Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 1)

Τα μάτια μου καίνε, αλλά δεν θέλω να κλάψω. Όχι μπροστά του, δεν θέλω να νομίζει ότι είμαι αδύναμη. Άσε που με το κλάμα πρήζονται τα μάτια μου και γίνομαι χάλια. Όχι, όχι, δεν θα κλάψω.
«Είμαι ο Καθοδηγητής σου και θέλω να σε κρατήσω ασφαλή. Γιατί δεν με αφήνεις να κάνω την δουλειά μου;»
Δεν απαντώ. Το ξέρω ότι σαν Καθοδηγητής μου θέλει να με βοηθήσει - αυτός είναι και ο ρόλος τους δηλαδή: προστασία και καθοδήγηση των λευκών μαγισσών - αλλά μου κοστίζει τόσο πολύ η παρουσία του. Κι όμως, δεν πρέπει να σκέφτομαι έτσι, δεν σκέφτομαι σωστά. Είμαι ακόμα σε τόση υπερένταση που προσπαθώ να βάλω τα πράγματα σε μια τάξη μες στο μυαλό μου. Πρώτα, πρέπει να τσεκάρω την σωματική μου ακεραιότητα. Δεν νιώθω να πονάω πουθενά, αλλά μπορεί αυτό να συμβαίνει λόγω αδρεναλίνης και να ‘χω κανένα βαθύ κόψιμο κάπου. Προσπαθώ να θυμηθώ αν κατά τη διάρκεια της επίθεσης χτύπησα ή όχι.
Ο Τάι συνεχίζει να μου κρατάει σφιχτά τα χέρια από τους καρπούς και ξανακλείνει τα μάτια του. Τα καστανά του φρύδια συνοφρυώνονται σε ακόμη μία προσπάθεια αυτοσυγκέντρωσης η οποία φαίνεται πώς αποτύγχανε και πάλι.
«Να πάρει! Δεν μπορώ να καταλάβω τι κάνω λάθος! Δεν είναι τόσο δύσκολο συνήθως να κάνω τον προστατευόμενο μου να εξαφανιστεί από κάθε δαιμονικό ραντάρ για λίγες μέρες!», φωνάζει εκνευρισμένος και περνάει το δεξί του χέρι μέσα από το καστανό, ατίθασο τσουλούφι του που πάντα φαίνεται να είναι τόσο ‘επιμελώς ατημέλητο’ και κατά κάποιο τρόπο... σέξυ.
«Συγγνώμη Τάι, εγώ φταίω, δεν μπορώ να καθίσω ακίνητη ούτε λεπτό από την υπερένταση...», δικαιολογούμαι αμέσως και τραβιέμαι δυο βήματα πίσω.
Η αλήθεια είναι πως δεν πιστεύω πως φταίω εγώ. Αν έπρεπε κι εγώ να βρεθώ τόσο κοντά στο σώμα του και να αγγίξω τους καρπούς των χεριών του - ακόμα και οποιοδήποτε άλλο μέρος του σώματός του – για να συγκεντρωθώ πάνω του... χμμμ δεν θα τα κατάφερνα για κανένα λόγο. Ειδικά μετά το ραντεβού μας το περασμένο Σάββατο. Ειδικά μετά το φιλί μας εκείνο το βράδυ. Άραγε να το θυμάται τόσο έντονα όσο κι εγώ;
Με πλησιάζει για να μου απαντήσει, αλλά δεν με ακουμπά – δυστυχώς. Τρελαίνομαι για την ανατριχίλα που μου αφήνει το άγγιγμά του.
«Μην προσπαθείς να δικαιολογήσεις τα αδικαιολόγητα Μπόνι!»
Στο άκουσμα του ονόματος μου νιώθω λιγάκι άβολα, σαν να με μαλώνει. Σήκωσα το κεφάλι μου και τον κοίταξα κατάματα. Ήταν τόσο γλυκούλης! Τα καστανά μάτια του πρόδιδαν τόσο έντονα την ανησυχία του για μένα. Είμαι σίγουρη πως είχα κοκκινίσει. Ασυναίσθητα, σηκώνω τα χέρια μου για να περάσω πίσω από τα αυτιά μου τις πυρόξανθες τούφες που είχαν πέσει μπροστά στο πρόσωπό μου.
« Ξέρουμε πολύ καλά και οι δυο πώς δεν φταις εσύ σε κάτι αυτή τη στιγμή. Απλά εγώ, κάθε φορά που σε αγγίζω δεν μπορώ να μην σκέφτομαι.....»
Ο τόνος του είναι πιο γλυκός τώρα. Για μια στιγμή διστάζει να τελειώσει την πρότασή του αλλά αφού με κοιτάζει κατάματα για δυο - μαγικά και ατελείωτα - δευτερόλεπτα, αποφασίζει να το ξεστομίσει.
«... το ραντεβού μας.»
Τα λόγια του μου προκαλούν μια έκρηξη ευτυχίας που συνταράζει όλο μου το είναι και δεν μπορώ να συγκρατήσω ένα χαζό χαμόγελο που παλεύει να σκάσει στα χείλη μου παρά την τρομάρα που πέρασα νωρίτερα.
Βάζει το δεξί του χέρι στο μάγουλο μου και το χαϊδεύει απαλά. Το κεφάλι μου γέρνει σχεδόν αντανακλαστικά πάνω στην ζεστή παλάμη του και κοιτώντας τον στα μάτια το μόνο που σκέφτομαι είναι «κάνε Θεέ μου να με φιλήσει πάλι!» Πλησιάζει ακόμα πιο κοντά μου, τόσο που νιώθω την ανάσα του πάνω στο πρόσωπό μου.
