρράχτης στην πλάτη της και καταγάλανα μάτια που έφερναν στον νου σου το γαλάζιο του ουρανού. Σε αυτά τα μάτια ήταν αποτυπωμένη όλη η καλοσύνη της κοπέλας που πάντα ήθελε να προσφέρει βοήθεια στους άλλους. Και για αυτό ήταν και η θεραπεύτρια του χωριού.

«Ιρίθιελ» είπε ο Φαλάελ.

«Να περάσω;» τον ρώτησε ευγενικά η κοπέλα.

Η γνώση των Ξωτικών


Η ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΞΩΤΙΚΩΝ

Μαρία Σέρβου

Μυθιστόρημα Φαντασίας


 

Ο Έλνταρ ήταν από παιδί ένα αλλόκοτο αγόρι και όλη η κοινότητα των ξωτικών στο χωριό της Πέτρας τον απέφευγε. Μοναδικό του στήριγμα του Έλνταρ ο μεγάλος αδερφός του ο Φαλάελ ο οποίος πάντα τον υποστήριζε και θεωρούσε ότι ο μικρός του αδερφός ήταν προικισμένος από τους Θεούς για μεγάλα πράγματα.

Όταν μια ημέρα ο Έλνταρ βλέπει ένα όραμα ότι το πολυαγαπημένο του χωριό θα καταστραφεί από τσουνάμι, όλη κοινότητα τον αντιμετωπίζει σαν αλαφροΐσκιωτο.

Όμως μια καλοσυνάτη θεραπεύτρια, ένας μουσικός, ένας εργάτης και ένας στρατιωτικός προβληματίζονται από τα λόγια του Έλνταρ και μαζί με τα δύο αδέρφια ετοιμάζονται να φύγουν από το χωριό της Πέτρας, μην μπορώντας να υπολογίσουν ότι η φυγή από το χωριό τους, είναι η αρχή για απίστευτες περιπέτειες.

Και ο μόνος τρόπος να επιβιώσουν είναι η εμπιστοσύνη που θα δείξουν ο ένας στον άλλον και η συνεργασία.

 


Ποίηση Έλλη Κοντέου - Ήβη

Ως σκουριασμένα ερεβώδη απογεύματα που αδημονούν για ηλίου άγγιγμα
Οι νέοι πλανώνται άχαρα
Προσπαθώντας να ισορροπήσουν στο σωστό και το όμορφο
Που δελεαστικά φαντάζει μόνη λύση
και σκεπάζει τυχόν απαγορεύσεις
Μπερδεύοντας νόμους και 'πρέπει'
Παλεύουν να μετατρέψουν την εξίσωση σε έρωτα
Κι αν έρωτα δε βρουν τον τραγουδάνε
Ωδή που αποπλανεί τις σειρήνες
Χορεύοντας στο δειλινό της πιο χειμωνιάτικης μέρας
Κινήσεις άγαρμπες, απροσδιόριστες και ταυτόχρονα τόσο σωστές
Σε πίνακα χρυσού καμβά ζωγραφίζουν ο καθένας το άπειρό του
Μια γυναίκα που αιμορραγεί το χαμόγελό της
Στο μαύρο διηνεκές της νιότης χαμένη
Παρατηρώντας λάγνα τους νέους να μεταφράζουν αγάπες στη δική τους, μοναδική εκδοχή
Διαιρώντας τη σε μύρια υποερωτήματα
-άλυτα-
Η πληρότητα στα μάτια τους μοναδικό θεμέλιο του ουρανού που βρέχει ελπίδα για μια διαφορετική ανατολή

Ένα άρωμα ικανοποίησης, της Μαρίας Σταυρίδου

Το ήξερα πως θα ήσασταν και εσείς εκεί… το ήξερα… δε γινόταν όμως συνεχώς ν΄αποφεύγω το αναπόφευκτο.

Από τη στιγμή που δουλεύαμε και οι δυο στο τμήμα νέων εκδόσεων δε μπορούσα να κάνω διαφορετικά. Εξάλλου ήταν καθήκον μου να καλωσορίσω στον εκδοτικό μας τη νέα μας συγγραφέα, τη γυναίκα που κατάφερε να σε καθηλώσει με το βιβλίο της και… με τα φιλιά της.

Είχαν περάσει μόλις δυο μήνες από τον χωρισμό μας, αν αυτό που τελικά είχαμε μπορείς να το πεις σχέση, ώστε να ορίσεις την αδιαφορία σου χωρισμό. Ξεκινήσαμε να βγαίνουμε συχνά για φαγητό εξ αιτίας ενός νέου βιβλίου, εσύ είχες αναλάβει την επιμέλεια και εγώ το εξώφυλλο, ήταν μια πρωτότυπη ιστορία αγάπης, που μου άρεσε πολύ και είχα ξετρελαθεί με τις ιδέες που είχα για το εξώφυλλο. Το φαγητό μεταξύ συναδέλφων, έγινε ποτό και φλερτ σχεδόν μέχρι το ξημέρωμα και κάποια στιγμή γίναμε εραστές μ΄ένα πάθος που δεν είχα ξαναβιώσει.

Συνεργάτες το πρωί και μόλις το φως παραδινόταν στο σκοτάδι μ΄άρπαζες στα χέρια σου και βιώναμε τη δική μας ιστορία αγάπης με παθιασμένα φιλιά, μ΄αχόρταγα χάδια, ψίθυρους που πάλευαν να συναγωνιστούν τις εξομολογήσεις της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου ή τουλάχιστον έτσι πίστευα εγώ η αφελής ρομαντική.

