Παιχνίδια Εξουσίας (Κεφάλαιο 23)

Νάιλα

Ξύπνησα με ένα χέρι γύρω από το στόμα μου. Προσπάθησα να ουρλιάξω αλλά το χέρι σφίχτηκε περισσότερο στο στόμα μου.
«Σσσσσς»  ένιωσα μια καυτή ανάσα. «Μην μιλάς δυνατά κοριτσάκι, θα ξυπνήσεις τον... Όποιος και να είναι αυτός για εσένα» η φωνή ήταν άγνωστη, άνοιξα τα μάτια μου αλλά στην αρχή δεν είδα τίποτα, η φωτιά είχε σβήσει και ήταν πίσσα σκοτάδι. 
«Μην φωνάξεις όμορφη και δεν θα σκοτώσουμε τον φίλο σου»
Ω όχι, κλέφτες. Με τράβηξε από το χέρι και με σήκωσε με τη βία. Τύλιξε τα δάχτυλα του γύρω από τη μέση μου και με το άλλο  κράτησε το στόμα μου. Η πλάτη μου κόλλησε στο στήθος του. Τώρα που η όραση μου είχε προσαρμοστεί  μπορούσα να δω έναν άλλο να σκύβει πάνω από το Γουίλλιαμ που έδειχνε να κοιμάται .
«Μην ανησυχείς κούκλα, θα είναι γρήγορο»  ένιωθα να πνίγομαι, τόσο σφιχτά με κράταγε. Δεν μπορούσα να φωνάξω, δεν μπορούσα να τον προειδοποιήσω, θα πέθαινε.
Ο κλέφτης ξεσκέπασε με μια απότομη κίνηση τον Γουίλλιαμ, το χέρι του κράταγε σφιχτά το σπαθί του. Ο κλέφτης φάνηκε να καταλαβαίνει το κίνδυνο αλλά ήτα ήδη αργά, το σπαθί διαπέρασε τη κοιλιά του.
«Σον!» κραύγασε στο αυτί μου  άλλος.  Χαλάρωσε τη λαβή του αλλά εγώ ήμουν υπερβολικά σαστισμένη για να το εκμεταλλευτώ.  Ο Γουίλλιαμ πετάχτηκε πάνω.
«Άσε την να φύγει και θα σε αφήσω να ζήσεις»
Εκείνος τον αγνόησε. «Σκότωσες τον ξάδερφο μου!»  
«Προσπάθησε να με σκοτώσει» ο Γουίλλιαμ πλησίασε, ήταν σε πλήρη ετοιμότητα.  Άφησε κάτω το σπαθί του και έκανε νόημα να τον πλησιάσει. Αν μπορούσα να φωνάξω τι βλάκας που ήταν θα το έκανα. Ο κλέφτης  με άφησε και του όρμησε. Έπεσαν στο έδαφος και έγιναν ένα κουβάρι από πόδια και  χέρια.  Ο κλέφτης ακινητοποίησε το Γουίλλιαμ  στο χώμα και του έριξε μια γροθιά. Έπρεπε να κάνω κάτι αλλά ήμουν σχεδόν μαγεμένη από το θέαμα.  Ο Γουίλλιαμ προσπαθούσε να πάρει τον έλεγχο αλλά ο γροθιές τον αποσυντόνισαν. Τι θα έκανα αν πέθαινε; Μπορούσα να συνεχίσω αυτό το ταξίδι μόνη μου;  Ο Γουίλλιαμ μούγκρισε και χτύπησε το ξένο στο πλευρό εκείνος φώναξε από το πόνο και χαλάρωσε τη λαβή του. Ήταν το μόνο που χρειαζόταν γιατί ο Γουίλλιαμ τινάχτηκε προς τα δεξιά και άρπαξε το σπαθί. Ο κλέφτης όμως δεν ήταν το ίδιο αργός και με το πεθαμένο, έβγαλε ένα στιλέτο από το παντελόνι του.
Και αυτό ήταν που με κινητοποίησε, η πραγματική προοπτική ότι θα πέθαινε.
«Μη» φώναξα λες κι θα μπορούσα να τον σταματήσω με τα λόγια. Ο Γουίλλιαμ τον μαχαίρωσε, τα μάτια του κλέφτη άνοιξαν καθώς συνειδητοποίησε ότι θα πέθαινε κατέβασε το χέρι του σε μια ύστατη προσπάθεια να τον πάρει μαζί του στη λήθη. Τον έπιασα από τους ώμους και τον τράβηξα προς τα πίσω με όλη μου την δύναμη.  Το χέρι του τινάχτηκε και ο κλέφτης στο έδαφος, ο Γουίλλιαμ σηκώθηκε και χωρίς να χάσει χρόνο κάρφωσε το σπαθί του στην καρδιά του.
Άκουσα τον άνθρωπο που δεν ήξερα καν το όνομα του να παίρνει  την τελευταία ανάσα του. Έπεσε μια αφύσικη σιωπή, ο Γουίλλιαμ κοίταζε το πτώμα στο ένα χέρι κράταγε ακόμα το ματωμένο του σπαθί, με το άλλο ακουμπούσε το πλευρό του, τα δάχτυλα του ήταν κόκκινα.
«Αιμορραγείς!» έκανα να τον πλησιάσω μα απομακρύνθηκε, έσκυψε και έπιασε το νεκρό από τα πόδια.
«Δεν είναι τίποτα» άρχισε να τραβάει το πτώμα, αφήνοντας ένα ματωμένο μονοπάτι πίσω του. 


