Αγάπη από Πέτρα (Κεφάλαιο 8)

Δεν μπορει να ημουν τοσο ατυχη σε αυτη τη ζωη. Ολα μου συμβαινουν την λαθος στιγμη. Εκεινος στεκοταν εκει ολη αυτη την ωρα και στο βλεμμα του φαινοταν πως ειχε δει τα παντα. Στα ματια του φαινοταν η θλιψη και η απογοητευση. Ο Μαριος μολις τον ειδε του εριξε ενα αγριο βλεμμα και υστερα συνεχισε τον δρομο του. Μα τι γινοταν με αυτους τους δυο επιτελους? Την στιγμη που εκανα ενα βημα μπροστα και πηγα να τον προλαβω εκεινος γυρισε αποτομα και χωθηκε μεσα στο πληθος. Εγω απο την αλλη εμεινα εκει να κοιταζω το κενο ενω μεσα μου ενιωθα λες και ειχα ολο το βαρος του κοσμου. Τι ειχα παθει? Γιατι ενιωθα ετσι? Χωθηκα και εγω μεσα στο πληθος και οταν εφτασα στην μπαρα η Ρω επεσε στην αγκαλια μου ενω τσιριζε.
"Φιλεναδα ησουν τελεια! Πρωτη φορα σε ακουσα ετσι! Ηταν τοσο δυνατο, τοσο ζωντανο! Μπραβο." φωναξε και της χαμογελασα με οση δυναμη μου ειχε απομεινει. Ολη η χαρα ειχε εξανεμιστει και μου ηταν δυσκολο.
Ολη την υπολοιπη ωρα δουλευα ασταματητα και ειχα συνεχως το νου μου μηπως και τον δω πουθενα. Ηταν αφαντος. Μαλλον δεν θα μαθαινα ποτε το ονομα του ουτε θα ετρωγα μαζι του πρωινο. Καποια στιγμη πετυχα την Ρω μονη της και την πλησιασα. Θυμηθηκα που την ειδα να μιλαει μαζι του και ηθελα να μαθω εαν τον ηξερε. Εαν ηξερε εστω το ονομα του.
"Πως τα περνας?" την ρωτησα και εκεινη μου χαμογελασε.
"Εδω θαυμαζω τα χαΐρια του αγοριου μου." ειπε και γελασε. Εστρεψα το βλεμμα μου προς την σκηνη και ειδα τον Ελιοτ μαζι με τον Μαριο αγκαλια να τραγουδανε ενω ηταν μεθυσμενοι και οι δυο. Ωραια.
"Μιλαμε για τρελη διασκεδαση." σχολιασα.
"Ναι. Οπως το ειπες, τρελη. Εσυ τι εχεις? ΓΙατι εισαι ετσι?" με ρωτησε και κοιταξα το κενο. Πως με καταλαβαινει παντα?
"Απλα κουραστηκα και ο Μαριος μου εκανε ερωτικη εξομολογηση μεσα στις τουαλετες." της ειπα ενω παρελειψα το γεγονος οτι εκεινος ο αγνωστος στεκοταν απ' εξω και μας ειδε. Δεν μπορω να καταλαβω γιατι παντα της εκρυβα την αληθεια για εκεινον?
"ΤΙ ΠΡΑΓΜΑ? Πως, ποτε?" τσιριξε και την πλησιασα.
"Σκασε, μην φωναζεις! Μου ειπε οτι του αρεσω και τα σχετικα αλλα του ξεκαθαρισα πως δεν τον βλεπω ετσι. Με φιλισε και μου ειπε πως οτι και να γινει παντα θα με βλεπει σαν την μικρη του φιλη και πως θα εχει ελπιδες." της εξηγησα και εκεινη με παρακολουθουσε με προσειλωση.
"Ετσι εξηγειτε που εχει γινει τυφλα! Αχ, το παιδι ειναι ερωτευμενο και εσυ κακουργα τον εφτυσες."
"Εισαι ηλιθια. Κανε με να νιωσω χειροτερα απ'οτι νιωθω." της ειπα μουτρωμενα και εκεινη μου εσκασε μπουνια στο μπρατσο.
"Ελα, το ξερεις οτι σε πειραζω. Και τι θα κανεις?"
