Αγάπη από Πέτρα (Κεφάλαιο 9)

Η επομενη μερα στην δουλεια πρεπει να ηταν η χειροτερη που θα μπορουσα να ειχα. Απο την ωρα που εφτασα στο μαγαζι ηλπιζα οτι θα ειχε αρκετο κοσμο και ετσι δε θα χρειαζοταν να σκεφτομαι ολα οσα εγιναν σημερα το πρωι. Δυστυχως ομως η τυχη δεν ηταν με το μερος μου διοτι οση ωρα ημουν εδω ειχαν μπει μονο τεσσερις παρεες και τους ειχαμε εξυπηρετησει ηδη πραγμα που σημαινει πως βαραγαμε μυγες. Ο Μαριος ειχε ερθει λιγα λεπτα μετα απο μενα και πηγε κατευθειαν στο γραφειο του αφεντικου και δεν προλαβαμε να ανταλλαξουμε μια κουβεντα. Νωριτερα μου ειχε πει στο τηλεφωνο οτι δεν θα ερχοταν να παμε μαζι γιατι κατι του ετυχε και ηταν τοσο βιαστικος που δεν του ειπα πως τον δικαιολογησα στο αφεντικο. Περιμενα με αγωνια να βγει για να μου πει τι του ειπε και να εχω και εγω εναν ανθρωπο να μιλησω. Ειχαν περασει τουλαχιστον 20 λεπτα οταν επιτελους βγηκε και ηρθε στην μπαρα με ενα ελαφρυ χαμογελο.
"Τι εγινε ρε? Τι σου ειπε?" τον ρωτησα αγχωμενη και εκεινος γελασε.
"Χαλαρωσε δεν θα με διωξει ακομα. Και ευχαριστω που με καλυψες εχθες." ειπε και μου χαμογελασε γλυκα. Του ανταπεδωσα το χαμογελο και γυρισα προς την τσαντα μου. Εβγαλα το φακελο με τα χρηματα και του τον εδωσα.
"Ευχαριστω. Για πες, τι εγινε οταν εφυγα? Τα βρηκες σκουρα?"
"Οχι, καθολου. Σου εχω και καλα νεα. Θα ερχομαι και τις καθημερινες. Θα σε ζαλιζω ολη την εβδομαδα." τον κοροιδεψα και γελασαμε. Μπηκε απο μεσα και με πλησιασε. Τυλιξε τα χερια του γυρω μου και με φιλισε στα μαλλια.
"Ξερεις οτι θα ειναι η καλυτερη μου αμα σε βλεπω καθε μερα." ειπε και ενιωσα ενα τσιμπημα στην καρδια μου.
"Μαριε.."
"Ξερω, ξερω. Ειμαστε φιλοι. Θα το εμπεδωσω καποια στιγμη μην αγχωνεσαι αλλα να ξερεις.." ειπε και με απομακρυνε λιγο ετσι ωστε να με κοιταζει.
"Δεν θα ειναι συντομα. Σου ειπα οτι θα συνεχισω να προσπαθω να μπω στην καρδια σου."
"Μα εισαι ηδη στην καρδια μου.. αλλα οχι με τον τροπο που θες." παραδεχτηκα και μου χαιδεψε το μαγουλο.
"Το ξερω, μικρη μου." ειπε και χωθηκα στην αγκαλια του. Με χαιδεψε απαλα πλατη και εκλεισα τα ματια μου. Με αποκαλεσαι μικρη του και το πρωτο πραγμα που μου ηρθε στο μυαλο ηταν ο Αλεξ, Εχθες με ειχε φωναξει πολλες φορες ετσι. Ακουγοταν πολυ διαφορετικα. Αχ, πως τα ειχα κανει ετσι? Ανοιξα τα ματια και απομακρυνθηκαμε ο ενας απο τον αλλον για να συνεχισουμε κανονικα την δουλεια μας. Την ωρα που γυρισα το βλεμμα μου παρατηρησα μια σιλουετα που καθοταν στην ακρη του μπαρ και κοιτουσε προς το μερος μας.
"Ω, μου κανεις πλακα τωρα." μουρμουρισα και ηθελα να ανοιξει η γη να με καταπιει. Το συμπαν συνομοτουσε εναντιον μου φυσικα!
"Τι επαθες?" ακουσα τον Μαριο να λεει και τον ειδα που με κοιταζε ανησυχος.