Ξαφνικά χωρίς καμία απολύτως εξήγηση ένα απόγευμα όλα τελείωσαν, είχα κανονίσει να πάμε για φαγητό και μετά να μείνεις στο σπίτι, όταν σε είδα να φεύγεις βιαστικά λέγοντας με στόμφο πως θα έβγαινες με φίλους. Μ΄ένα ειρωνικό χαμόγελο μου ευχήθηκες καλή συνέχεια και εξαφανίστηκες για να μην εμφανιστείς ποτέ ξανά στο κατώφλι του σπιτιού

Η ζωή ξέρει να παίρνει εκδίκηση, της Μαρίας Σταυρίδου

Η νιότη είναι η ανάγωγη κόρη που θυμώνει εύκολα, που ξεσπά, που πολλές φορές εκδικείται και δε σιωπά…


Είμαι πια πολύ μακριά από την πρώτη μου νιότη και είμαι σε θέση να ξέρω ακριβώς τι θέλω να κάνω στη ζωή μου. Ναι, σε ήθελα, άφησα τον εαυτό μου να ονειρευτεί, να κάνει σχέδια, να νιώσει, να γευτεί και ίσως λιγάκι ν΄αφεθεί στου έρωτα το χάδι.

Λάθος, ήταν μια λάθος απόφαση και μια λάθος επιλογή, σίγουρα δεν ήταν η πρώτη, θα φροντίσω όμως να είναι η τελευταία. Ήσουν αυτό που λέμε μια σίγουρη επιλογή, μορφωμένος, με μια περιποιημένη εμφάνιση και έναν ευγενικό λόγο, που με γοήτευσε. Σιχαίνομαι τους ανθρώπους που μιλάνε με θράσος και ειρωνεία, η ευγένεια σου λοιπόν ήταν το εισιτήριο, που ομολογώ χρησιμοποίησες πολύ έξυπνα. Συνάδελφοι, σε διαφορετικό τμήμα όμως, χωρίς κάποιο εμφανή ανταγωνισμό αναμεταξύ μας συστηθήκαμε στη Χριστουγεννιάτικη γιορτή της εταιρίας και αμέσως αισθανθήκαμε άνετα… θα έλεγα πολύ άνετα… πράγμα σπάνιο για μένα.

Τόλμησες να μου ζητήσεις να βγούμε για καφέ και δέχθηκα, τελικά περάσαμε μαζί τις διακοπές των γιορτών και μάλιστα ιδιαίτερα καλά. Θέατρο, μουσικές παραστάσεις, βόλτες μακρινές στην παραλία, ένα εξαιρετικό Χριστουγεννιάτικο δείπνο τη δεύτερη μέρα, που τυχαία και οι δυο δεν είχαμε κανονίσει τίποτα και ένα αναπάντεχο δώρο, ένα υπέροχο μεταξωτό μαντήλι, στα χρώματα της γης.

Ποίηση Έλλη Κοντέου - Φτερά

Έβαλα το σώμα μου σε ένα χαλί άμορφο
Με τύλιξα και με έκλεισα σε μια πόρτα που ‘χω χάσει το κλειδί της
Έβαλα το κεφάλι μου σε ένα τραπέζι καιόμενο
Άρπαξα μια αγκίδα και χαράκωσα το πρόσωπό μου το όμορφο
Με παραμόρφωσα δίχως να ξέρω αν αντίδοτο υπάρχει
Και τώρα πλανιέμαι στις Αθήνες
Τις σκονισμένες και τις άδοξες
Σέρνοντας τη ματωμένη μου μάσκα
Και παίρνοντας ένα κορμί αλλιώτικο από τη βιβλιοθήκη των αδικοχαμένων
Το βλέμμα μιας πόρνης του μεσαίωνα
Νιώθοντας πιο ελεύθερη από ποτέ
Αφιερώνομαι στους έρωτες των κορών
Και στης νύχτας το πέπλο
Το αδιάκοπο
Το απρόβλεπτο
Το ελεύθερο

Ποίηση Αναστασίας Γεωργακοπούλου-Μπρούσα - Κάποιες ετοιμόρροπες ελπίδες

Τα όνειρά μου βρέθηκαν ασφυκτικά κλεισμένα σ' ένα μικρό γυάλινο μπουκάλι.
Τα άνθη που βοήθησα ν' ανθίσουν μεταμορφώθηκαν σε καρφιά που τρύπησαν και ρήμαξαν τη ψυχή μου.

Πρέπει να μάθεις να φυλάγεσαι, καρδιά μου... Μόνο άφησε ένα μικρό πέρασμα, για να φωτίσει ο ήλιος τα σκονισμένα όνειρά σου.
Μην αφήνεις να περιδιαβαίνουν στα σοκάκια της ψυχής σου... οι απατηλοί γητευτές.

Σαν ληγμένες επιταγές ζωής, οι ώρες της απομόνωσης ντύνονται με τα γκρίζα χρώματα της απώλειας.
Μιας απώλειας... των βυθισμένων "Σ' αγαπώ" στο βαθύ πέλαγος.
Η καρδιά τρομαγμένη από ένα μουντό και απόκοσμο παζάρεμα της μοναξιάς.

Κάποιες ετοιμόρροπες ελπίδες μόνο κρατιούνται σαν κλωστές στην αλυσίδα της μνήμης.
Πιάσου, λοιπόν, καρδιά μου, από την άκρη μιας ετοιμόρροπης ελπίδας και ίσως διαλυθεί το μαύρο πέπλο που σε βαραίνει.