Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 19) - "Ματωμένη επιστροφή" (μέρος 3ο)

«Αυτό που έκανες....», ξεκινώ να της τα σούρω νευριασμένη.
«Δεν έκανα τίποτα κακό», με διακόπτει με θρασύτητα, έχοντας πάρει παράλληλα το αθώο της ύφος.
«Πώς δεν έκανες τίποτα κακό; Από πού να ξεκινήσω; Από την εκμετάλλευση του Ίζι για να βολέψεις με τους βαθμούς του τον νέο σου γκόμενο ή από την κατάπτυστη πράξη του να καλύψεις τον Ματ Ντι Κάρλο για να μην κατηγορηθεί για τον ξυλοδαρμό του καημένου του Κάρτερ; Σε ποιο από τα δύο αναφέρεσαι όταν λες ότι δεν έκανες ‘τίποτα κακό’; Και το κερασάκι στην τούρτα: χρησιμοποίησες τη δύναμή σου πάνω μου!» Όσο τα λέω όλα αυτά, τόσο περισσότερο μου ανεβαίνει η πίεση και μαζί με αυτήν και η θερμοκρασία του αέρα γύρω μου.

«Εεεεε κορίτσια, ας ηρεμήσουμε λίγο», επεμβαίνει ο Τι-Κέι, χωρίς να σχολιάσει αυτό που είπα για τη ‘δύναμη’ της Μίμη και ο ήρεμος τόνος στη φωνή του δρα κατευναστικά στα νεύρα μου. Ο μικρός δεν μου φταίει σε τίποτα να υποστεί κάποιο ανεξέλεγκτο ξέσπασμα της δύναμής μου επειδή η Μίμη αποφάσισε να κάνει το πιο ντροπιαστικό πράγμα στη ζωή της σήμερα.
Παίρνω βαθιές ανάσες. Πρέπει να ηρεμήσω. Δεν θέλω να προκαλέσω κάποια καταστροφή, όπως στο σαλόνι των Χάλιγουελ. Κλείνω για λίγο τα μάτια μου και προσπαθώ μέσα σε αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα να καταπνίξω την ιδιαιτέρως θελκτική ιδέα του να κάνω κομματάκια την καλύτερη μου φίλη εδώ και τώρα.
«Έχεις δίκιο Μπόνι», λέει η Μίμη τελικά και με εκπλήσσει με την αποδοχή των κατηγοριών εναντίον της, πριν καν ξεκινήσω την επιχειρηματολογία μου. «Έχεις δίκιο σε πολλά πράγματα, αλλά όχι σε όλα».
«Μάλιστα», λέω και ξεφυσώ δυνατά. Σιγά μην ήταν εύκολο να συνεννοηθούμε. «Σε ακούω λοιπόν. Πού έχω άδικο;»
«Χαρακτήρισες την πράξη μου ‘κατάπτυστη’», επαναλαμβάνει τα λόγια μου, ελαφρώς προσβεβλημένη για τη λέξη που χρησιμοποίησα. «Καμιά πράξη δεν είναι ‘κατάπτυστη’ όταν γίνεται από αγάπη. Και όλο αυτό που έκανα έγινε από αγάπη. Από την αγάπη μου για τον Ματ».
«Αυτό που νιώθεις για τον Ματ είναι έρωτας Μίμη. Όχι αγάπη», τη διορθώνω όσο πιο ήρεμα μπορώ προσπαθώντας να δείξω κατανόηση στην κατάστασή της. Ναι, είναι ερωτευμένη με τον Ματ όσο δεν πάει, το έχει δηλώσει, το έχουμε δει και το έχουμε εμπεδώσει. Αλλά αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις πράξεις της. Δεν μπορεί να είναι ερωτευμένη με τον Ματ εις βάρος της αγάπης που έχει γι’ αυτήν ο Ίζι αλλά και εις βάρος της ζωής του τελικά, που είναι και πιο σημαντικό.
«Αυτό δεν μπορείς να το ξέρεις εσύ», μου απαντά αμέσως με ένταση και νεύρο και συνεχίζει με τις λέξεις να βγαίνουν ορμητικά, σαν χείμαρρος από το στόμα της. «Άλλωστε, σου είπα εγώ ποτέ, τι νιώθεις για τον Τάι; Έβαλα ποτέ ταμπέλα στα συναισθήματα σου γι αυτόν; Αν είναι αγάπη, αν είναι έρωτας, αν είναι απλός ενθουσιασμός; Όχι, βέβαια. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ξέρει πως νιώθεις εσύ γι’ αυτόν, οπότε μη μου λες σε παρακαλώ τι νιώθω εγώ για τον Ματ».