"Τι εννοεις τι θα κανω? Δεν τον βλεπω ερωτικα και το ξερεις πολυ καλα." της ειπα και εκεινη την ωρα ο Ελιοτ ηρθε ενω κουβαλουσε τον Μαριο που σερνοταν. Η μερα δεν μπορουσε να παει χειροτερα. Τον αφησε να καθισει σε ενα σκαμπο ενω τον στηριζε για να μην πεσει.
"Ο φιλαρακος μας απο δω ειναι χαλια. Πρεπει να τον γυρισω σπιτι." ειπε ο Ελιοτ και ειδα οτι το προσωπο του Μαριου ειχε αλλαξει χρωμα. Δεν ηταν καθολου καλα.
"Πηγαινετε τον σπιτι και γυριστε και εσεις. Θα τα βγαλω περα μονη μου." τους ειπα και κοιταξα τον κοσμο που ειχε το μαγαζι. Οσο πηγαινε και αδειαζε αρα δεν θα ειχα προβλημα.
"Εισαι σιγουρη? Και πως θα γυρισεις?" με ρωτησε η Ρω ανησυχα και της χαμογελασα καθησυχαστικα.
"Ναι, πηγαιντε! Θα μιλησω εγω με το αφεντικο.Φροντιστε να γυρισει ασφαλης σπιτι." ειπα και αφου με χαιρετησαν, εφυγαν.
Η ωρα περνουσε αργα και βασανιστηκα και ο κοσμος οσο πηγαινε και μειωνοταν. Οταν εφυγε και το τελευταιο ατομο αφου τακτοποιησα και το τελευταιο ποτηρι στο μπαρ πηγα προς το γραφειο του αφεντικου για να πληρωθω. Χτυπησα την πορτα και μετα απο λιγο πηρα μια βαριεστημενη απαντηση. Μπηκα μεσα και ειδα τον Μπρους να καθεται στην καρεκλα του μαζι με μια απο τις σερβιτορες που δεν θυμομουν το ονομα της να του τριβεται.
"Καλως την Καρολαιν. Περασε. Ολα καλα εξω?" με ρωτησε ενω η αλλη δεν κουνηθηκε απο την θεση της. Αυτος εκανε λες και ολα ηταν φυσιολογικα.
"Ναι, ολα μια χαρα. Εγω εκλεισα απο το ποστο μου και ηρθα να πληρωθω." ειπα ευγενικα αλλα ταυτοχρονα παγερα. Δεν ηθελα να εχω και πολλες οικειοτητες μαζι του.
"Μια χαρα. Ο Μαριος που ειναι? Γιατι δεν ηρθατε μαζι?"
"Με περιμενει εξω στο αμαξι γιατι δεν ηταν καλα. Μου ειπε αν μπορειτε να μου δωσετε εμενα τα λεφτα." τον δικαιολογησα και εκεινος με κοιταξε για μια στιγμη καχυποπτα. Υστερα ανοιξε ενα συρταρι και αρχισε να μετραει τα χρηματα του.
"Εμαθα οτι εκανες πανικο εξω. Σε ακουσα και εγω. Τραγουδας πολυ ομορφα." ειπε με εκεινο το γλοιωδες υφος και απλως χαμογελασα. Αυτο μου ελειπε τωρα να μου κανει και καμακι το αφεντικο μου.
"Ευχαριστω. Απλα ειπαμε να δοκιμασουμε με τον Μαριο για πλακα."
"Ηταν πολυ καλη κινηση. Ειχαμε καταναλωση αρκετη. Για πες μου πως σου φανηκαν αυτες οι δυο μερες στο μαγαζι? Υπαρχει κατι που να σε ενοχλει?" ειπε και η σερβιτορα σηκωθηκε απο τα ποδια του ξενερωμενη και καθισε σε ενα καναπεδακι να τον περιμενει.
"Οχι, αντιθετα. Ολα ειναι μια χαρα. Δεν ειχα κανενα απολυτως προβλημα." παραδεχτηκα και φυσικα με το ζορι κρατηθηκα για να μην του πω για την φατσα του.