«Όταν κοιτάζω αυτά τα σμαραγδένια μάτια χάνομαι...»
Κλείνω τα μάτια μου και περιμένω με αγωνία τα χείλη του να σμίξουν παθιασμένα με τα δικά μου. Όπως το Σάββατο. Πριν ξεκινήσει αυτό το φοβερό δαιμονικό κυνηγητό εναντίον μου. Πριν μάθουμε ότι είναι ο Καθοδηγητής μου και εγώ η προστατευόμενη μάγισσά του. Πριν ο έρωτάς μας γίνει απαγορευμένος.
Το φιλί που με τόση λαχτάρα περίμενα δεν ήρθε ποτέ. Αντιθέτως, ο Τάι τραβήχτηκε μακριά μου και όταν άνοιξα τα μάτια μου αντίκρισα και πάλι το ανήσυχο βλέμμα του.
«Γι’ αυτό δεν πρέπει να μπλεκόμαστε ερωτικά με τις προστατευόμενες μας. Για να μπορούμε να τους παρέχουμε το μέγιστο των ικανοτήτων μας ώστε να παραμένουν ασφαλείς, χωρίς περισπασμούς».
Ηλίθιοι κανόνες! Τα λόγια του με πονούν τόσο πολύ. Είναι δυνατό να αποκαλεί αυτό που νιώθουμε ‘περισπασμό’; Αλλά έχει δίκιο και βαθιά μέσα μου το ξέρω. Εδώ διακυβεύονταν πολλά περισσότερα από το αν εγώ θα ζήσω τον έρωτα της ζωής μου. Πρέπει να βρούμε πρώτοι την Πέτρα του Αέρα και οι αντίπαλοί μας δεν μπορούν να την βρουν χωρίς τη μάγισσα του Αέρα για το ξόρκι εντοπισμού. Και αφού αυτή η μάγισσα είμαι εγώ, έχουμε –  μάλλον –
το πλεονέκτημα. Αρκεί να μην με σκοτώσουν πριν την αποκτήσουμε.
Η Πέτρα του Αέρα είναι μια από τις πέτρες των Πέντε Στοιχειών που υπάρχουν στον κόσμο και αποτελούν πραγματικό θησαυρό δύναμης για κάθε μαγικό πλάσμα στο σύμπαν. Αν έχεις στην κατοχή σου μια από αυτές τις Πέτρες και ενεργοποιήσεις τη δύναμη του στοιχείου της, μπορείς να ελέγξεις το στοιχείο αυτό και να γίνεις κατά πολύ δυνατότερος μάγος. Αν έχεις και τις πέντε πέτρες στην κατοχή σου μπορείς να ξεκινήσεις την ανακατασκευή του πιο ισχυρού όπλου που σφυρηλατήθηκε ποτέ στα χρονικά της μαγείας. Μπορείς να αποκτήσεις το Σπαθί των Πέντε Στοιχείων.
Και αυτό πραγματικά είναι κάτι που προσπαθούμε να αποτρέψουμε όλοι όσοι θέλουμε να αυτοαποκαλούμαστε υπέρμαχοι του Καλού, καθώς το όπλο αυτό είναι ένα δαιμονικό όπλο με απίστευτες δυνάμεις και οι νόμιμοι κάτοχοί του είναι δυο από τα πιο σατανικά πλάσματα που ξέβρασε ποτέ ο Κάτω Κόσμος στην επιφάνεια της Γης: ο Μάγος Γουίλι και ο δαίμονας Ντρέικο.
Σύμφωνα με τον θρύλο, αυτοί οι δυο εκπρόσωποι του Σκότους συνεργάστηκαν πριν από πάρα πολλά χρόνια για να κατακτήσουν τον κόσμο και σχεδόν τα κατάφεραν, με καταστροφικές συνέπειες για τον κόσμο της μαγείας. Ο Ντρέικο, με σύμβουλό του τον Γουίλι, κατάφεραν να φέρουν στην επιφάνεια της Γης την κόλαση του Κάτω Κόσμου και εκατομμύρια ψυχές χάθηκαν σε αυτή τους την επιτυχία. Ψυχές που δεν βρήκαν και δεν θα βρουν ποτέ την γαλήνη καθώς ο Ντρέικο τις εγκλώβιζε και τις χρησιμοποιούσε για να γίνεται δυνατότερος και να αποκτά το Σπαθί του όλο και περισσότερες ικανότητες.
 Το Σπαθί των Πέντε Στοιχείων φτάνει στο απόγειο των δυνατοτήτων του μόνο στα χέρια του Ντρέικο καθώς υποτίθεται ότι αποτελεί κομμάτι της μαύρης του ψυχής. Ο Μάγος Γουίλι είναι αυτός που το κατασκεύασε για τον Ντρέικο, αλλά μπορεί και ο ίδιος να το χρησιμοποιήσει σχεδόν σε όλη του τη δύναμη. Αν κάποιος καταφέρει να βρει και να συναρμολογήσει όλα τα κομμάτια του Σπαθιού, ο Ντρέικο θα διαισθανθεί την δύναμη του και θα αφυπνιστεί από τον λήθαργό του, σύμφωνα πάντα με τον θρύλο.
Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να το πάρω απόφαση πως εγώ και ο Τάι δεν θα είμαστε ποτέ μαζί. Αυτή η αποστολή είναι πολύ πιο σημαντική από την προσωπική μου ευτυχία. Κρίνεται το μέλλον του κόσμου από εμάς.
