Το πιάνο στη σοφίτα (Κεφάλαιο 11)



Ενώ ο Peter προσπαθούσε να βρει τον τρόπο να πείσει την Καρυάτιδά του, πως ο Αντώνης ήταν ακατάλληλος για εκείνη, κάπου αλλού σε ένα μικρό χωριό της Βαυαρίας, μια γυναίκα άφηνε την τελευταία πνοή της. Ήταν η Marion Seiber,η μητέρα του Peter.
«Peter... Πρέπει να σου πω... Πρέπει να σου πω για το πιάνο στη σοφίτα μας, πρέπει…»
Η Μarion δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη φράση της. Ο Χάροντας την είχε ήδη κάνει δική του. Παρ’ όλα αυτά υπήρχε ένα ον που γνώριζε πολύ καλά τι ήθελε να πει η νεκρή πια μητέρα του Γερμανού. Ω, όχι, το πλάσμα αυτό δεν το «έντυνε» πλέον σάρκα ανθρώπινη. Η καρδιά προστατευμένη μέσα στον οστέινο θωρακικό της φράχτη δεν έδινε με τον παλμό της πια ζωή. Το αίμα δεν έκανε πλέον κύκλους αέναους, οι φλέβες δε χτυπούσαν άλλο σαν ταμπούρλα ξέφρενα στα μηνίγγια. Ήταν πλάσμα άυλο, πλάσμα καταδικασμένο να πλανιέται ανάμεσα στο σκότος και το φως. Εκατοντάδες χρόνια τώρα στέγη δεν έβρισκε η ψυχή του. Κι ενώ αρχικά στόχευε, όπως ήταν φυσικό, τη θέρμη και τη λάμψη του φωτός σιγά σιγά απηύδησε. Ας ήταν επιτέλους και το αιώνιο σκοτάδι, ας καιγόταν στον πύρινο κλοιό της κόλασης, αρκεί να έβρισκε μια στέγη! Μια στέγη για την ψυχή του!
Όταν η Μarion είχε φέρει το πιάνο με την επιβλητική ουρά στο σπίτι, έδειχνε κατενθουσιασμένη. O σύζυγός της δε συμμεριζόταν αυτήν την υπέρμετρη και ανόητη, όπως την χαρακτήριζε, χαρά. Ο ίδιος δεν αγαπούσε καθόλου τη μουσική, θεωρώντας μάλιστα όσους ασχολούνταν μαζί της αφελείς, αλλοπαρμένους και χασομέρηδες. Ίσως να έφταιγε και η άκρως αυστηρή διαπαιδαγώγηση που είχε πάρει από τον «Κέρβερο» πατέρα του. Το ξύλο και η σκληρή τιμωρία αποτελούσαν την καθημερινότητά του. Αρχικά γινόταν αντιδραστικός κι επιθετικός, γεγονός που επιδείνωνε πιο πολύ την όλη κατάσταση. Οι τιμωρίες εντείνονταν και οι ελευθερίες περιορίζονταν στο ελάχιστο. Έτσι κάποια στιγμή πήρε την απόφαση να «προσαρμοστεί», παίρνοντας κάθε φορά το ανάλογο «σχήμα» που επιθυμούσε ο πατέρας του σαν να ήταν ευπροσάρμοστο υγρό.
Το γνωστό «Το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει» επιβεβαιωνόταν για άλλη μια φορά! Ο χαρακτήρας που είχε διαμορφώσει ενήλικας πλέον, ήταν πανομοιότυπος με εκείνον του πατέρα του. Ο Peter Meier είχε περάσει πολλά στα χέρια του. Η μητέρα του έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει ξυλοδαρμούς και τιμωρίες. Δεν ήταν λίγες οι φορές που έμπαινε ανάμεσα σε γιο και σύζυγο και «εισέπραττε» τον κόλαφο, που προοριζόταν για τον Peter. Ο πατέρας τού Peter Wolfgang Meier αντιμετώπιζε το παιδί του σαν αποκλειστικό «δημιούργημα» της μητέρας του. Ευαίσθητος, τρυφερός, με αλτρουιστικές ενδείξεις κι έντονη κλίση προς τις τέχνες, ιδιαίτερα προς τη μουσική. Λες και τον είχε φιλήσει η ίδια η μούσα Ευτέρπη στο στόμα!

Ο ερχομός του δεύτερου παιδιού, όταν ο Peter ήταν επτά, καλυτέρεψε κάπως την κατάσταση. Ο αδελφός του έγινε αμέσως η αδυναμία τού Wolfgang. Σ' αυτόν έβλεπε όλα όσα πίστευε πως δεν είχε καταφέρει με τον μαλθακό Peter. Kαι πράγματι! Ο μικρότερος αδελφός, ο Herbert, θα ακολουθούσε τα χνάρια τού πατέρα, πράγμα που θα τον έφερνε αργότερα σε αντιπαράθεση με τη μητέρα του.
Το πιάνο μπήκε στο σπίτι των Meier κάποιο απόγευμα του Δεκέμβρη. Η Marion που είχε μάθει από τον παππού να παίζει αρκετά καλά, αν και κάπως ερασιτεχνικά, το ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή που το αντίκρισε. Τα λεπτά, μακριά της δάχτυλα, δάχτυλα πιανίστριας, ταξίδεψαν πάνω σε κάθε πλήκτρο ξεχωριστά. Όσο όμοια κι αν έδειχναν τόσο διαφορετικά ήταν μεταξύ τους για εκείνη. Ποτέ άλλοτε δεν είχε δει τόσο λεπτομερή δουλειά! Ήταν σίγουρη πως ο δημιουργός του χρειάστηκε μήνες για να το τελειοποιήσει, ίσως και χρόνο ολόκληρο.
«Το θέλω! Δίνω όσα μου ζητήσεις!» είπε στον παλιατζή, που εκτός απ' αυτό πουλούσε κι άλλους «θησαυρούς». Ο άνδρας, που με το ζόρι έσερνε τα αδύνατα σαν καλάμια πόδια του, της χαμογέλασε αινιγματικά. Το φαφούτικο στόμα του της προκάλεσε μια ενστικτώδη απέχθεια.
«Θα σου κάνω καλή τιμή, ομορφούλα... Έτσι κι αλλιώς θέλω να το ξεφορτωθώ το άτιμο!»
Η γυναίκα ξαφνιάστηκε.
«Γιατί; Έχει κάποιο... κουσούρι; Εμένα μου φάνηκε εξαιρετικός ο ήχος που βγάζει. Μήπως…»
 Ο γέρος τη διέκοψε με μια απότομη κίνηση του χεριού του.
«Σώπα! Αλλού είναι το θέμα, κυρά μου!» Ύστερα από μια παρατεταμένη παύση συνέχισε. «Το πιάνο κουβαλάει μια κατάρα. Το πιάνο μισεί τις γυναίκες και...»
«Και; Μίλα, άνθρωπέ μου!»
«Και... τις σκοτώνει με τον τρόπο του».
Το γέλιο της βγήκε αβίαστα.
«Μπα σε καλό σου, γεράκο! Περιμένεις να πιστέψω κάτι τέτοιο; Αυτά είναι για τους αδελφούς Γκριμ, όχι για μένα! Έλα, πες μου γρήγορα την τιμή να τελειώνουμε! Το θέλω για τον Peter, τον γιο μου που κλείνει τα δέκα».
«Όπως νομίζεις» έκανε ο γέρος καθώς άνοιγε το φθαρμένο πουγκί, το οποίο θα γέμιζε με το χρήμα αυτής της άμυαλης...


Χριστίνα Καρρά