"Ωραια τοτε! Οτιδηποτε γινει η σε ενοχλησει κατι θελω να ερθεις να μου το πεις.Θα τα παμε πολυ καλα οι δυο μας. Θα ηθελα αν μπορεις να ερχεσε περισσοτερες μερες. Βλεπεις τις καθημερινες λειτουργουμε απο το απογευμα μεχρι και τα μεσανυχτα σαν καφε οποτε θα σε χρειαστω. Φυσικα και θα πληρωθεις κανονικα." ειπε με εναν διθεν επαγγελματικο τονο και σταθηκα λιγο να το σκεφτω πριν απαντησω. Εξτρα χρηματα, ωραια. Και την μηχανη θα επερνα πιο γρηγορα και θα ημασταν πιο ανετα στο σπιτι. Αρκει αυτος ο τυπος να ειχε κοντα τα χερια του και θα τα πηγαιναμε οντως μια χαρα.
"Βεβαιως κυριε, Μπρους. Δεν εχω κανενα προβλημα."
"Ωραια τοτε. Οριστε τα χρηματα σου και του Μαριου και πες του να προσεχει ποσο πινει την επομενη φορα. Καλη σου ξεκουραση." ειπε καθως μου εδεινε δυο φακελους και αφου μου εκλεισε το ματι πηγε και καθισε με την σερβιτορα.
"Καλη ξεκουραση κυριε Μπρους." ειπα και λιγο πριν βγω τον ακουσα να μου φωναζει.
"Σκετο Μπρους!"
Σιγα που θα σε φωναζα και Μπρους. Ακομα και το κυριος δεν σου αξιζει. Φυσικα και δεν γυρισα να απαντησω και αντιθετα πηρα το τζακετ μου, την τσαντα μου και αφου καληνυχτησα ολα τα παιδια βγηκα εξω.
"Καλη ξεκουραση, Μπο." ειπα στον μπραβο την ωρα που εβγαινα στον παγωμενο αερα.
"Καληνυχτα Καρολαιν. Να προσεχεις." μου ειπε καλοσυνατα και χαμογελασα. Ο Μπο σου εδεινε την αισθηση οτι με ενα του βλεμμα θα σε σκοτωνε με ολον αυτον τον ογκο που ειχε αλλα στην πραγματικοτητα ηταν πολυ καλος ανθρωπος. Ειχε οικογενεια και ενα μικρο μπομπιρακι που ηταν μολις τριων χρονων.Τον συμπαθουσα παρα πολυ. Ηταν απο τους λιγους μεσα σε αυτο το μαγαζι.
Αρχισα να περπαταω προς την ανηφορα που οδηγουσε στον κεντρικο δρομο ωστε να παρω ταξι. Ο ουρανος ηταν ακομα μαυρος και ειχε περισσοτερο κρυο απο τα υπολοιπα πρωινα. Ισως εφταιγε και η κουραση. Ημουν τοσο βυθισμενη στις σκεψεις μου και στην επιθυμια μου να φτασω νωρις στο σπιτι που δεν ακουγα τιποτα γυρω μου. Ουτε τον ηχο της μηχανης που σταματησε ακριβως μπροστα μου. Σταματησα αποτομα και τιχαντηκα προς τα πισω εκπληκτη. Τι στο...
"Νομιζα πως ειχαμε δωσει ενα ραντεβου. Ειχες σκοπο απο την αρχη να με στησεις ε?" ειπε και εβγαλε το κρανος του ωστε να δω ποιος ηταν. Οχι οτι δεν υπηρχε περιπτωση να τον αναγνωρισω απο την φωνη του.
"Νομιζα οτι εφυγες. Που να φανταστω οτι παραφυλαγες εξω απο το μαγαζι." ειπα καπως ειρωνικα ενω ενα χαμογελο ειχε αρχισει να βγαινει στην επιφανεια. Μεσα μου χαιρομουν απιστευτα που δεν ειχε φυγει. Αλλα γιατι γυρισε?
"Σε περιμενα. Εκει μεσα η ατμοσφαιρα ηταν αποπνικτικη." ειπε με ενα περιεργο τονο και αναρωτηθηκα εαν εννουσε αυτο που εγινε με τον Μαριο.
"Αντε, ανεβα." ειπε και μου εδωσε ενα μαυρο γυαλιστερο κρανος. Λιγο πριν το φορεσω παρατηρησα την μηχανη του. Ηταν απο τα τελευταια μοντελα και ηταν πανακριβη.