«Νομίζω πως πρέπει να πάμε από το πατρικό μου», είπε και πάλι ο Τάι. «Ίσως η Ρίκα να ξέρει κάποιο εναλλακτικό ξόρκι για να σε κρύψουμε αποτελεσματικά»
Κοιτάζω το χώρο της βιβλιοθήκης  γύρω μου. Είναι πραγματικά ένα χάος. Αναποδογυρισμένα έπιπλα, σπασμένα ράφια, σκισμένα βιβλία..... και στάχτες παντού. Οι πύρινες μπάλες από τη δαιμονική επίθεση άφησαν έντονα το σημάδι τους εδώ. Και είναι πραγματικά παράξενο που οι δαίμονες εξαπέλυσαν την επίθεση τους μέρα μεσημέρι, στο γεμάτο ανθρώπους σχολείο, ρισκάροντας να αποκαλύψουν τον μαγικό μας κόσμο σε αυτούς. Θα πρέπει πραγματικά να με θέλουν απελπισμένα. Ζωντανή ή νεκρή.
«Δεν θέλω να δημιουργήσω αναστάτωση», του είπα σχεδόν απολογητικά. Αλλά η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμουν την περίθαλψη της οικογένειάς του όσο τίποτα άλλο αυτή τη στιγμή. Έχω αρχίσει να φοβάμαι... πολύ. Και αυτό δεν συμβαίνει εύκολα.
«Καμία αναστάτωση αλήθεια! Άλλωστε και η Κάρι θα χαρεί πολύ να σε δει. Σε συμπάθησε πολύ ξέρεις», είπε χαμογελώντας και έβαλε αμήχανα το χέρι του στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Μπορούσα άνετα να χαζέψω τους γραμμωμένους δικέφαλους που ξεπρόβαλαν κάτω από το κοντό μανίκι της μπλούζας του. Ο Τάι ήταν αδύνατος αλλά με απίστευτα καλοσχηματισμένους μυς που απολάμβανα να κοιτάζω όποτε είχα την ευκαιρία. Ήταν πιο ψηλός από μένα - και θεωρούμαι ψηλή κοπέλα. Το ύψος είναι ένα χαρακτηριστικό που με κάνει να ξεχωρίζω πολύ εύκολα από τις υπόλοιπες κοπέλες του σχολείου σε συνδυασμό με τα μακριά πυρόξανθα  μαλλιά μου που φτάνουν μέχρι τη μέση μου.
«Εντάξει, είπα με μια ανακούφιση που θα κατέληγα σε ασφαλές μέρος. Αλλά θα πάμε με το αυτοκίνητό μου».

Στο αυτοκίνητο είχα το χρόνο να προετοιμαστώ ψυχολογικά που θα συναντούσα και πάλι την οικογένεια Χάλιγουελ. Η άλλη επιλογή ήταν να τηλεμεταφερθούμε στο σπίτι του – μία από τις ικανότητες του Τάι σαν Καθοδηγητής για να μπορεί να ανταπεξέρχεται άμεσα σε έκτακτες περιπτώσεις των προστατευόμενών του – αλλά αυτό θα απαιτούσε την άμεση σωματική μας επαφή, κάτι που απλά δεν θα άντεχε η καημενούλα η καρδιά μου. Και πιο συγκεκριμένα, θα έπρεπε να με αγκαλιάσει.
Μπήκαμε γρήγορα στο αυτοκινητάκι μου και δεν ειδοποιήσαμε κανέναν στο σχολείο. Την επόμενη μέρα θα ακούγαμε γερή καμπάνα από την διευθύντρια αλλά προς το παρόν δεν μας ένοιαζε αυτό. Όσο για την κατάσταση της βιβλιοθήκης, ελπίζαμε ότι θα απέδιδαν την καταστροφή σε βανδαλισμό. Σε όλο τον δρόμο δεν ανταλλάξαμε κουβέντα. Ο Τάι μου έριχνε καμιά ματιά που και που και άλλαζε σταθμούς στο ραδιόφωνο τόσο γρήγορα, που ουσιαστικά δεν ακούγαμε κανένα τραγούδι πάνω από ένα λεπτό. Μάλλον ήταν και ο ίδιος ταραγμένος από όλο αυτό που συνέβει, κι ας προσπαθούσε να το κρύψει για να μην με τρομάξει κι άλλο, υποθέτω.
Γενικά, η οικογένεια Χάλιγουελ ήταν από τις πιο δυνατές οικογένειες που είχα γνωρίσει ποτέ μου. Δυνατές όχι μόνο από άποψη ισχύς, αλλά και στο χαρακτήρα. Ο Τάι –για την ακρίβεια το όνομά του είναι Γουάιατ - έχει άλλα τέσσερα αδέρφια: ένα μικρότερο αδερφό που πηγαίνει στη δευτέρα λυκείου μαζί μου, τον Κρις –που οι περισσότεροι τον φώναζαν Ρέι-, δυο δίδυμες αλλά τελείως διαφορετικές αδερφές που πάνε στην πρώτη λυκείου, την Κάρι και την Ρίκα, και έναν ακόμα αδερφό μόλις τριών χρονών, τον Μαξ. Οι γονείς τους, Άρια και Πήτερ, είναι γλυκύτατοι και ταυτόχρονα αυστηροί, οι –θα κάνεις αυτό που σου λέω αμέσως αλλιώς θα έχεις πρόβλημα- γονείς και τα παιδιά τους το έχουν καταλάβει καλά. Είναι γύρω στα σαράντα-κάτι αλλά γεμάτοι ενέργεια και ακόμα πολύ πολύ ερωτευμένοι μεταξύ τους. Αυτό που μου έκανε εντύπωση όμως είναι πως είναι έτοιμοι να σου προσφέρουν τα πάντα, ανά πάσα στιγμή ακόμα κι αν δεν είσαι παιδί τους. Όπως συμβαίνει με τον ξάδερφό του Τάι.