Τα λόγια της χτυπάνε ευαίσθητες χορδές. Όχι, ποτέ δεν χαρακτήρισε, κριτήκαρε ή αξιολόγησε τα οποιαδήποτε συναισθήματά μου προς τον Τάι Χάλιγουελ. Τον απαγορευμένο μου έρωτα. Και θυμίζοντάς μου το πόσο σεβάστηκε τα συναισθήματά μου παρά την ιδιαίτερη περίπτωσή μου, με κάνει και νιώθω τύψεις γι’ αυτά που της είπα πριν από λίγο για τα δικά της συναισθήματα. Τι σόι φίλη είμαι τελικά;
«Μίμη, πέρα από τα συναισθήματά σου για τον αδερφό μου, είτε αυτά είναι έρωτας είτε αγάπη, εδώ μιλάμε για τη ζωή ενός τρίτου ανθρώπου», επεμβαίνει με σοβαρότητα και αυστηρό, δασκαλίστικο ύφος ο μικρός Ντι Κάρλο. «Ο Ματ χτύπησε τον Ίζι πολύ άσχημα και παντελώς αναίτια», σχολιάζει με στενάχωρο ύφος και συνεχίζει «και γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρξουν συνέπειες. Και θα πρέπει μάλιστα να τις υποστεί, είτε αυτές είναι η αποβολλή είτε ακόμα και καταγγελία από μέρους του Ίζι στην αστυνομία για την επίθεση εναντίον του».
«Όχιιιι!», λέει με θυμό και νεύρα η Μίμη. «Τι είναι αυτά που λες Τι- Κέι; Εδώ μιλάμε για το αίμα σου! Πώς μπορείς να αφήνεις έτσι απροστάτευτο τον ίδιο σου τον αδερφό; Πώς μπορείς και τον ‘αδειάζεις’ έτσι άσχημα και χωρίς τύψεις; Αυτός θα έκανε τα πάντα για σένα, για τον μικρό του αδερφό, και το ξέρεις».
Ο Τι-Κέι χαμηλώνει το βλέμμα του κάτω από αυτήν τη συναισθηματική επίθεση της Μίμη και φαίνεται σκεπτικός και απογοητευμένος. Τώρα είναι η σειρά μου να ηρεμήσω τα πνεύματα.
«Μίμη...» της λέω και παίρνω βαθιά ανάσα για να διατηρήσω κι εγώ την ψυχραιμία μου. «Ηρέμησε. Πρέπει να ηρεμήσουμε όλοι».
Η Μίμη στρέφει το βλέμμα της προς τα εμένα και ο θυμός χάνεται μονομιάς από τα μάτια της. Τώρα τον αντικαθιστά ένα συννεφάκι θλίψης, έτοιμο να ξεσπάσει στα ροδαλά μάγουλα της φίλης μου, τη μπόρα που κρύβει μέσα του.
«Εντάξει, ηρέμησα. Και τώρα που ηρεμήσατε και εσείς, νομίζω καταλαβαίνετε πόσο λογικό και αναγκαίο ήταν αυτό που έκανα».
Καλά τώρα, μας δουλεύει;
Ευτυχώς, αναλαμβάνει ο Τι-Κέι να της απαντήσει σε αυτή της τη δήλωση, γιατί δεν ξέρω κατά πόσο θα αντέξω να συγκρατηθώ στο θέατρο του παραλόγου που έχει στήσει για εμάς αυτή η κοπέλα πρωινιάτικα.