"Μα καλα, τι δουλεια κανεις? Πρωτα το αμαξι μετα η μηχανη. Τα κλεβεις?" τον ρωτησα και γελασε.
"Ολα στην ωρα τους μικρη μου. Αντε, ανεβα γιατι εχω πεθανει της πεινας."
Φορεσα το κρανος μου και αφου τον επιασα απο τους ωμους ανεβηκα πισω του και τυλιξα τα χερια μου γυρω του. Το αρωμα του μου εκαψε τα ρουθουνια. Ηταν ομορφο. Εκεινος γκαζωσε και αμεσως ανεβασε ταχυτητα. Οι δρομοι ηταν αδειοι και μεσα ενα δεκαλεπτο ημασταν στην καλυτερη ολονυκτια καντινα της πολης. Ειχε το πιο ωραιο σαντουιτς που ειχα φαει ποτε στην ζωη μου. Οντως ειχε γουστο στο φαι. Σταματησαμε και αφου στηριχτηκα στο χερι του για να κατεβω εστρωσα το φορεμα μου και εκεινη την ωρα κατεβηκε και εκεινος. Εβγαλε το κρανος του και του εδωσα και εγω το δικο μου. Το βλεμμα του ειχε κατι το περιεργο αλλα δεν ηθελα να τον ρωτησω τι ειχε. Καθως στεκομασταν στην ουρα και περιμεναμε για να πουμε την παραγγελια μας τον ειδα με την ακρη του ματιου μου να στεκεται λιγο πιο περα και να με παρατηρει απο πανω μεχρι κατω. Ανασηκωσα το φρυδι μου και σταθηκα απεναντι του με τα χερια σταυρωμενα στο στηθος.
"Βλεπεις κατι το περιεργο?" τον ρωτησα ειρωνικα και κατι αστραψε στα ματια του.
"Με τετοιο φορεμα δεν σε ξαναπερνω στην μηχανη. Με το παραμικρο τα ποδια σου ειναι εξω." ειπε και κοντεψε να μου πεσει το σαγονι στο πατωμα. Ακουσα καλα?
"Οτι πεις." ειπα απλα και γυρισα μπροστα.
"Τερμα η μηχανη μικρη. Αμαξι απο δω και μπρος." ειπε και τον στραβοκοιταξα. Δεν ειναι δυνατον να μου αρεσει αυτο που γινεται! Το γεγονος οτι ζηλευει ενω δεν με ξερει καν με τρελαινει!
"Γιατι να σε ακουσω? Εδω δεν ξερω καν το ονομα σου." ειπα και τον καταλαβα που τσιτωσε. Χα! Καρολαιν - Αγνωστος 1-0.
"Σαν πολυ δεν βιαζεσαι? Εχεις δουλειες να κανεις?"
"Εμ, ισως να κοιμηθω γιατι δουλευω παλι αυριο το βραδυ?"
"Σωστα. Μην ανησυχεις, αυτο το πρωινο αξιζει την αναμονη."
Δεν το πιστευω! Απεφυγε παλι να μου πει το ονομα του! Μα πως το καταφερνει καθε φορα? Την ωρα που πηγα να τον ρωτησω επιτελους να μου πει ηρθε η σειρα μας να παραγγειλουμε και για μια ακομη φορα αφαιρεθηκα. Οταν τα ειχαν ετοιμα εκεινος δεν με αφησε να πληρωσω για μενα και αφου τα εκαναν πακετο, μας τα εδωσαν και πηγαμε προς την μηχανη.
"Δεν θα φαμε εδω?"
"Οχι." ειπε μονο και ανεβηκε. Μου εκανε νοημα να πλησιασω και ετσι ανεβηκα και εγω. Αναψε την μηχανη αλλα δεν ξεκινησε. Για λιγο εμεινε ακινητος και γυρισε λιγακι το σωμα του ωστε να με κοιταζει.
"Σφινωσε το φορεμα σου καπως για να μην φευγει."
"Και αν δεν το κανω?"
"Θα μεινουμε εδω μεχρι να το κανεις." απαντησε το ιδιο ειρωνικα με εμενα. Γρυλισα και εκανα οπως ειπε. Ηθελα να φαω επειγοντως και ετσι δεν ειχα πολυ ορεξη για μουρμουρα.
