Η υπερβολή στη λογοτεχνία και πώς να την αποφύγετε.

Ο τίτλος του σημερινού μας άρθρου μιλάει από μόνος του. Αν έχετε διαβάσει τα προηγούμενα άρθρα που έχω γράψει –αν δεν το έχετε κάνει, σας το λέω εγώ η ίδια–, θα έχετε καταλάβει ότι μισώ την υπερβολή. Κι όταν λέμε «μισώ», εννοούμε με πάθος –με «υπερβολικό» πάθος θα έλεγε κάποιος (φατσάκι που βγάζει γλώσσα).

Η αλήθεια είναι ότι έχω φτάσει σε σημείο να απορρίψω ολόκληρες ταινίες ή βιβλία απλά και μόνο γιατί αυτά που βλέπω ή διαβάζω, ακόμα και η γάτα μου καταλαβαίνει ότι δεν πρόκειται να συμβούν στην πραγματικότητα. Πολλές φορές με έχετε δει να μιλάω για αληθοφάνεια στη λογοτεχνία και γενικά σε κάθε είδος τέχνης. Και στο σημερινό θέμα λοιπόν, θα χρησιμοποιήσω μερικά αντίστοιχα επιχειρήματα.

Ας ξεκινήσουμε με μερικά είδη «υπερβολής»:

v  Τέλειοι χαρακτήρες.

Οι χαρακτήρες μιας ιστορίας είναι το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα που πρέπει να προσέξουμε, καθώς είναι αυτοί που στηρίζουν την πλοκή μας από την πρώτη σελίδα μέχρι την τελευταία. Είναι πάρα πολύ δελεαστικό να δημιουργείς τέλειους χαρακτήρες, μιας και –κακά τα ψέματα – λίγο πολύ, όλοι οι συγγραφείς ζούμε λιγάκι μέσα στις ιστορίες μας και μας βγαίνει αυθόρμητα να γράψουμε όλα όσα θα θέλαμε να ήμασταν εμείς οι ίδιοι. Αλλά, μαντέψτε. Τέλειος άνθρωπος δεν υπάρχει! 
  

Όλοι πρέπει να έχουν κάποια ελαττώματα, τόσο στο κομμάτι της εμφάνισης, όσο και στην ιδιοσυγκρασία τους. Δεν γίνεται όλοι μας οι ήρωες να είναι αψεγάδιαστοι εμφανισιακά, να έχουν άπειρες επιτυχίες στο αντίθετο φύλο, χωρίς καν να χρειάζεται να κουνήσουν το μικρό τους δαχτυλάκι. Όπως δεν γίνεται να είναι αρεστοί σε όλους και από χαρακτήρα.


Δεν υπάρχουν απόλυτα σωστοί άνθρωποι, απόλυτα κακοί, απόλυτα καλοί. Έτσι και στην ιστορία μας, θα πρέπει να δικαιολογούμε τις πράξεις των ηρώων μας και αν χρειαστεί να χρησιμοποιήσουμε κάποιον απόλυτα καλό χαρακτήρα για παράδειγμα, να είναι μόνο ένας και να ξεχωρίζει. Κινούμαστε σύμφωνα με την πραγματικότητα, είτε σε ιστορίες φαντασίας είτε σε μη. Πάντα υπάρχει λίγο καλό μέσα στο κακό και αντίστροφα. Ας το κρατήσουμε αυτό στο μυαλό μας, λοιπόν, για να αποφύγουμε τυχόν υπερβολές στο συγκεκριμένο θέμα.

v  Υπερβολικές συμπτώσεις.

Η σύμπτωση είναι ένα τέχνασμα του συγγραφέα, με τη χρήση του οποίου μπορεί να αφήσει κάποια γεγονότα να συμβούν στην ιστορία του, χωρίς να τα περιμένει ο αναγνώστης και χωρίς να χρειαστεί να βάλει λυτούς και δεμένους για να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μια μεγάλη σύμπτωση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν plot-twist, για να ξαφνιάσει τον αναγνώστη με κάποιο γεγονός. Ωστόσο, αυτό είναι κάτι που πρέπει να αποφευχθεί, γιατί αν γίνεται σε υπερβολικό βαθμό, παύει να έχει την ίδια αξία. Αν τα γεγονότα δεν εξηγούνται λογικά και γραμμικά, κάποια στιγμή ο αναγνώστης θα βαρεθεί να «εκπλήσσεται» κάθε λίγο και λιγάκι και θα ακυρώσει την υπόθεση. Οπότε, το συγκεκριμένο τέχνασμα το χρησιμοποιούμε με φειδώ. Και όταν το χρησιμοποιούμε, φροντίζουμε και πάλι να μην ξεπερνάει τα όρια μιας σύμπτωσης που θα μπορούσε να συμβεί και στην πραγματικότητα. Αν πχ βάλεις τους ήρωές σου να χτυπήσουν μια πόρτα σε μια ξένη χώρα και στο τέλος να αποκαλυφθεί ότι αυτός που γνώρισαν σε αυτό το σπίτι είναι ο χαμένος αδερφός του ενός, δεν θα σε πιστέψει κανείς.



