Η μάχη του έρωτα (Κεφάλαιο 7)



Έβαλε σε παράταξη τους στρατιώτες από το σκάκι, τον έναν απέναντι από τον άλλον. Ο κάθε στρατιώτης είχε έναν ρόλο, μια στρατηγική, μια αποστολή. Έσπαγε το κεφάλι του να βρει τον χαμένο στρατιώτη. Γύρισε την σκακιέρα ανάποδα αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει. Αγανάκτησε και ξεφύσησε μπουχτισμένος.

Το κινητό του δόνησε.
«Ντίνο σήκω κι έλα στο τμήμα, τώρα», άκουσε τον Τάσο να ουρλιάζει μέσα από το ακουστικό.
«Τι έγινε;» απόρησε.
«Έλα γρήγορα», δεν του έδωσε άλλη εξήγηση.
Ο Ντίνος πετάχτηκε από την θέση του και φουριόζος μπήκε στη κουζίνα να βρει την Χριστίνα. Την βρήκε κατάχλωμη να τον κοιτάζει ανέκφραστη.
«Σήκω», της είπε αυταρχικά και την τράβηξε από το χέρι παράμερα. «Χριστίνα κάτι έγινε. Πάμε στο τμήμα»
«Σκάσε και θα μας ακούσουν. Μπες στην λιμουζίνα και θα καλέσω ταξί εγώ», του είπε προσπαθώντας να κρατήσει την ψυχραιμία της.
Δεν της έφερε αντίρρηση. Απλά πήρε τα κλειδιά από την λιμουζίνα και άφησε τον Πέτρο απορημένο να προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε. Δεν είχε όμως περιθώριο να κρατήσει τις τυπικότητες. Έπρεπε να φτάσει γρήγορα.
Πάτησε με μανία το γκάζι. Πέρασε όλα τα φανάρια με κόκκινο. Κόντεψε να τρακάρει δύο φορές και άλλες τόσες να βγει εκτός πορείας. Ο Τάσος δεν ήταν από εκείνους που συνήθιζαν να τσιρίζουν στο τηλέφωνο. Κάτι σοβαρό είχε συμβεί. Κάτι που μάλλον θα ξέφευγε από το σχέδιο, που δεν θα είχε προβλεφθεί.
Σταμάτησε έξω από το τμήμα αφήνοντας τη λιμουζίνα στην μέση του δρόμου. Δεν είχε χρόνο να ψάχνει μέρος στο κέντρο της Αθήνας.
«Ψιτ μικρέ», πέταξε τα κλειδιά σε έναν μαθητευόμενο που βρισκόταν στο γραφείο εκείνη την ώρα. «Βρες μέρος να παρκάρεις τη λιμουζίνα», του έκλεισε το μάτι και έφυγε για τον δεύτερο όροφο.
Το κλίμα στο γραφείο δεν ήταν καλό. Κανείς δεν του μίλησε, παρά μόνο κοιτούσαν ο ένας τον άλλον. Περίμεναν τους υπόλοιπους να έρθουν. Ο Ντίνος κλειδώθηκε στο δικό του γραφείο και προσπάθησε να ηρεμήσει. Η πόρτα του χτύπησε απαλά.
«Να περάσω;» άκουσε την γνώριμη φωνή του Τάσου.
«Πέρνα», του έλεγε ενώ ξεκλείδωνε.
«Φίλε, υπάρχουν σοβαρές εξελίξεις», βαριαναστέναξε και κάθισε φαρδύς στην καρέκλα που βρήκε μπροστά του.
«Τι συνέβη;»
«Ο Δούκας έβαλε ντεντέκτιβ να ψάξει για του λόγου σου»
«Το έχω τακτοποιήσει το θέμα αυτό», του δήλωσε ξαλαφρωμένος ο Ντίνος, ενώ άδειασε το μπουκάλι νερό που υπήρχε στο γραφείο του.
«Δεν κατάλαβες», προσπάθησε ο Τάσος να του εξηγήσει πιο ομαλά. «Βρήκε τον Σπύρο τον Ρέπαλη και του ανέθεσε να ψάξει για εσένα. Του έδωσε το όνομα που γνώριζε και εκείνος απλά μας ειδοποίησε. Το πρόβλημα όμως δεν είναι ο Ρέπαλης», χτύπησε το χέρι του πάνω στο γραφείο.