"Μπραβο το κοριτσι μου." γελασε και ξεκινησε αμεσως με αποτελεσμα να σφιξω τα χερια μου δυνατα γυρω του. Πηγαινε πολυ γρηγορα και απο τον δρομο μου φανηκε πως βγαιναμε εξω απο την πολυ.
"Που παμε?" του φωναξα και απο ενα τρανταγμα που ενιωσα στην κοιλια του καταλαβα οτι χαχανισε.
"Θα δεις." απαντησε. Πραγματικα ειχα αρχισει να εκνευριζομαι με ολη αυτη την μυστικοπαθεια! Ο δρομος αρχισε να αλλαζει και αφου περασαμε και τα τελευταια σπιτι καταλαβα πως πηγαιναμε καπου εξω απο την πολυ. Περασαμε την πρωτη παραλια και υστερα αρχισαν οι στροφες. Εκλεισα τα ματια και περιμενα με οση υπομονη μου ειχε απομεινει να φτασουμε. Αφου περασαν μερικα λεπτα ακομα καταλαβα που μειωσε ταχυτητα ωσπου σταματησε τελειως.
"Φτασαμε. Κατεβα." προσταξε και ανοιξα τα ματια μου. Κατεβηκα και κοιταξα τριγυρω. Ειχαμε βγει τελειως εξω απο την πολυ και ειχαμε ερθει σε μια απομερη παραλια με αμμο και μεγαλα βραχια που εφτιαχναν μια μικρη γεφυρα μεσα στην θαλασσα. Κοιταξα το μαυρο νερο και στο βαθος του φαινοταν πως ο ηλιος ετοιμαζοταν να βγει. Ηταν πανεμορφα.
"Με εφερες εδω για να με σκοτωσεις ετσι δεν ειναι?" τον κοροιδεψα και γελασε.
"Οχι, σε εφερα για να φαμε πρωινο με την ησυχια μας." παραδεχτηκε και κατεβηκαμε στην ακτη. Καθισαμε ενα μετρο μακρια απο κει που εσκαγε το κυμα ο ενας απεναντι απο τον αλλον και ξεκινησαμε να τρωμε. Δεν ακουγοταν τιποτα περα απο τον αερα που περνουσε μεσα απο τα φυλλα μερικων δεντρων και ο απαλος ηχος των κυματων που εσκαγε κοντα μας. Ο ουρανος ειχε αρχισει να φωτιζει σε ενα απαλο ροζ μαζι με πορτοκαλι και ετσι βλεπαμε πιο καθαρα ο ενας τον αλλον. Η αυγη ηταν ενα απο τα αγαπημενα μου σημεια της ημερας. Εκεινη η λιγη ωρα που εκανε ο ηλιο να βγει. και ειδικα την συγκεκριμενη στιγμη ηταν ομορφα.
"Λοιπον, σου αρεσει εδω?" εσπασε πρωτος την σιωπη καθως καθομασταν και ατενιζαμε το απεραντο του νερου.
"Ειναι ηρεμα, γαληνια, ομορφα. Σε ποιον δεν θα αρεσε." ειπα σχεδον ψιθυριστα καθως δεν ηθελα να χαλασω αυτη την ηρεμια. Ξαφνικα μου ηρθε η επιθυμια να αγγιξω το νερο με τα ποδια μου. Εβγαλα τα μποτακια μου και καθως περασα τα χερια κατω απο την φουστα μου για να βγαλω το καλσον μου ενιωσα το βλεμμα του να με καρφωνει.
"Τι κανεις εκει?" με ρωτησε με ενταση και χαχανισα. Πεταξα το καλσον μεσα στο ενα μποτακι και πλησιασα το νερο. Μολις το ακουμπησα ενιωσα ολο μου το σωμα να ανατριχιαζει. Δεν ηταν παγωμενο αλλα ζεστο.
"Δεν εχεις ξαναδει ανθρωπο να βουταει τα ποδια του στο νερο?" τον κοροιδεψα και εκανε μια γκριματσα κοροιδιας.
"Τωρα θα μαθω το ονομα σου, τι δουλεια κανεις και κατι αλλο για σενα η θα περιμενω να παει μεσημερι?" ειπα ειρωνικα και αφου με κοιταξε με το ενα φρυδι ανασηκωμενο κουνησε αρνητικα το κεφαλι και ξαπλωσε πισω σταυρωνοντας τα χερια πισω απο το κεφαλι του.