  v  Υπερβολική κακοτυχία.
      
      Όλοι ξέρουμε σε τι ακριβώς αναφέρομαι. Αναφέρομαι σε αυτόν τον καημένο ήρωα, που από το πρωί που ξύπνησε, του πηγαίνουν όλα στραβά και η μοίρα τον χτυπάει αλύπητα σε κάθε του κίνηση. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να εξηγήσω, ότι δεν γίνεται ένας άνθρωπος μέσα σε τρεις σελίδες, να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του, να μένει ορφανός, να απολύεται από τη δουλειά του, να πεθαίνει ο σκύλος του, ενώ ταυτόχρονα τον απαγάγουν κι από πάνω. Απλά.. λυπηθείτε τον! Δεν λέω ότι δεν μπορούν να συμβούν μαζεμένες ατυχίες σε κάποιον άνθρωπο, αλλά σκεφτείτε λίγο. Το έχετε δει να συμβαίνει αυτό στην πραγματική ζωή; ΟΧΙ. Οπότε μην το βάλετε στο βιβλίο σας, όσο κι αν θέλετε να κάνετε συμπαθή τον ήρωά σας. Και με τις μισές ατυχίες, το ίδιο συμπαθής θα γίνει, κι αν όχι, φροντίστε να το κάνετε με άλλον τρόπο.

      v  Υπερβολικά γεγονότα.

      
Η συγκεκριμένη κατηγορία συνάδει με την προηγούμενη, χωρίς όμως να έχει απαραίτητα κακά γεγονότα μέσα. Τι εννοώ; Μπορεί να μη συμβαίνουν άσχημα πράγματα στον ήρωά μας, αλλά να του συμβαίνουν απλά πάρα πολλά. Οκ, καταλαβαίνω ότι θέλουμε να κάνουμε ενδιαφέρουσα την ιστορία μας και να μην κάνει αυτό που λέμε «κοιλιά», αλλά δεν μπορούμε να ρίχνουμε απλά το ένα γεγονός μετά το άλλο μέσα στην πλοκή. Πρέπει να αφήνουμε τους αναγνώστες να «ξεκουράζονται» μέσα από πιο χαλαρές και κάπως πιο αδιάφορες σκηνές –με ό,τι ταιριάζει στην εκάστοτε ιστορία– και όχι να έχουμε τους πρωταγωνιστές στο στόχαστρο και να τους βομβαρδίζουμε με πληροφορίες και γρήγορες σκηνές. Γιατί σε αυτή την περίπτωση, γλιτώνεις την «κοιλιά», αλλά η ιστορία σου είναι ευθύγραμμη και δεν θα μπορέσεις να αποδώσεις σωστά την «κορύφωσή» της, όταν το θελήσεις. Αφήστε την ιστορία σας να «αναπνεύσει». 
      
      Επίσης, όταν μιλάμε για ένα βιβλίο μη-φαντασίας, θα πρέπει οι ήρωές μας να μην κάνουν υπεράνθρωπες πράξεις. Παράδειγμα. Να πηδάνε από ουρανοξύστες λες και είναι αλεξιπτωτιστές, ενώ στην πραγματικότητα είναι συμβολαιογράφοι. Κάθε πράξη πρέπει να ακολουθεί τους νόμους της φυσικής και να ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΕΙΤΑΙ. Αν θέλουμε να βάλουμε κάποιον να πηδήξει από ουρανοξύστη γιατί ταιριάζει στην πλοκή μας και νιώθουμε ότι χρειάζεται, ας έχουμε φροντίσει να έχουμε αναφέρει πιο πριν, κάτι που θα υποστήριζε αυτή την πράξη ή τουλάχιστον όταν το κάνει, να μην το κάνει τόσο καλά. Επίσης, δεν γίνεται κάποιος να είναι καλός σε όλα. Θα υπάρχει κάτι που δεν θα μπορεί να καταφέρει και όχι, δεν θα μειωθεί η συμπάθεια των αναγνωστών προς αυτόν, γιατί έτσι θα φανεί πιο ανθρώπινος και άρα, πιο συμπαθής. Είναι απαραίτητο, μέσα στην ιστορία, να δίνουμε χώρο στους αναγνώστες να μπορέσουν να ταυτιστούν με τους ήρωές μας. 