«Τότε;»
«Κοντά στον όμιλο του Δούκα βρήκαν το πτώμα μιας γυναίκας», του το ξεφούρνισε όσο πιο ομαλά μπορούσε.
«Και τι σχέση έχει αυτό;»
«Ονομάζεται Κλάρα Χάουσνερ, γερμανικής ιθαγένειας και χωρίς συγγενής», του άφησε έναν φάκελο πάνω στο γραφείο και του έδειξε την φωτογραφία. «Σου θυμίζει κάτι;»
«Όχι», ο Ντίνος προσπάθησε να θυμηθεί αν την είχε ξαναδεί.
«Θυμάσαι μια γυναίκα που είχε έρθει πριν μερικά χρόνια;» ξεσκάλισε για λίγο τα χαρτιά μέσα από τον φάκελο και μόλις βρήκε αυτό που έψαξε του το έδειξε. «Αυτή η γυναίκα είχε καταθέσει για την δολοφονία του Στέλλιου Ρόπου. Σε παρακαλώ θυμήσου»
«Ναι, η Κλάρα Χάουσνερ, του Μπράουν και της Κριστίν. Γεννημένη στο Ντίσελντοφ της Γερμανίας. Μας είχε πει ότι είχε έρθει για διακοπές στην Ελλάδα και τυχαία βρέθηκε εκείνη τη μοιραία νύχτα στο καζίνο»
«Περίμενε», βγήκε φουριόζος ο Τάσος από το γραφείο και επέστρεψε μετά από μερικά λεπτά με δύο σακουλάκια στο χέρι. «Τα βλέπεις αυτά; Είναι δυο σφαίρες από ίδιο όπλο», μούγκρισε χαμένος.
«Είσαι σίγουρος»
«Έγινε η βαλλιστική μόλις πριν δέκα λεπτά. Αυτός που σκότωσε τον Ρόπο, σκότωσε κι την Κλάρα»
«Γιατί όμως;»
«Η Κλάρα μας είχε πει ψέματα. Βρήκαμε το ενοικιαστήριο του σπιτιού της και δούλευε παράνομα πολλά χρόνια σε ένα ραφτάδικο. Η κοπέλα που δούλευε μαζί της, μας είπε πως έμενε Ελλάδα για να βρει την κόρη της»
«Δεν καταλαβαίνω», ο Ντίνος έπιανε το κεφάλι του ζαλισμένος από τις πληροφορίες.
«Η ίδια κοπέλα μας είπε χωρίς να είναι πολύ σίγουρη πως κάποια στιγμή είχε ακούσει την Κλάρα να λέει ότι το παιδί της ήταν του Δούκα. Είχε μεθύσει μάλλον»
«Που είναι αυτή η μάρτυρας;»
«Στο γραφείο του Γιώργου τρομαγμένη», δεν πρόλαβε να πει κάτι περισσότερο ο Τάσος, κι ο Ντίνος είχε φτάσει ήδη έξω από την πόρτα του Γιώργου. Άνοιξε και μπήκε μέσα χωρίς να προειδοποιήσει.
«Ντίνο», άκουσε την έκπληκτη φωνή του Γιώργου.
«Είστε η δεσποινίς;» ο Ντίνος δεν του έδωσε σημασία, αλλά έφτασε ακριβώς μπροστά από την μελαχρινή κοπέλα που καθόταν τρομαγμένη στην καρέκλα.
«Αναστασία Καραπέτρου, του...»
«Λεπτομέρειες», την κοίταξε για μια στιγμή στα μάτια και συνέχισε, «μπορείς να μας πας στο δωμάτιο που μένατε;»
Η κοπέλα έγνεψε καταφατικά και ο Ντίνος χαμογέλασε για πρώτη φορά μετά από τόση ώρα.
«Μπορείτε να περάσετε για λίγο έξω;» ρώτησε ήρεμα ο Γιώργος και η Αναστασία βημάτισε μέχρι την έξοδο. Ο Γιώργος γύρισε την άγρια ματιά του στον Ντίνο. «Τι σκατά νομίζεις πως κάνεις;»

Βασιλική Κυργιαφίνη