"Μπα, ειναι νωρις ακομα." με κοροιδεψε και αρχισα να εκνευριζομαι. Ειχα την τελεια ιδεα για να τον εκδικηθω. Εσκυψα και αφου μαζεψα στην χουφτα μου λιγο νερο περπατησα προς το μερος του και σταθηκα ακριβως πανω απο το κεφαλι του.
"Δε θα τολμησεις!" ειπα και πριν προλαβει να φυγει εριξα ολο το νερο στο προσωπο του. Ανασηκωθηκε γρηγορα και με κοιταξε εκπληκτος.
"Μολις το εκανα." ειπα αδιαφορα και περπατησα αργα κατα μηκος της ακτης διθεν σαν να μην εγινε τιποτα ενω επνιγα τα γελια μου.
"Α, ωστε γελας?" ειπε και σηκωθηκε αποτομα και αρχισε να τρεχει προς το μερος μου. Μου βγηκε ενα πνιχτο ουρλιαχτο και αρχισα να τρεχω μακρια του ενω γελουσα. Δυστυχως με επιασε απο την μεση και με γυρισε γυρω γυρω. Αμεσως μετα αρχισε να με γαργαλαει. Γελουσα σαν τρελη καθοτι γαργαλιωμουν πολυ ευκολα και εκεινος δεν σταματαγε.
"Ζητα συγγνωμη για να σ' αφησω!"
"Συγγνωμη, συγγνωμη! Ασε με!" φωναξα και ετσι με αφησε. Περπατησαμε παλι πισω στα πραγματα μας ενω γελουσαμε και οι δυο. Πεσαμε παλι κατω και ενιωθα σα να καιγομουν. Εβγαλα το τσακετ μου και αφου το εκανα ενα κουβαρακι το εριξα πισω μου. Υστερα στερεωθηκα στα χερια μου και εγειρα το κεφαλι προς τα πισω κλεινοντας τα ματια. Αμεσως η αναπνοη μου ηρεμισε και ενιωθα κατι σαν μια γλυκια μεθη. Ηξερα πως με κοιτουσε και γι' αυτο ανοιξα τα ματια και τον κοιταξα με ενα χαμογελο.
"Θα κρυωσεις ετσι." ειπε ηρεμα ενω με χαζευε.
"Θελω λιγο να απολαυσω την αυρα αυτης της λιγης ωρας. Τον αερα, το φως, ολα. Ειναι τοσο ομορφα." ειπα και ξαπλωσα πισω βαζοντας το κεφαλι μου επανω στο τζακετ μου.
"Ναι, ομορφα." σχεδον ψιθυρισε και πλησιασε ολο και πιο κοντα μου. Ξαπλωσε και αυτος το ιδιο με μενα και κοιταξε τον ουρανο. Δεν μιλουσαμε για αρκετη ωρα και παρολη την ηρεμια υπηρχε μια περιεργη ενταση αναμεσα μας. Σαν χιλιαδες γραμμες ρευματος να μας ενωνουν.
"Το ονομα μου ειναι Αλεξ." ειπε ξαφνικα και τον κοιταξα εκπληκτη. Υστερα χαμογελασα και γυρισα παλι το βλεμμα μου στον ουρανο.
"Ειδες, δεν ηταν και τοσο δυσκολο. Και ποσο χρονων εισαι?"
"Κανεις λαθος, ηταν. Ειμαι 24 χρονων και οσο για το επαγγελμα μου ειναι μια πονεμενη ιστορια." γελασε και ανασηκωθηκα λιγο κοιτωντας τον περιεργα.
"Τι εννοεις?"
"Εαν επαιρνα ποτε το πτυχιο μου θα ελεγα πως ειμαι αρχιτεκτονας."
"Και εγω σπουδαζω καλες τεχνες στο πανεπιστημιο. Πως και δεν σε εχω δει?" παραξενευτηκα και οντως αμα πηγαινε στην αρχιτεκτονικη θα ειχαμε τουλαχιστον ενα κοινο μαθημα. Και σε αλλο τομεα να ηταν σιγουρα θα τον ειχα παρατηρησει.