      Και αυτή η κατηγορία μου δίνει εξαιρετική πάσα για την επόμενη….
      
  v  Υπερβολή σε βιβλία φαντασίας.
  
      Θα μου πείτε τώρα, ότι ένα βιβλίο φαντασίας δεν μπορεί να έχει υπερβολές από τη στιγμή που, στην πραγματικότητα, τίποτα από όσα έχει μέσα δεν υπάρχει.  Κι όμως…
    
      Ένας φανταστικός κόσμος δεν σταματάει να είναι ένας ακόμη κόσμος. Διέπεται από δικούς του θεσμούς και κανόνες, είτε είναι ένας κόσμος με δράκους είτε με εξωγήινους. Πρέπει πάντα να αφήνουμε την ιστορία να εξελίσσεται μέσα σε αυτούς τους κανόνες, τους οποίους και θα έχουμε δείξει λίγο-πολύ, χωρίς να τους σπάμε όποτε μας βολεύει. Ακόμα και στα βιβλία φαντασίας, οι πράξεις των ηρώων μας πρέπει να έχουν λογική και η πιο βασική συμβουλή σε αυτό το σημείο είναι να έχουμε αποφασίσει τι θα ισχύει και τι όχι σε αυτόν τον κόσμο που δημιουργούμε, πριν ξεκινήσουμε να γράφουμε. Μικροπράγματα θα κληθούμε να προσθέσουμε και να αλλάξουμε στη συνέχεια, αλλά το βασικό κομμάτι θα πρέπει να το έχουμε αποφασίσει από πριν, για να μην πέσουμε στην παγίδα να αφήσουμε τρύπες και να μην μπορούμε να εξελίξουμε την ιστορία μας αργότερα.
  
      Και ας περάσουμε στην τελευταία μας κατηγορία.
     
  v  Υπερβολή στον τρόπο γραφής/έκφρασης.

      Το συγκεκριμένο είναι ένα μεγάλο θέμα που χρήζει ανάλυσης η οποία δεν ταιριάζει σε αυτό το άρθρο, οπότε θα αναφερθώ σε λίγα και βασικά πράγματα επ’ αυτού.
      Ο τρόπος που ο κάθε συγγραφέας γράφει και εκφράζεται έχει να κάνει με τον ίδιο του τον εαυτό και με τις επιρροές που έχει. Ωστόσο, πάντα, πρέπει να προσπαθούμε να μην ξεφεύγουμε από το ύφος της ιστορίας που γράφουμε. Για παράδειγμα, μπορεί να μας βγαίνει να γράψουμε πολύ συναισθηματικά και με έντονες περιγραφές, αλλά αυτό που γράφουμε να απαιτεί δράση. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να θέλουμε να δώσουμε κίνηση στην σκηνή και να αρχίσουμε να περιγράφουμε τους πίνακες στο δωμάτιο, ούτε να αναλύουμε το πώς νιώθουν οι ήρωες. Κάθε πράγμα στον καιρό του, που λέει και η παροιμία. Το κάθε είδος και η κάθε σκηνή, έχουν τις δικές τους απαιτήσεις και πρέπει να τις σεβαστούμε.



      Πέραν από αυτό όμως, οι υπερβολές στη γραφή, οι βαρύγδουπες εκφράσεις, ο πολύς λυρισμός κλπ είναι επίφοβα θέματα και πρέπει να τα χρησιμοποιούμε με προσοχή και εφόσον γνωρίζουμε τον τρόπο και τον χωροχρόνο που επιτρέπεται να το κάνουμε. Αλλιώς κινδυνεύουμε το βιβλίο μας να καταλήξει από βαρετό έως ακαταλαβίστικο.