                                                              *****

Ύστερα από τέσσερις ώρες που τον είχα παρακολουθήσει να καθαρίζει τα πτώματα, να παίρνει οτιδήποτε πολύτιμο είχαν κρατήσει μαζί τους  και να τους θάβει χρησιμοποιώντας το σπαθί του και τα χέρια του για να σκάψει, ένιωθα πιο ένοχη από ποτέ. Του είχα φερθεί τόσο άσχημα τη προηγούμενη μέρα, δεν απορούσα που δεν μου μιλούσε. Που αγνοούσε ακόμα την παρουσία μου καθώς τον παρακολουθούσα να τους θάβει.
Ίσως να τον θεωρούσα ανώριμο, αλλά όχι μετά από αυτό και δεν ήταν ο λόγος, που του είχα μιλήσει έτσι. Ο λόγος ήταν ότι μου άρεσε και δεν έπρεπε και δεν το ήθελα. Δεν το ήθελα γιατί πήγαινα στη Κίνα, πήγαινα στο Λι και είχαμε υποσχεθεί ο ένας στον άλλο για ένα μέλλον. Και τώρα μπορούσα να το έχω μαζί του.
Ο Γουίλλιαμ χτύπησε τα χέρια του μεταξύ τους και χώμα τινάχτηκε, κοίταξε το τάφο ικανοποιημένος, έγειρε το κεφάλι του και αναστέναξε. Πρέπει να είχε ξεχάσει ότι τον παρακολουθούσε γιατί άφησε τον εαυτό του να μορφάσει.  Το αίμα είχε σταματήσει οπότε δεν θα έπρεπε να τον είχε μαχαιρώσει βαθιά.  Παρόλα αυτά έπρεπε να καθαριστεί και να μπει επίδεσμος, είχαμε φέρει μαζί μας τα κατάλληλα εργαλεία για αυτό. Αλλά ήμουν σίγουρη ότι δεν θα με άφηνε να κάνω τίποτα, ήταν θυμωμένος. Πολύ θυμωμένος. Τον ακολούθησα αμέσως μόλις άρχισε να απομακρύνεται από τους τάφους.  Μας κατεύθυνε προς το ρυάκι, τα νερά του ήταν πεντακάθαρα, το φως της πανσέληνου το καθιστούσε ακόμα πιο όμορφο. Ο Γουίλλιαμ έβγαλε το πανωφόρι του μουγκρίζοντας, οι κινήσεις του ήταν πιο αργές τώρα. Συνέχισε με το πουκάμισο, το πλευρό του ήταν λερωμένο με ένα ξεραμένο αίμα. Σήκωσε το χέρι του και είδα τους μυς του να κινούνται. Φαντάστηκα τον εαυτό μου να τον πλησιάζω και να διατρέχω με το δάχτυλο μου τη ραχοκοκαλιά του. Σειρά είχε το παντελόνι, μου είχε γυρισμένη τη πλάτη αλλά πρόσεξα πως είχε αθλητικό κορμί. Μπήκε μέσα στο ρυάκι, το νερό έφτανε μέχρι τη μέση του. Συγκέντρωσε μια χούφτα με νερό και την έριξε στο πρόσωπο του, το ξεραμένο αίμα  ξεπλύθηκε και εκείνος βάλθηκε να καθαρίζει τα χέρια του. Το χώμα είχε χωθεί στα νύχια του δημιουργώντας μαύρα μισοφέγγαρα.  Ήταν πολύ όμορφος, τα σκούρα μάτια του έλαμπαν και τα καστανόξανθα μαλλιά του έσταζαν.
Τον θαύμαζα, συνειδητοποίησα. Είχε σκοτώσει δύο κλέφτες για να μας προστατεύσει και τους είχα θάψει. Εκείνη τη στιγμή πήρα την απόφαση μου. Βγήκα από τις σκιές και έλυσα το κορδόνι της πουκαμίσας μου, ελευθερώθηκα από το παντελόνι και το εσώρουχο μου και πήγα κοντά στην όχθη εντελώς γυμνή.
«Γουίλλιαμ» ψιθύρισα, αντιστάθηκα στη παρόρμηση να καλύψω τα στήθη μου, ήθελα να με δει όπως ήμουν. 