"Ο πατερας μου με εστειλε στο εξωτερικο, σε μια καλυτερη σχολη." ειπε θυμωμενα και την λεξη "πατερας" σχεδον την εφτυσε. Μαλλον δεν ειχαν και τις καλυτερες σχεσεις.
"Η μητερα σου δεν στεναχωρηθηκε που εφυγες μακρια? Εμενα η δικια μου οταν της ειπα οτι ηθελα να φυγω απο αυτη την κολαση κοντεψε να πεθανει μια ωρα αρχητερα."
"Οχι. Πεθανε οταν με γεννησε και η μητρια μου δεν νοιαζεται για τιποτα περα απο τα λεφτα του γερου μου. Γι' αυτο με εστειλαν και εξω. Για να μην ειμαι μεσα στα ποδια τους." ειπε πιο θυμωμενα απο πριν και αμεσως ενιωσα την αναγκη να τυλιξω τα χερια μου γυρω του αλλα αντι γι' αυτο προτειμησα να αλλαξω θεμα.
"Και γιατι δεν εχεις παρει το πτυχιο σου ακομα? Εισαι και εσυ απο αυτους τους αιωνιους φοιτητες που τους νοιαζει να πινουν, να πηγαινουν σε παρτυ και να εχουν διαφορετικη γυναικα καθε βραδυ?" τον πειραξα και επιτελους γελασε.
"Ειχα καποιες υποχρεωσεις που δεν με αφηναν να συνεχισω. Οσο για τα παρτυ και το αλκοολ οχι δεν ειμαι τοσο πολυ μεσα σε αυτα. Οσο και να μην το πιστευεις ειμαι πολυ ησυχος τυπος."
"Ναι αλλα για τις γυναικες δεν το σχολιασες."
"Χαχα, απο αυτες αλλο τιποτα. Περασανε αρκετες απο μπροστα μου αλλα δεν ηθελα να τις ακουμπησω. Μονο μια πλεον μου εχει κεντρισει το ενδιαφερον." ειπε υπουλα και με κοιταξε με το υπονοουμενο να αιωρειται αναμεσα μας.
"Χα, εισαι και ψωνιο. Τι αλλο να περιμενει κανεις απο εναν αντρα." γελασα και κοιταξα το κινητο μου. Η ωρα ειχε περασει και επρεπε να φυγω. Αμα ξυπνουσε η Ρω και δεν με εβρισκε θα ανησυχουσε και αντε να της εξηγησω μετα. Αναστεναξα λυπημενα και το παρατηρησε.
"Πρεπει να φυγουμε." ειπα και κουνησε καταφατικα το κεφαλι διχως να πει τιποτα. Σηκωθηκαμε και καθως τιναζα την αμμο απο πανω μου ηρθε κοντα μου για να με βοηθησει να βαλω το τζακετ μου.
"Θα μου λειψει αυτο το μερος. Αυτη η ωρα." ειπα χαμηλοφωνα και με γυρισε ωστε να τον κοιταζω.
"Μπορουμε να ερθουμε οποτε θες."
Τα προσωπα μας βρισκονταν πολυ κοντα και σχεδον ενιωθα την αναπνοη του επανω στο προσωπο μου. Ημασταν τοσο κοντα που για χιλιοστα τα σωματα μας θα ακουμπουσαν το ενα με το αλλο και τοτε δεν ξερω τι θα ακολουθουσε. Ξαφνικα τσιτωσε και απομακρυνθηκε. Ολη αυτη η ενταση που υπηρχε μαζι με την νυχτα με εκαναν να ζαλιζομαι. Γιατι απομακρυνθηκε.
"Παμε." ειπε ξερα και αρχισε να περπαταει προς την μηχανη. Φορεσα τα παπουτσια μου και οταν εφτασα εκεινος ειχε ηδη ανεβει και φορουσε το κρανος του. Τον κοιταξα για μια στιγμη και υστερα πηρα το κρανος και ανεβηκα και εγω. Σε ολο το δρομο δεν βγαλαμε κουβεντα και μπορουσα να καταλαβω οτι ηταν ακομα τσιτωμενος. Εγυρα το κεφαλι μου επανω στην πλατη του και εκλεισα τα ματια. Ημουν τοσο κουρασμενη και δεν αντεχα αλλο ορθια. Μα γιατι φεροταν ετσι? Μια χαρα ηταν πριν. Ηταν τοσο μυστηριος.