      Πριν περάσουμε στις ερωτήσεις σας, θέλω να σταθούμε λίγο μόνο, σε κάποια σημεία στα οποία η υπερβολή, ίσως, μας φανεί χρήσιμη. Αυτά τα σημεία, δεν είναι άλλα, από αυτά που θέλουμε εμείς οι ίδιοι να τονίσουμε και να ξεχωρίσουμε μέσα στην ιστορία. Το να βάλουμε, για παράδειγμα, κάποιον χαρακτήρα να αντιδρά υπερβολικά σε κάποια κατάσταση, η οποία αντίδραση, όμως, θα σημαίνει κάτι, ή αν ένας ήρωας είναι απόλυτα καλός και αυτό είναι σημείο-κλειδί στην ιστορία μας κοκ. Πάντα, όμως, φροντίζουμε να το κάνουμε με προσοχή και «μέτρον άριστον».


      Αυτό ήταν, λοιπόν, το άρθρο μας για σήμερα. Παρακάτω έχουμε, όπως πάντα, τις ερωτήσεις που τέθηκαν από τους αναγνώστες-συγγραφείς μας. Συνεχίζουμε να διαβάζουμε λοιπόν και αναμένουμε στο ακουστικόν μας μέχρι την επόμενη Παρασκευή.




Σε ποια λογοτεχνικά είδη παρατηρούνται οι περισσότερες υπερβολές; (Σωτηρία_Αγάπη)
Θα υπάρξουν εξηγήσεις, για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις. Τα είδη στα οποία διακρίνεται η λογοτεχνία είναι τα εξής: Αλληγορία, Διήγημα, Επιτάφιοι Λόγοι, Θεατρικά Έργα, Κόμικς, Μυθιστορήματα, Νουβέλες, Ποίηση, Σενάρια.
Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν, θα απαντήσω ότι υπερβολή παρατηρείται και θεωρείται και κάπως χρήσιμη στην Αλληγορία-ο τίτλος μιλάει από μόνος του-, τα Κόμικς -όταν είναι για σούπερ ήρωες και λοιπά-και την Ποίηση, καθώς το τελευταίο ασχολείται με την προσωπική έκφραση συναισθήματος και δεν νομίζω ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση μπορούμε να θέσουμε όρια.

Πως μπορούμε να αποφεύγουμε υπερβολές σε ρομαντικές και δραματικές ιστορίες; (ΙτσιΛου Ναρου)
Το βασικό ερώτημα που θα πρέπει να θέτεις στον εαυτό σου κάθε φορά που γράφεις μια τέτοια σκηνή είναι Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συμβεί στην πραγματικότητα; και Πως θα αντιδρούσα εγώ ή ένας φίλος μου στην συγκεκριμένη σκηνη;
Το να προσπαθείς να μην ξεφεύγεις από τα όρια που εσύ η ίδια γνωρίζεις είναι το σημείο κλειδί. Ακόμα και ο έρωτας, δεν μπορεί να υπερβεί τους κανόνες της φυσικής και όσο δυνατός κι αν είναι, θα παραμένει επίγειος. Μπορείς να γράψεις για έναν μεγάλο έρωτα ή έναν συντριπτικό θάνατο, αλλά δεν μπορείς να γράφεις για πολλούς στην ίδια ιστορία. Η υπερβολή θα χρησιμοποιηθεί για το ένα χαρακτηριστικό που θέλεις να τονίσεις, γιατι αλλιώς ούτε πιστευτό θα γίνει το έργο σου, ούτε θα ξεχωρίσει η ιστορία που θέλεις ανάμεσα στα άλλα γεγονότα του βιβλίου.
Το ιδιο ισχύει και στο δράμα. Οι αντιδράσεις πρέπει να είναι φυσιολογικές και όπως είπαμε και πιο πάνω, όσο κι αν θέλεις να απελπίσεις τον αναγνώστη, δεν μπορείς να γεμίσεις τον ήρωά σου με κακοτυχία και άσχημα γεγονότα για να ιντριγκάρεις το ενδιαφέρον.