Ο ξάδερφος του, ο Κα Τέρνερ, μένει κι αυτός στο ίδιο σπίτι με την οικογένεια του Τάι, μαζί με την μητέρα του Τζέιν, καθώς απ’ ότι άκουσα έχασε τον πατέρα του λίγους μήνες μετά την γέννησή του. Ο Κα μάλλον δεν ξεπέρασε ποτέ το γεγονός ότι μεγάλωσε χωρίς πατέρα και έτσι ανέπτυξε έναν μάλλον δύσκολο και αμυντικό - προς όλους - χαρακτήρα. Δεν είναι πολύ κοινωνικός, δεν τα πάει καλά με κανέναν εκτός από τον ξάδερφό του, Ρέι, και στο σχολείο είναι μάλλον αόρατος για τους περισσότερους. Αλλά είναι κρίμα γιατί παρότι είναι και εκείνος εμφανίσιμος,τα μάτια του είναι πάντα τόσο γεμάτα οργή και θυμό. Έχει κάνει και δυο τριγωνικά τατουάζ στο πρόσωπό του – από αντίδραση φαντάζομαι, γιατί δεν φαίνεται να έχουν κάποια άλλη σημασία – τα οποία του προσδίδουν έναν τόνο αλητείας στο στυλ του.
Η μαγική ισχύς της οικογένειας Χάλιγουελ είχε να κάνει με κάποια σχέση με τον αριθμό των μελών κάθε γενιάς, αλλά δεν το έχω πολυκαταλάβει για να πω την αλήθεια. Όταν μου το εξήγησε ο Τάι μου είπε κάτι σαν «όσο περισσότεροι τόσο πιο δυνατοί» αλλά δεν το συγκράτησα ιδιαίτερα. Κάθε ένα από τα παιδιά έχει αναπτύξει ξεχωριστό χάρισμα, ανάλογο προς την προσωπικότητά του: ο Τάι για παράδειγμα, με τον πράο και συμπονετικό χαρακτήρα του, είναι ο ‘θεραπευτής’ της οικογένειας. Μπορεί να θεραπεύσει στη στιγμή οποιοδήποτε σωματικό τραύμα. Αλλά ταυτόχρονα είναι και ένα άτομο δραστήριο, ενεργητικό με πάθος για τη ζωή και προστατευτικός με τους γύρω του, οπότε μπορεί να χρησιμοποιήσει την ενέργειά του και να την εκτοξεύσει κατά ριπές στον αντίπαλό του για να τον τραυματίσει, σαν να δημιουργεί μικρούς, λευκούς και επικίνδυνους κεραυνούς.
Η Ρίκα από την άλλη είναι πιο επιθετική σε σχέση με τους υπόλοιπους, με έντονο ταπεραμέντο και εκρηκτική διάθεση. Είναι γεγονός πως πήγε και έβαψε τα μαλλιά της κατάμαυρα από τα δώδεκά της για να ξεχωρίζει περισσότερο από την δίδυμη αδερφή της -  παρά τις έντονες αντιρρήσεις της μητέρας της! Οπότε η δύναμή της είναι σχετική με την δημιουργία εκρήξεων – κάτι που δεν έχω δει ακόμα με τα μάτια μου. Ο Τάι μου είπε ότι μπορεί να δημιουργεί ‘βόμβες’ με το άγγιγμά της, η ένταση της οποίας εξαρτάται από τη μάζα του σώματος που πρόκειται να εκραγεί. Επιπλέον, έχει φοβερό ταλέντο στα ξόρκια και τα φίλτρα και έχει απίστευτες γνώσεις πάνω στο υπερφυσικό γενικότερα.
Για τους υπόλοιπους δεν γνωρίζω ακόμα πολλά, αλλά κάτι μου λέει πώς θα μάθω σύντομα και τα υπόλοιπα χαρίσματα της οικογένειας.
Φτάνοντας στο διώροφο σπιτάκι της οδού Πρέσκοτ, με τα κόκκκινα τούβλα και τα λευκά παράθυρα παρατήρησα πως το γκαράζ είναι ανοιχτό οπότε η Άρια και ο Πήτερ δεν θα βρίσκονταν σπίτι.
«Μάλλον θα έχουν πάει με τον μικρό για ψώνια. Μεγαλώνει τόσο γρήγορά που τα ρούχα του δεν του κρατάνε για πολύ», σχολίασε ο Τάι ακολουθώντας το βλέμμα μου.
Του χαμογέλασα χωρίς να πάρω τα μάτια μου από τον δρόμο και πάρκαρα με προσοχή σχεδόν απέναντι από την είσοδο του σπιτιού.
«Είσαι σίγουρος πως θα είναι κάποιος εδώ;», τον ρώτησα ελπίζοντας να μην νομίζει πως φοβάμαι να μείνω μόνη μαζί του. Βασικά, εύχομαι να μην το σκέφτηκε καν.