Υστερα απο λιγα λεπτα το βουητο της μηχανης σταματησε και μεσα στο σκοταδι καταλαβα οτι ειχαμε φτασει. Πρεπει να με ειχε παρει ο υπνος και γι'αυτο δεν καταλαβα τοσο την διαδρομη.
"Ει, φτασαμε." ειπε μαλακα και ανασηκωθηκα. Εβγαλα το κρανος και αφου του το εδωσα μπροστα πηγα να κατεβω. Οταν πατησα το ποδι μου στο εδαφος για κακη μου τυχη παραπατησα και εχασα την ισορροποια μου. Την στιγμη που νομιζα οτι θα γινομουν ενα με το πεζοδρομιο ευτυχως εκεινος ηταν εκει για να με πιασει. Με στηριξε στα χερια του και ετσι σηκωθηκα.
"Εισαι καλα?"
"Απο την νυστα ειναι μην ανησυχεις. Σ' ευχαριστω για την βολτα. Περασα πραγματικα ομορφα." ειπα μονοτονα και γυρισα την πλατη για να φυγω. Φυσικα οπως γυρισα ζαλιστηκα παλι και παραπατησα. Μπηκα μεσα στην αυλη και οπως προχωρουσα αντι να ακουσω την πορτα να κλεινει πισω μου εκεινη δεν εκανε ποτε κανεναν χτυπο. Ξαφνικα ενιωσα δυο χερια να με αρπαζουν και να με σηκωνουν στον αερα. Πριν το καταλαβω βρισκομουν στην αγκαλια του και εκεινος περπατουσε προς την εισοδο.
"Τι κανεις εκει?" του ειπα νυσταγμενα και αντι να απαντησει αρπαξε τα κλειδια απο τα χερια μου και ανοιξε την πορτα. Το σπιτι ηταν βυθισμενο στο σκοταδι και την ησυχια. Ηθελα να παραπονεθω αλλα δεν το εκανα για να μην μας ακουσουν τα παιδια.
"Που ειναι το δωματιο σου." ψιθυρισε.
"Επανω, πρωτη πορτα δεξια αλλα μπορω να παω και μονη μου." ψιθυρισα και εγω και αυτος απλα με αγνοησε. Ανεβηκε τα σκαλια οσο πιο αθορυβα μπορουσε και ανοιξε την πορτα του δωματιου μου. Την εκλεισε πισω του και με πηγε στο κρεβατι. Την ωρα που με αφησε καταλαθος μπλεχτηκαμε και τον τραβηξα μαζι μου. Επεσε απο πανω μου και τα προσωπα μας ειχα την ελαχιστη επικινδυνη αποσταση. Τον κοιταξα βαθια μεσα στα ματια και εκεινος εκανε το ιδιο. Παραμενε ψυχρος αλλα φαινοταν οτι παλευε για να αντισταθει σε κατι. Και τοτε εκανα κατι που ηθελα να κανω εδω και αρκετη ωρα. Σηκωσα το χερι μου και το εφερα στο προσωπο του. Παραμερισα λιγο τα μαλλια του και τον χαιδεψα απαλα στο μαγουλο.
"Γιατι με αποφευγεις?" Η ερωτηση μου βγηκε τελειως αυθορμητα και την δεδομενη στιγμη δεν με ενοιαζε. Θα το πηγαινα μεχρι τελος.
"Γιατι ολο αυτο ειναι λαθος." ειπε και ξαφνικα απομακρυνθηκε και σηκωθηκε ορθιο. Πηγε να φυγει αλλα πριν βγει υπηρχε και κατι που επρεπε να του πω.
"Δεν ειναι το αγορι μου. Μου ζητησε να γινει αλλα εγω τον απερριψα. Εκεινος με φιλησε οχι εγω." του πεταξα και παγωσε ενω ειχε στραμενη την πλατη του προς το μερος μου. Γυρισε λιγο το κεφαλι ωστε να με κοιταζει με την ακρη του ματιου του και ειχε το πιο ψυχρο του βλεμμα.

"Δεν σε ειδα να αντιστεκεσαι." πεταξε και τα λογια του εσκασαν επανω μου σαν κοφτερα γυαλια. Και υστερα εφυγε. . . .


Merian