Πιστεύεις ότι είναι δυνατή η υπερβολή συναισθημάτων; Η αντίδραση κάποιου σε έναν θάνατο, για παράδειγμα, μπορεί να θεωρηθεί υπερβολική ή όλα είναι αποδεκτά από την στιγμή που αιτιολογούνται; (Εύη Φρυγανά)

Θεωρώ ότι τα σημεία κλειδιά στο συγκεκριμένο θέμα είναι δύο. Η αληθοφάνεια και η αιτιολόγηση. Η υπερβολή στις αντιδράσεις και στα συναισθήματα, όπως ανέφερα και πιο πάνω, είναι δυνατή, ωστόσο επίφοβη. Πρέπει να προσέξεις να μην υπερβείς τα όρια, να τοποθετήσεις τους ήρωές σου έτσι, όπως πιστεύεις θα έβλεπες κάποιον να αντιδράει στη θέση τους στην πραγματική ζωή. Και αν ξεπεράσεις αυτό το όριο, φρόντισε να είναι για ΜΙΑ φορά στην ιστορία και να το αιτιολογήσεις. Για παράδειγμα, είναι φυσιολογικό να αντιδράσει κάποιος υπερβολικά σε έναν θάνατο που τον συνέτριψε ψυχολογικά, αλλά δεν μπορεί να αντιδρά έτσι σε κάθε θάνατο της ιστορίας.

Πόση έκταση πρέπει να έχει μια μάχη σε ένα βιβλίο επικής φαντασίας, για να μην θεωρηθεί υπερβολική; Επίσης, πόση έκταση πρέπει να έχουν οι ενδόμυχες σκέψεις ενός χαρακτήρα, για να μην θεωρηθούν επίσης υπερβολικές; (Βασίλης Κρουστάλης)

Σε μια σκηνή μάχης πρέπει να προσέξεις δύο πράγματα. Πρώτον, οι περιγραφές σου πρέπει να είναι ακριβείς, για να μην μπερδεύεις τον αναγνώστη και να τον βοηθάς να ακολουθεί τις κινήσεις των ηρώων σου. Έχουμε δει σε πολλά βιβλία κακές σκηνές μάχης, στις οποίες χάνεται η κίνηση και η λεπτομέρεια και στο τέλος βρισκόμαστε σε ένα σημείο να μην καταλαβαίνουμε ποιος σκότωσε ποιον. Δεύτερον, η δράση. Είναι φυσικό επακόλουθο ότι αυτή η σκηνή θα περιέχει δράση και ίσως είναι και η στιγμή της κορύφωσης της ιστορίας μας –αν είναι η τελική μάχη για παράδειγμα– οπότε αυτό από μόνο του μας εφιστά την προσοχή.
Ωστόσο, οι σκηνές αυτές δεν πρέπει να είναι πολύ εκτενείς, γιατί κινδυνεύουμε να χάσουμε το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Δεν ξεχνάμε ότι εμείς γράφουμε βιβλίο και με τις λέξεις μας προσπαθούμε να δημιουργήσουμε εικόνες, πράγμα που είναι πολύ διαφορετικό από το να βλέπαμε μια σκηνή μάχης σε μια ταινία. Όσο τέλεια και αν το φανταζόμαστε στο μυαλό μας, είναι δύσκολο να το αποτυπώσουμε στο χαρτί, γι’ αυτό και φροντίζουμε να μην υπερβούμε τα όρια της αφήγησης και να κάνουμε τις σκηνές δράσης μας γρήγορες και σχετικά σύντομες (όσο κρίνουμε απαραίτητο για την καθεμία).

Τώρα, στο θέμα των ενδόμυχων σκέψεων. Αρχικά, να πω, ότι οι σκέψεις αυτές είναι αναπόφευκτες και απαραίτητες στην ιστορία μας. Γιατί, έτσι, γνωρίζουμε τους ήρωες σε βάθος και ταυτιζόμαστε μαζί τους. Ωστόσο, δεν πρέπει οι σκέψεις αυτές να είναι πολύ εκτενείς, γιατί ο αναγνώστης θα βαρεθεί και η ιστορία μας θα μείνει χωρίς δράση και δρώμενα για πολλή ώρα. Δεν μπορώ να σου απαντήσω πόσες γραμμές θα γράψεις, αλλά θα σου προτείνω να δίνεις αυτές τις σκέψεις, διασκορπισμένα μέσα στην πλοκή. Λίγο-λίγο τη φορά. Έτσι, θα έχεις την ευκαιρία να δείξεις τι σκέφτεται ο χαρακτήρας σου σε διάφορες καταστάσεις, να δικαιολογήσεις περισσότερο τις πράξεις του και φυσικά να αφήσεις τους αναγνώστες σου να τον γνωρίσουν εκ των έσω.

Angelina S.