"Τι να σου λεω και σενα τωρα. Παω να παρω παραγγελια." ειπα και πριν προλαβω να φυγω με επιασε δυνατα απο το χερι και με γυρισε.
"Να τον προσεχεις αυτον. Δεν ειναι να εχεις πολλα πολλα μαζι του." ειπε με ενα αγριο βλεμμα και τον κοιταξα παραξενεμενη. Τι εννοουσε? Γυρισα για να φυγω και πλησιασα τον Αλεξ που μας κοιτουσε με μισος. Ωραια.
"Τι να σου φερω?"
"Ενα αψεντι." ειπε ξερα και γυρισα την πλατη για να του φερω το ποτο του διχως να μιλησω. Το αφησα μπροστα του και επειδη ηξερα οτι αμα μου ελεγε το οτιδηποτε θα τον εβριζα γυρισα για να φυγω. Δεν προλαβα να κανω ενα βημα επιασε το χερι μου και με τραβηξε παλι προς το μερος το και οι ματιες μας συναντηθηκαν αποτομα. Φευγαλεα παρατηρησα πως το ποτηρι του ηταν κιολας αδειο. Τα πραγματα ηταν σκουρα. Με κοιταξε βαθια μεσα στα ματια ενω ηταν τρομερα σφιγμενος.
"Τι εγινε? Γιατι με αποφευγεις?" με ρωτησε ειρωνικα και τον κεραυνοβολησα.
"Νομιζω οτι σου εχω ξαναπει οτι δεν μου αρεσει να με αγγιζουν."
"Δεν φανηκε αυτο χθες."
"Χθες ηταν διαφορετικα. Εσυ ησουν αυτος που το διαλεξε." του ειπα βλοσυρα και ενιωθα το δερμα του να καιει πανω στο δικο μου. Οτι και να γινοταν ηθελα να με αγγιζει.
"Συμβαινει τιποτα εδω?" ακουσα την φωνη του Μπο και εκεινος αμεσως χαλαρωσε την λαβη του.
"Οχι, Μπο. Ολα ειναι καλα. Απλως συζητουσαμε." του ειπε ηρεμα και εκεινος γυρισε σε εμενα.
"Σιγουρα, Καρολαιν?"
Εγνεψα καταφατικα και υστερα απο αλλη μια ματια που μας εριξε απομακρυνθηκε αφηνοντας το υπονοουμενο οτι ειναι κοντα. Εκανα μερικα βηματα πισω αλλα συνεχισα να τον κοιταζω χωρις να ξερω τι περιμενω. Εσπρωξε το ποτηρι προς το μερος μου και κοιταξε αοριστα προς τον κοσμο.
"Γεμισε το." μουρμουρισε και αμεσως αρπαξα το μπουκαλι γεμιζοντας το παλι. Το αρπαξε και κατεβασε το περιεχομενο μονομιας. Υστερα το εσπρωξε παλι προς το μερος μου.
"Αλλο ενα."
"Σταματα."
"Νομιζω οτι γι' αυτο δουλευεις εδω. Βαλε μου αλλο ενα." ειπε ενω ακομα ειχε το βλεμμα του αλλου. Εκανα οτι μου ειπε διοτι δεν ηθελα να δημιουργησω προβλημα στο μαγαζι και φυσικα και αυτο το ηπιε μονοκοπανια. Ο Μαριος ολη αυτη την ωρα δεν ειχε παρει τα ματια του απο πανω μας και αυτο δεν εκανε καλυτερα τα πραγματα. Δεν επρεπε να μπλεξω σε ολο αυτο απο την αρχη. Εκανα ενα τεραστιο λαθος.
"Καρολαιν, ελα εδω." ακουσα την φωνη του Μαριου να με φωναζει.
"Σε φωναζει το αγορι σου δεν θα πας?" ειπε ο Αλεξ ειρωνικα και τον αγριοκοιταξα.
"Κοφτο." ειπα προειδοποιητικα και με κοιταξε επιτελους μετα απο αρκετη ωρα.
"Βαλε μου αλλο ενα και πηγαινε. Μπορει να θελει να σου κανει σκηνη ζηλοτυπιας." συνεχισε να με ειρωνευεται και αφου μαζεψα οτι δυναμη ειχα για να μη του σπασω το κεφαλι με το μπουκαλι, του γεμισα το ποτηρι και υστερα απομακρυνθηκα. Πλησιασα τον Μαριο και μου φανηκε και αυτος καπως τσιτωμενος.