«Πήγαινε για ύπνο Νάιλα σου είπα πως δεν θέλω να σου μ..» είχε γυρίσει προς το μέρος μου  αναγνώρισα την έκπληξη στα μάτια του τη σύγχυση και ύστερα τον πόθο. Πλησίασα την όχθη και έχωσα τα πόδια μου στο νερό, ήταν τόσο κρύο που ένιωσα όλες τις τρίχες στο σώμα μου να σηκώνονται . Ένιωσα το κορμί μου να αντιστέκεται στο νερό, ο Γουίλλιαμ με πλησίασε. Σήκωσε το χέρι του και τα δάχτυλα του άγγιξαν το μάγουλο μου, τα βλέμματα μας διασταυρώθηκαν. Χάιδεψε το λαιμό μου και το χέρι του κατέβηκε στο στήθος μου. Έσκυψε και με φίλησε, άνοιξα το στόμα μου και πέρασα τα χέρια μου γύρω από το λαιμό του. Το φιλί μας ήταν παθιασμένο και με ερέθισε απίστευτα, τα χέρια μου χαμήλωσαν από τη μέση μου στο ιερό οστό μου. Χωρίς να το συνειδητοποιήσουμε είχαμε παρασυρθεί  σε ένα μέρος του ρυακιού που ήταν βαθύ.  Τύλιξα τα πόδια μου γύρω από τη μέση του,  ξεκόλλησε τα χείλη του και με έγλειψε στο λαιμό μου, έγειρα το κεφάλι μου καθώς έβαζε ένα δάχτυλο μέσα μου.
«Είσαι τόσο όμορφη» μου ψιθύρισε, έβαλε και άλλο δάχτυλο που με έκανε να βογκήξω. Τον ήθελα μέσα μου το πέος του ήταν σε πλήρη στύση.  Έχωσα τα νύχια μου στη πλάτη του και εκείνος έτριψε με τον αντίχειρα του  την κλειτορίδα μου.  Βόγκηξα και κόλλησα πιο πολύ πάνω του.
«Τώρα» ψιθύρισα. Με σήκωσε λίγο πιο ψηλά και μπήκε μέσα μου με δύναμη. Φαινόταν διψασμένος, ένιωθε τις παλάμες του τραχιές, το πέος του με γέμισε και φώναξα. Τον έγδαρα στη πλάτη.  Ο Γουίλλιαμ είχε χωμένο το κεφάλι του στο λαιμό μου, που και που με φίλαγε που και που με δάγκωνε ελαφρά χωρίς να πονέσει παρόλα αυτά πάντα σφιγγόμουν.
«Πιο βαθιά Γουίλλιαμ» μουρμούρισα. Εκείνος μούγκρισε με έπιασε από τα οπίσθια και με έσπρωξε. Τον ένιωσα μέχρι τον πυρήνα μου, άρπαξα ένα από τα χέρια του για να έχω τον έλεγχο αν η κατάσταση ξέφευγε. Όμως με κάθε ώθηση ένιωθα να χάνω σιγά, σιγά το μυαλό μου.  
«Ω θεέ μου» κύρτωσα τη πλάτη μου αφέθηκα στον οργασμό μου, ήταν έντονος. O Γουίλλιαμ ακολούθησε λίγο μετά.  Πήγε να βγει από μέσα μου αλλά τον συγκράτησα.
«Δεν πειράζει» έπλεξα τα χέρι μου γύρω του μέχρι να τέλειωσε ο οργασμός του όπως είχε κάνει και ο ίδιος για εμένα.  Χωριστήκαμε, τέντωσα τα πόδια μου και τον κοίταξα αμήχανη. Ο Γουίλλιαμ πέρασε το χέρι του μέσα από τα βρεγμένα μαλλιά του και παραπάτησε. Τον άρπαξα από το μπράτσο.
«Γουίλ είσαι καλά;»
«Ναι απλώς... είμαι τόσο κουρασμένος» σήκωσε το βλέμμα του αι μου κόπηκε η ανάσα. Έδειχνε τόσο... βασανισμένος. Του χαμογέλασα και πέρασα το χέρι μου γύρω από τους ώμους του. Δεν είχα σκεφτεί καθόλου τι αντίκτυπο είχε για εκείνον αυτό που είχε συμβεί. Είχε γίνει φονιάς και είχε θάψει δύο πτώματα και σε ένα βαθμό το είχε κάνει για εμένα.

«Έλα ήρωα μου είναι ώρα για ύπνο»

Αγγελίνα Παντελή