«Εκατό τις εκατό σίγουρος! Οι δίδυμες δεν πήγαν στην εκδρομή της πρώτης τάξης στο αρχαιολογικό μουσείο, οπότε η μαμά τις έβαλε να ετοιμάσουν το μεσημεριανό για σήμερα», μου απάντησε με χαμόγελο και έβγαλε την ζώνη του, οπότε είμαι σίγουρη πως δεν σκέφτηκε αυτό που φοβόμουν. Μερικές φορές μου φαινόταν τόσο άνετος που πραγματικά ήταν σαν να μην είχε καμιά έγνοια σε αυτόν τον κόσμο! Τι εκνευριστικό!
Κατεβαίνουμε από το αυτοκίνητο και φτάνουμε στην είσοδο. Ανοίγει με τα κλειδιά του την πόρτα και μου κάνει νεύμα να περάσω. Με ένα μικρό δισταγμό, προχωράω μπροστά και σταματάω στο χωλ για να μπει και αυτός μέσα και να κλείσει την πόρτα πίσω μας.
«Καλύτερα να μπεις εσύ πρώτα για να τις ειδοποιήσεις ότι γύρισες με παρέα» είπα χαμηλόφωνα και του άγγιξα το μπράτσο. Ξαφνιάστηκε και αφού κοίταξε το χέρι μου, σήκωσε το βλέμμα του πάνω μου. Ουπς, κακή κίνηση από μέρους μου! Με το που αντίκρισα τα καστανά του μάτια, σκέφτηκα και πάλι το φιλί μας, μετά σκέφτηκα ότι μπορεί να το καταλάβει από το βλέμμα μου και μετά έγινα κατακόκκινη σαν παντζάρι! Τώρα μπορούσε σίγουρα να καταλάβει τι σκέφτηκα! Μπράβο Μπόνι! Καρφώθηκες!
«Βρε καλώς τους», με έσωσε η Κάρι από μια πολύ ντροπιαστική εξήγηση – ευτυχώς! Να θυμηθώ να της κάνω ένα πολύ καλό δώρο. Κατευθύνομαι προς το μέρος της για να τη χαιρετήσω με μια αγκαλιά και ένα φιλί στο μάγουλο όπως συνήθιζε να χαιρετάει η ίδια τον κόσμο.
«Γεια σου μικρή μου, τι κάνεις;» τη ρώτησα και ένιωσα το ζεστό της καλωσόρισμα τόσο οικείο, σαν να γύριζα σπίτι μου, στην αδερφή μου.
«Εδώ, παλεύουμε με την κουζίνα» μου απαντάει σχεδόν τραγουδιστά και μου δείχνει την ποδιά της. Είχε πάνω της ένα κεντητό πράσινο αχλαδάκι που σου έκλεινε το μάτι, το οποίο της πήγαινε τέλεια! Είχε δεμένα τα σπαστά καστανά μαλλιά σε ένα χαλαρό κότσο χαμηλά στο σβέρκο της και τα μάγουλά της είχαν μια ελαφριά ροζ απόχρωση. Φορούσε ένα φαρδύ τζιν και ένα απλό ροζ κοντομάνικο μπλουζάκι που ήταν λερωμένο με μπόλικο αλεύρι. Ήταν πιο κοντούλα από μένα και αδύνατη, με κατάλευκο δέρμα και έμοιαζε τόσο εύθραυστη! Ένιωθα απλά πως έπρεπε να την προστατεύσω.
«Ποιος νικάει;», έκανα να την πειράξω δείχνοντάς της το αλεύρι που είχε πασπαλίσει την μπλούζα της.
«Μάλλον είμαστε ισοπαλία στην παρούσα φάση» μου απαντάει καλοσυνάτα και το ανέμελο χαμόγελό της μου θύμισε τόσο έντονα τον αδερφό της. « Πάμε στην κουζίνα να δείτε τη Ρίκα να δημιουργεί!»
«Ωχ! Ωχ!», είπε πειραχτικά ο Τάι και προχώρησε προς τα μέσα.
Τον ακολουθήσαμε με την Κάρι σε μια κουζίνα σε εμπόλεμη κατάσταση. Λαχανικά, φρούτα, κρεατικά και κατσαρόλες όλα πάνω σε πάγκους και νεροχύτες, πλυμένα, άπλυτα, ξεφλουδισμένα, βρασμένα... όλα ένας χαμός.
«Γεια σου Ρίκα», φώναξε ο Τάι με ζωντάνια και αφού άρπαξε ένα μήλο μέσα από τον χαμό πήγε και κάθισε δίπλα στην αδερφή του.
«Γεια», αποκρίθηκε η Ρίκα παραμένοντας συγκεντρωμένη στη δοσολογία των μπαχαρικών που έριχνε στην κατσαρόλα. Είχε δέσει τα  μακριά μαύρα μαλλιά της σε έναν ψηλό κότσο και φορούσε ένα κοντό τζιν σορτσάκι και ένα μαύρο αμάνικο μπλουζάκι. Φορούσε και μια ποδιά, μάλλον κόκκινη απ’ όσο μπορούσα να διακρίνω κοιτώντας την πλάτη της. Ήταν και αυτή κοντούλα και αδύνατη όπως η Κάρι αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα την έλεγες ανυπεράσπιστη. Η Ρίκα ήταν σκληρό καρύδι και κανένας δεν τα έβαζε ποτέ μαζί της. Και όχι μόνο γιατί έκανε κικ μπόξινγκ και κραβ μαγκά.
«Όταν τελειώσεις μπορείς να χαιρετήσεις και την καλεσμένη μας», της είπε η Κάρι και άρχισε να μαζεύει κάποια από τα υλικά που ήταν στο τραπεζάκι της κουζίνας για να μου κάνει λίγο χώρο να καθίσω.