"Σου ειπα να μεινεις μακρια απο τον τυπο. Τελος παντων, χρειαζομαι παγο. Μπορεις να πας να φερεις?" ειπε ηρεμα και εγνεψα καταφατικα. Βγηκα απο το μπαρ και πηγα στην αποθηκη που ειχαμε το καταψυκτη και βαζαμε τις σακουλες με τα παγακια. Επιασα δυο και οταν γυρισα πισω εκεινος δεν ηταν πουθενα. Αναστεναξα απογοητευμενη και αφου βοηθησα τον Μαριο να βαλει τα παντα στην θεση τους καθισα σε μια γωνια μεχρι να ερθει καποιος πελατης.
Μεχρι και τα μεσανυχτα που εφυγε και η τελευταια παρεα δεν ειχα βγαλει κουβεντα περα απο τα τυπικα και ο Μαριος με εχει ρωτησει πανω απο δεκα φορες τι εχω. Πλεον ειχα αρχισει να εκνευριζομαι και ειδικα οσο περνουσε η ωρα και εκεινος δεν γυρισε παλι τα νευρα μου ηταν χαλια. Πριν φυγω περασα απο το γραφειο του αφεντικου για να πληρωθω και οταν βγηκα εξω απο το μαγαζι ο Μαριος με περιμενε υπομονετικα.
"Ελα, θα σε παω εγω." ειπε γλυκα και με πλησιασε. Εβαλε το χερι του πισω απο την μεση μου ωστε να με οδηγησει προς το αμαξι του. Αμεσως τραβηχτηκα μακρια και κοιταξα το κενο. Ηθελα να περπατησω λιγο με συντροφια τις σκεψεις μου.
"Τι συμβαινει?"
"Λεω να παω με τα ποδια. Θελω να περπατησω." ειπα ευγενικα αλλα τον ειδα που ξαφνικα αλλαξε.
"Εχει να κανει με αυτον, ετσι δεν ειναι? Δεν θες καν να βρισκεσαι κοντα μου. Μα τι σας κανει ολες και ξεμυαλιζεστε ετσι?" ειπε νευρικα και τον κοιταξα με καθαρη εκπληξη. Ολες? Τι εννοει ολες? Πφφ, δεν ειχα καμια ορεξη να τσακωθω και με αυτον. Ημουν πολυ κουρασμενη.
"Κοιτα, δεν ξερω τι διαφορες εχεις μαζι του αλλα δεν σε αποφευγω. Απλως θελω να μεινω μονη μου και κανεις δεν ειναι μπλεγμενος σε αυτο." ειπα ηρεμα και τονισα την λεξη "μονη". Εκεινος αναστεναξε και με πλησιασε. Τυλιξε τα χερια του γυρω μου και εγω περασα τα δικα μου γυρω απο την μεση του. Με εσφιξε ετσι οπως καθε φορα που θελει να με πειραξει και με εκανε μια σβουρα. Γελασα και οταν με αφησε ειδα πως ειχε ηρεμισει.
"Να προσεχεις στον δρομο. Στειλε μου οταν φτασεις." ειπε ηρεμα και του χαμογελασα. Με φιλησε στο μαγουλο και υστερα εφυγε. Ετσι πηρα και εγω τον δρομο για το σπιτι μου. Εβαλα τα ακουστικα μου και αφου εβαλα μια λιστα τραγουδιων να παιζει στο τερμα δεν ακουγα τιποτα γυρω μου. Αφησα την μουσικη να με παρασειρει καπου μακρια διοτι στο τωρα το μυαλο και η καρδια μου βρισκονταν στο απολυτο χαος. Ο δρομος ηταν λιγο μακρυς αλλα δεν τον καταλαβα καθολου. Ημουν στην γωνια του σπιτιου οταν εστριψα και ειδα μια μαυρη σκια να καθεται στο πεζουλι της εξωπορτας και να περιμενει. Η καρδια μου αρχισε να φτερουγιζει παλι και το στομαχι μου δεθηκε κομπος. Πλησιασα και ειδα τον Αλεξ να με περιμενει. Μολις με ειδε σηκωσε το κεφαλι του και με κοιταξε.
"Τι κανεις εσυ εδω?"