Πήγα και κάθισα στο μέρος που μου ετοίμασε η Κάρι και αμέσως έφερε μπροστά μου ένα ποτήρι χυμό και λίγα κουλουράκια. Μου θύμιζε την μαμά της ώρες ώρες, πολύ γλυκιά και περιποιητική. Άρχισα να τρώω τα κουλουράκια σιγά σιγά και περίμενα με αγωνία να μπορέσουμε να μιλήσουμε με την  Ρίκα για το θέμα που μας καίει.
«Γεια σου Μπόνι», είπε και η Ρίκα τελικά όταν με πρόσεξε. Είχα ήδη καταβροχθίσει τρία από τα κουλουράκια της Κάρι ενώ ο Τάι πρέπει να είχε να αδειάσει την μισή φρουτιέρα στον ίδιο χρόνο.
«Γεια σου Ρίκα» της απάντησα κι εγώ με τη σειρά μου. «Ωραία μυρίζουν τα μαγειρευτά σας».
«Ευχαριστώ. Πώς κι από δω;»
Η Ρίκα ήταν άνθρωπος που δεν μασούσε τα λόγια της και αυτό μπορούσες να το καταλάβεις από το πρώτο δευτερόλεπτο που θα μιλούσες μαζί της. Μου άρεσε αυτό στον χαρακτήρα της, αν και συνήθως κατέληγε να είναι λίγο επιθετική και απότομη.
«Πάντα κατευθείαν στο ψητό ε;» της απάντησε ο Τάι χαλαρός.
«Γιατί να χάνουμε χρόνο στα ορεκτικά και τις σάλτσες; Αφού για το ψητό ήρθατε ουσιαστικά και ο χρόνος μου είναι πολύτιμος» είπε και κάθισε δίπλα μου.
«Έχεις δίκιο», συμφώνησα μαζί της καθώς στην συγκεκριμένη περίπτωση ο χρόνος μας πίεζε αρκετά. Χρειαζόμουν κάλυψη άμεσα.
Ο Τάι συμφώνησε και αυτός με ένα νεύμα.
«Όταν έχεις δίκιο, έχεις δίκιο. Χρειάζομαι την βοήθειά σου για να εξαφανίσω την Μπόνι από κάθε δαιμονικό ραντάρ, τουλάχιστον μέχρι να βρούμε ποιος την κυνηγάει τόσο απελπισμένα».
«Τι εννοείς ‘απελπισμένα’; Έγινε και άλλη επίθεση;» ρώτησε η Ρίκα και μπορούσα να διακρίνω κάποια ανησυχία στη φωνή της. Αυτό δεν ήταν καλό.
«Σήμερα το πρωί της επιτέθηκαν στο σχολείο. Τρεις δαιμονικοί εκτελεστές, πιθανότατα κεφαλοκυνηγοί, μεσαίου επιπεδού. Το σχολείο μας δεν έχει πια βιβλιοθήκη».
«Όχι η βιβλιοθήκη!», σχολίασε με παράπονο η Κάρι που ήταν άριστη μαθήτρια και φοβερή βιβλιοφάγος.
«Δεν είναι αυτό το θέμα μας Κάρι. Για να επιτέθηκαν μεσημεριάτικα στο  γεμάτο σχολείο σημαίνει πως κάποιος στον Κάτω Κόσμο πιέζει για να αποκτήσει την Πέτρα του Αέρα. Και για να μην κρατάει τα προσχήματα για την κάλυψη της μαγείας, πάει να πει πως είναι κάποιος ανώτερος δαίμονας ή Άρχοντας».
Δεν θα μου αρέσει η κατάληξη αυτής της κουβέντας, είμαι σίγουρη. Το ήξερα πως την έχω πατήσει για τα καλά αλλά δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο άσχημη ήταν η θέση μου. Τελικά είναι αλλιώς να το ακούς από κάποιον άλλο.
«Αυτό που προέχει τώρα είναι να την καλύψουμε. Μετά θα αρχίσουμε την έρευνα.»
«Γιατί δεν την καλύπτεις λοιπόν; Είσαι ο Καθοδηγητής της, μπορείς να το κάνεις».
«Λες να μην το δοκίμασα αυτό; Δεν έπιασε».
«Α. Μάλιστα».
Ωχ, Θεέ μου το κατάλαβε. Γίναμε ρεζίλι. Κάνε να μην κοκκινίσω, κάνε να μην κοκκινίσω. Κάρφωσα το βλέμμα μου στο επόμενο κουλουράκι που περίμενε να καταβροχθισθεί. Δεν είχα όμως πια όρεξη.
«Υπάρχει τρόπος να την εξαφανίσουμε για λίγο. Για μια - δυο μέρες. Απλά χρειάζομαι λίγο χρόνο για να μαζέψω τα υλικά για το ξόρκι. Αύριο το βράδυ πιστεύω θα μπορούμε να το κάνουμε».
«Και μέχρι αύριο;»
«Τάι, είμαι μεγάλο κορίτσι, μπορώ να φροντίσω τον εαυτό μου».
«Όπως σήμερα στη βιβλιοθήκη;», μου απάντησε αγριεμένα. «Τι θα είχε συμβεί Μπόνι, αν δεν ‘ένιωθα’ τον κίνδυνο εκείνη τη στιγμή; Δεν μπήκες στον κόπο να με καλέσεις εγκαίρως και ποιος ξέρει… αν αργούσα ένα δευτερόλεπτο ακόμα.....»
«Θα είχα βρει τρόπο».
«Αυτό δεν το ξέρεις».
«Ούτε κι εσύ όμως».
Ένα αεράκι σηκώθηκε ξαφνικά στο δωμάτιο. Ήταν ορμητικό και ζεστό. Είχα εκνευριστεί αρκετά και αυτό το αεράκι ήταν ένας τρόπος για να απελευθερώσω λίγη ένταση. Είναι δυνατόν να πιστεύει ο Τάι ότι είμαι τόσο άχρηστη;
«Είμαι μια πολύ ικανή μάγισσα του Αέρα που να πάρει! Δεν μου αρέσει να με αμφισβητούν, ακόμα και ο Καθοδηγητής μου!».
Το αεράκι απέκτησε μεγαλύτερη ένταση. Στριφογύρισε με ορμή γύρω μου και το έσκασε από το ανοιχτό παράθυρο.
«Κανένας δεν σε αμφισβητεί Μπόνι μου», έσπευσε να με κατευνάσει η Κάρι πριν αρχίσουν να πετάγονται λαχανικά τριγύρω.
Με πλησιάζει και μου χαϊδεύει το μπράτσο. Η κίνησή της με ηρεμεί, απλά εύχομαι αυτός που θα ερχόταν να με ηρεμήσει να ήταν ο Τάι. Εκείνος όμως, δεν έκανε καμιά κίνηση. Δεν σάλεψε εκατοστό. Στεκόταν εκεί στην άκρη του πάγκου όπου έτρωγε τα φρούτα του νωρίτερα, με την πλάτη του γυρισμένη προς τα εμάς και το κεφάλι κάτω. Φαινόταν πολύ ήρεμος, σαν να τον είχε πάρει ο ύπνος όρθιο. Το μόνο που μαρτυρούσε την ένταση στο κορμί του ήταν η γροθιά του που πίεζε με δύναμη την επιφάνεια του πάγκου.
Αφήσαμε να περάσουν λίγα λεπτά μέσα στην ηρεμία της σιωπής. Τα κορίτσια συνέχισαν το μαγείρεμα και εγώ τσιμπολόγησα λίγο ακόμα από το κουλουράκι που είχε μείνει στο πιάτο μου. Κάποια στιγμή ηρέμησε και ο Τάι και ήρθε να καθίσει δίπλα μου. Μου χαμογέλασε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα νωρίτερα. Πώς το κάνει αυτό;
«Πάμε να σου δείξω πού θα κοιμηθείς απόψε;»
«Ορίστε;»
Η ερώτηση του με έπιασε απροετοίμαστη. Τον κοίταξα με απορία και φαίνεται πως κατάλαβε από το βλέμμα μου πως είχε ξεχάσει να μας ξεδιπλώσει τις σκέψεις του περί ύπνου γι’ απόψε.
«Εννοείτε πως δεν θα σε αφήσω μόνη σου απόψε», μου δήλωσε τόσο κατηγορηματικά, σαν να τον προσέβαλα που δεν το σκέφτηκα από μόνη μου αυτό. Υπό άλλες συνθήκες – αν είχαμε δεσμό ας πούμε – θα μου φαινόταν απόλυτα φυσιολογικό να μην θέλει να με αποχωριστεί λεπτό. Αλλά δεσμός δεν υφίσταται, οπότε έλεγα κι εγώ να πάω σπιτάκι μου. Όχι;
«Θα είμαι μια χαρά και στο σπίτι μου» του απάντησα όσο πιο γλυκά μπορούσα, δεδομένης της έντασης προηγουμένως και κοιτώντας τον στα μάτια.
Μου πιάνει σφιχτά το χέρι που ακουμπούσα ανέμελη πάνω στο τραπέζι. Στραβοκατάπια. Το χέρι του είναι ζεστό και σταθερό. Όμως το βλέμμα του είναι έντονο και αποφασιστικό.
«Δεν πρόκειται να σε αφήσω λεπτό από τα μάτια μου. Τουλάχιστον όχι, μέχρι να κάνουμε το ξόρκι αύριο. Απόψε θα είσαι ακόμα πιο ευάλωτη σε επιθέσεις και δεν μπορώ να το ρισκάρω για το αν θα θυμηθείς να με καλέσεις ή όχι σε περίπτωση ανάγκης».
«Έχει δίκιο ο Τάι», έσπευσε να συμπληρώσει η Ρίκα. «Το σπίτι μας είναι θωρακισμένο από ένα σωρό ξόρκια για να εμποδίζει τις δαιμονικές εισβολές αποτελεσματικά. Είναι το πιο ασφαλές μέρος για σένα αυτή τη στιγμή».
Τους κοίταξα και τους δυο από πάνω μέχρι κάτω για να δω αν μου έκαναν πλάκα ή αν το εννοούσαν πραγματικά. Εντάξει, το ξέρω ότι βρίσκομαι σε κίνδυνο αλλά μήπως είναι λίγο υπερβολικοί; Κι εγώ φοβάμαι και μάλιστα πολύ, αλλά δεν μου πέρασε από το μυαλό να μην κοιμηθώ στο μαλακό κρεβατάκι μου απόψε. Από την στάση και των δυο κατάλαβα πως δεν υπήρχε χώρος για αστεία ή για διαφωνίες.
«Πάω να τηλεφωνήσω στην αδερφή μου για να την ενημερώσω πως δεν θα γυρίσω απόψε».
Κατευθύνθηκα προς το σαλόνι όπου ο Τάι είχε παρατήσει σε έναν καναπέ τον σχολικό μου σάκο και έβγαλα από μέσα το κινητό μου. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει νωρίτερα, αλλά μέσα στην κουζίνα με τόση ένταση και ζέστη από τα φαγητά που ψήνονταν, είχα αρχίσει να αισθάνομαι ασφυκτικά. Τώρα μπορούσα να αναπνεύσω ελεύθερα.