"Ηθελα να σου μιλησω. Σε περιμενα εξω απο το μαγαζι αλλα μολις ειδα αυτον τον καραγκιοζη να σε σφιγγει στην αγκαλια του νευριασα και εφυγα. Χα, αυτος μπορει να σε αγγιζει ενω εγω ουτε το χερι σου." γελασε ειρωνικα με το τελευταιο και μου φανηκε απο την σταση του σα να ηταν πιωμενος. Δεν εχει τελειωμο αυτη η μερα.
"Εσυ δεν με αγγιξες απλα. Με τραβηξες με την βια απο το χερι. Εχει διαφορα." ειπα ηρεμα καθοτι ηξερα πως αμα του μιλησω αποτομα θα νευριασει και θα παμε παλι απο την αρχη.
"Εχεις δικιο. Γι' αυτο ηθελα να σου μιλησω. Να σου ζητησω συγγνωμη." ειπε μαλακα και τραβηξε αλλου το βλεμμα του. Τον κοιταξα εντονα και υστερα αναστεναξα βαθια. Τι παω να κανω?
"Περιμενε με εδω." ειπα και μπηκα μεσα στο σπιτι φουριοζα. Αλλαξα την τσαντα μου με μια μεγαλυτερη ενω εβαλα μεσα τα πραγματα μου και μια μικρη κουβερτα που ειχα επανω στο κρεβατι. Αρπαξα την αρμαθια με τα κλειδια μου και βγηκα παλι εξω. Εκεινος ηταν ακριβως στο ιδιο σημειο που τον ειχα αφησει.
"Σηκω."
"Που παμε?"
"Θα δεις. Αφησε το αμαξι εδω. Δεν ειναι μακρια." ειπα και αρχισα να περπαταω. Εκεινος με ακολουθησε και δεν μιλουσαμε καθολου. Υστερα απο δυο στενα ξαφνικα σταματησα αποτομα μπροστα απο ενα σπιτι και εκεινος με κοιταξε περιεργα.
"Τι κανουμε εδω?" ειπε και προς απαντηση του εβγαλα τα κλειδια μου και ανοιξα την πορτα για να μπουμε. Μεσα ηταν θεοσκοτεινα και ο αερας μυριζε σκονη και κλεισουρα. Εψαξα για εναν διακοπτη και ευτυχως ακομα ειχε φως. Τα επιπλα ηταν οπως τα ειχα αφησει με την διαφορα οτι εμοιαζαν θαμπα και νεκρα. Σαν ενας ξεθωριασμενος πινακας. Περπατησα κατα μηκος του χωλ και αφου περασα μερικα δωματια μπηκα στην κουζινα και ανοιξα την πορτα της αυλης. Δεν ηθελα να δω κανενα αλλο δωματιο. Ενας παλιος πονος θα ξυπνουσε και ηταν πολυ την δεδομενη στιγμη. Εκεινος με ακολουθουσε σιωπηλος ενω περιμενε που θα τον οδηγησω. Σε μια γωνια υπηρχε μια παλια σιδερενια στριφογυριστη σκαλα και αρχισα να την ανεβαινω. Οδηγουσε στην ταρατσα του σπιτιου. Οταν ανεβηκαμε ο παγωμενος αερας χτυπησε το προσωπο μου και αφου πλησιασα τα καγκελα εκλεισα τα ματια και μυρισα οτι μυρωδια εφερνε μαζι του. Υστερα εβγαλα την μικρη κουβερτουλα και την απλωσα κατω. Καθισα και εκεινος εκανε το ιδιο.
"Εδω ειναι το σπιτι οπου μεγαλωσα. Εδω εμενα με την μητερα μου. Ειναι το σπιτι μου" ειπα και με κοιταξε. Του χαμογελασα με πικρια και υστερα ξαπλωσα πισω για να κοιταζω τα αστερια. Ηταν πολλα αποψε. Εκεινος εμεινε για λιγο ακινητος να με κοιταζει αλλα υστερα μιμηθηκε το παραδειγμα μου και ξαπλωσε και αυτος.
"Και που ειναι τωρα η μητερα σου?" ρωτησε σχεδον ψιθυριστα και χαμογελασα στα αστερια.
"Καπου μακρια." ειπα και ενιωσα ενα τσουξιμο στα ματια μου αλλα δεν ηθελα να δειξω το ποσο μου ελειπε και ετσι κρατηθηκα. Μοιραζομουν ενα κομματι μου μαζι του και δεν ηθελα να χαλασει με τα δραματα.