Αφού πήρα δυο γερές εισπνοές καθαρού αέρα για να ικανοποιήσω τα πνευμόνια μου, σχημάτισα τον αριθμό της Νόρα στο κινητό μου και έβαλα τη συσκευή στο αυτί μου. Ελπίζω να μην μου φέρει αντίρρηση γιατί πραγματικά δεν είμαι σε θέση να την αντικρούσω τώρα.
«Νόρα Τίμπερλεικ, παρακαλώ;»
Η γνώριμη φωνή της με έκανε να χαλαρώσω στην στιγμή.
«Γεια σου Νόρα. Πώς πάει η δουλειά;»
«Α, γεια σου αδερφούλα. Μια χαρά, έκλεισα δυο σπίτια σήμερα για πώληση. Θα πάρουμε καλό μερίδιο!»
Η ικανοποίηση στη φωνή της με έκανε να νιώσω πραγματικά πολύ καλά! Η Νόρα ήταν αυτή που με φρόντιζε από τα εννιά μου χρόνια καθώς οι γονείς μας είχαν δολοφονηθεί από κάποιον πανίσχυρο μάγο. Ποτέ δεν μάθαμε για ποιο λόγο έβαλε στόχο την οικογένειά μας και από τότε ταξιδεύουμε οι δυο μας συνέχεια από τη μια άκρη της χώρας στην άλλη, μήπως και έχει βάλει Κεφαλοκυνηγούς να ψάχνουν για εμάς. Η Νόρα έχει κάνει ένα σωρό δουλειές στη ζωή της και πάντα δούλευε πολλές ώρες αλλά με το ζόρι μας έφταναν τα χρήματα για τα βασικά. Δεν πήγε ποτέ στο Πανεπιστήμιο, προσπαθούσε πάντα να μου προσφέρει ό, τι χρειαζόμουν και με εκπαίδευε πάνω στις μαγικές μου δυνάμεις όποτε αυτό ήταν δυνατό. Τα πράγματα άλλαξαν προς το καλύτερο τα τελευταία δυο χρόνια που μετακομίσαμε εδώ στο Σέντραλ Σίτι, όταν έπιασε δουλειά σαν μεσίτρια σε ένα πολύ καλό γραφείο και η σκληρή δουλειά της επιτέλους έφερνε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ήταν μόλις εικοσιεφτά ετών και είχε τόσες πολλές ευθύνες!
«Μπράβο Νόρα! Είμαι πολύ περήφανη! Αυτό σημαίνει ότι μου χρωστάς δείπνο στου Τζο, φυσικά, το καταλαβαίνεις!»
«Ό, τι θέλει η μικρή μου! Θα βάλουμε τα καλά μας το βράδυ και αύριο θα δηλώσουμε άρρωστες και οι δύο για να πάμε για ψώνια στο εμπορικό, τι λες;»
Αχ, τρελαίνομαι για ψώνια!
«Ακούγεται θαυμάσιο αλλά μάλλον θα πρέπει να το αναβάλουμε μέχρι αύριο, συγγνώμη! Απλά, έλεγα να πάω σε ένα πιτζάμα πάρτι που οργανώνουν οι δίδυμες Χάλιγουελ απόψε και ήδη τους έχω πει ναι...»
Δεν μου αρέσει καθόλου να της λέω ψέματα. Μα καθόλου. Με αηδιάζω αυτή τη στιγμή. Αλλά καλύτερα να μην μάθει την αλήθεια τώρα. Δεν χρειάζομαι κι άλλον να ανησυχεί για μένα – ο Τάι μου φτάνει και μου περισσεύει!
«Οκ, μικρή μου...» μου απάντησε με κάποια καχυποψία στη φωνή της. «Είναι όλα εντάξει;»
«Μα ναι, φυσικά, γιατί ρωτάς;», της απάντησα όσο πιο κεφάτα μπορούσα.
«Απλά... δεν ήξερα ότι σου αρέσουν τα πιτζάμα πάρτι... «
Ωχ! Γκάφα έκανα... Δεν έχω πάει ποτέ σε κανένα πάρτι μέχρι τώρα, γιατί πολύ απλά ποτέ δεν μείναμε αρκετά σε ένα μέρος για να κάνω φιλίες και να αποκτήσω κοινωνική ζωή. Έπρεπε να της πω απλά για ένα πάρτι και να παραλείψω το ‘πιτζάμα’ για το δεύτερο ψεύτικο πάρτι που θα πήγαινα.
«Είπα να το δοκιμάσω. Αλλά αν θέλεις μπορώ να το ακυρώσω για να πάμε να γιορτάσουμε την επιτυχία σου».
«Όχι, όχι καλή μου! Καλό θα σου κάνει να περάσεις και λίγο χρόνο με κορίτσια της ηλικίας σου! Χάλιγουελ είπες ε; Είναι καλή οικογένεια, η Τζέιν δουλεύει στο απέναντι γραφείο... Τι σύμπτωση! Κοίτα να περάσεις καλά και θα τα πούμε αύριο, εντάξει; Και θέλω να μου πεις όλες τι λεπτομέρειες!»
«Εννοείτε, Νόρα! Και σε ευχαριστώ. Θα τα πούμε αύριο, σ’ αγαπάω πολύ!»
«Κι εγώ σ’ αγαπάω μικρή μου! Να προσέχεις».

Πάει και αυτό. Ώρα να γυρίσω στην κουζίνα.

Foni Natsι