"Εδω ερχομαι καθε φορα που θελω να μεινω λιγακι μονη η για να ηρεμισω. Ειναι σαν αυτο το σπιτι να μου προσφερει παντα την σωστη απαντηση."
Ειχα την ελπιδα πως αυτο θα εκανε και τωρα. Θα εδινε μια λυση σε ολο αυτο το μπερδεμα.
"Ειναι ομορφα." ειπε μονο και υστερα καθισαμε απλως εκει να κοιταζουμε τα αστερια. Ηταν τοσα πολλα. Αμετρητα. Εμοιαζαν με ονειρα και επιλογες. Τοσα πολλα για να διαλεξεις αλλα οπως ελεγε και η μητερα μου παντα ενα θα καταληξει να ειναι το δικο σου αστερι. Μοναχα ενα.
"Λες να ειναι μαζι με την δικη σου μαμα τωρα και να μας προσεχουν?" ειπα χαμηλοφωνα και με κοιταξε αποτομα. Δεν ηθελα να παρω το βλεμμα μου απο τον ουρανο αλλα ενιωθα το ποσο εντονη ηταν η ματια του. Δεν ειχε καταλαβει οτι οπως και η δικη του μαμα ετσι και η δικη μου ηταν νεκρη.
"Νομιζω πως παντα μας προσεχουν ειτε ειμαστε μαζι ειτε χωρια." ειπε και ενιωσα το χερι του να ακουμπαει διστακτικα το δικο μου. Διχως να το πολυσκεφτω εμπλεξα τα δαχτυλα μου με τα δικα του και εκλεισα τα ματια. Ηταν τοσο ζεστος.
"Τωρα με αφηνεις να σε αγγιζω."
Εμοιαζε περισσοτερο σαν να το λεει στον εαυτο του παρα σα να ρωταει. Η φωνη του ηταν ψιθυριστη και με τραβουσε ολο και περισσοτερο κοντα του. Κατι υπηρχε ομως. Κατι που δεν εβλεπα.
"Τι αλλο θελεις να μου πεις? Δεν ηρθες μονο για ενα συγγνωμη." ρωτησα διχως να ανοιξω τα ματια.
"Ημουν αποτομος μαζι σου. Εβλεπα πως σε αγγιζε η πως σε κοιταζε εκεινος και νευριαζα γιατι ηταν σαν να με κοροιδευες με τα λογια σου. Δεν ξερω τι ισχυει και τι οχι. Και μαλλον δεν θα το μαθω." ειπε και αμεσως γυρισα για να τον κοιταξω στα ματια. Δεν υπηρχε τιποτα αλλο περα απο κενο.
"Γιατι?"
"Γιατι μολις ο ηλιος ανατελει εγω θα χαθω. Δεν μπορει να συνεχιστει αυτο. Δεν ειναι ο κοσμος μου για σενα." ειπε μαλακα και δεν απαντησα. Ισως να ειχε δικιο. Ισως αυτη να ηταν η απαντηση που περιμενα. Τουλαχιστον ειχαμε μεχρι την Αυγη. Γυρισα πλευρο ετσι ωστε να ειμαστε αντικριστα και καρφωσα το βλεμμα μου στο δικο του. Χαθηκα στην δινη των ματιων του για λιγο μεχρι που τα βλεφαρα μου βαρυναν και στο τελος εκλεισαν τελειως. Δεν κοιμομουν ακριβως αλλα καταλαβαινα πολυ λιγα πραγματα. Το χερι του δεν εφυγε απο το δικο μου και καποια στιγμη με εκλεισε στην αγκαλια του γιατι μαλλον ετρεμα απο την πρωινη ψυχρα. Το τελος εφτανε. Καποια στιγμη ενιωσα μια θερμη να μετυλιγει αργα και φως χτυπησε το προσωπο μου. Εκεινος σηκωθηκε λιγακι και πλησιασε το προσωπο μου.
"Συγγνωμη, μικρη μου. Αντιο." ψιθυρισε στο αφτι μου και υστερα ενιωσα το σκουλαρικι απο τα χειλη του να ακουμπα απαλα τα δικα μου. Πηγε να με φιλησει αλλα στο τελος αφησε το φιλι του επανω στο μαγουλο μου και μετα απο αυτο χαθηκε . . .

Merian