«Κοίταξε να δεις Μίμη. Επειδή έχεις παρεξηγήσει τη στάση μας απέναντι στο θέμα, επέτρεψέ μου να ξεκαθαρίσω λίγο την κατάσταση για να αποφασίσουμε τι θα γίνει από δω και πέρα. Κανένας δεν σε έκρινε για αυτό που έκανες για τον Ματ», λέει και σε αυτό το σημείο η Μίμη προσπαθεί να τον διακόψει αλλά ο Τι-Κέι σηκώνει ευγενικά το χέρι του και της κάνει νόημα να περιμένει λίγο γιατί δεν τελείωσε. «Ούτε εγώ αλλά ούτε και η Μπόνι σε κατακρίνουμε όπως λανθασμένα υπέθεσες, γιατί πολύ απλά δεν μας πέφτει λόγος για ποιον λόγο έκανες αυτό που έκανες και ποια είναι πραγματικά τα συναισθήματά σου για τον αδερφό μου. Όμως, ο Ματ έκανε κάτι πραγματικά ειδεχθές και κατακριταίο: σχεδόν σκότωσε στο ξύλο έναν αθώο συμμαθητή του και γι’ αυτό θα πρέπει να τιμωρηθεί. Και αυτό που χρειάζεται ο Ματ αυτή τη στιγμή δεν είναι δυο φιλαράκια του να ‘’κουκουλώσουν’’ την επίθεση που διέπραξε για να μην τον μάθει ο μπαμπάς και η μαμά και τον μαλώσουν. Αυτό που χρειάζεται είναι δυο φίλους που θα τον φέρουν αντιμέτωπο με την πράξη του, ώστε να έχει την ευκαιρία να μετανιώσει γι’ αυτό που έκανε και να διορθωθεί, και στο μέλλον να μη χρειαστεί να υποβάλλει τον εαυτό του σε ακόμη μία παρόμοια κατάσταση που θα τον αλλοιώσει σαν άνθρωπο και θα τον οδηγήσει σε κρίση ταυτότητας, γιατί προφανώς και ο αδερφός μου δεν είναι κανένας νταής ή μπούλης σε αυτό το σχολείο. Ο Ματ Ντι Κάρλο είναι υπόδειγμα αθλητή, φίλου και το σημαντικότερο, είναι υπόδειγμα μεγαλύτερου αδερφού και παράδειγμα για όλους μας και θα ήθελα να παραμείνει έτσι ακριβώς και στο προσεχές μέλλον».
Η Μίμη έχει βουρκώσει με το μικρό λογύδριο του Τι-Κέι και εγώ έχω απλά εντυπωσιαστεί από τις ικανότητές του πάνω στη χρήση του λόγου αλλά κυρίως από την άποψή του για τον μεγαλύτερο αδερφό του. Το πόσο τον θαυμάζει και τον θεωρεί μάλιστα και πρότυπο, είναι πραγματικά συγκινητικό (αν και δεν ξέρω αν μπορώ να το χαρακτηρίσω και ρεαλιστικό)!
«Και τώρα που τα είπαμε αυτά, πάμε πίσω στην κυρία Άμπροουζ», προτείνω αφού έχουν περάσει μερικά λεπτά και έχουμε χωνέψει όλα όσα ειπώθηκαν.
«Συγγνώμη, αλλά αυτό δεν γίνεται», απαντά αμέσως η Μίμη, σκουπίζοντας προσεκτικά τα πρώτα δάκρυα που εμφανίστηκαν στο πρόσωπό της, έτσι ώστε να μη χαλάσει το μακιγιάζ της.
«Ορίστε;», ανταπαντά αμέσως ο Τι-Κέι, τόσο σοκαρισμένος όσο και εγώ στην επιμονή της φίλης μου να συνεχίσει με το αρχικό σχέδιό της για να ‘κουκουλώσει’ το όλο θέμα.
«Όσο και να πιστεύω όλα αυτά που είπες Τι-Κέι, όσο δίκιο και να έχεις, δεν μπορώ να το κάνω αυτό στον αδερφό σου. Όχι όσο είναι έτσι, σε αυτή την κατάσταση».
«Ποια κατάσταση Μίμη, τι λες;» ρωτά ο Τι-Κέι, δείχνοντας να μην καταλαβαίνει σε τι αναφέρεται η Μίμη.
«Ο Ματ δεν είναι καλά», προσπαθεί να εξηγήσει και η φωνή της σκαλώνει από τη στεναχώρια που την κυριεύει. «Ο αδερφός σου δεν είναι ο εαυτός του. Μετά από την επίθεση στο μαγαζί του Τζο, μετά από το ξόρκι που του έκανε αυτή η μάγισσα... Ο Ματ έχει αλλάξει. Πολύ».
Η εξήγηση της Μίμη με βρίσκει παντελώς απροετοίμαστη. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ πως πίσω από αυτό το περιστατικό αδικαιολόγητης βίας κρύβεται η Μαρί και τα σατανικά σχέδιά της.
«Τι εννοείς ότι έχει αλλάξει; Πώς έχει αλλάξει;», τολμώ να ζητήσω περισσότερες εξηγήσεις που ίσως να μπορέσουν να μου δικαιολογήσουν και το γεγονός ότι η Μίμη κατάλαβε την αλλαγή στη συμπεριφορά του Ματ αλλά όχι ο ίδιος του ο αδερφός.
«Μετά από εκείνη τη βραδιά, άρχισε να αλλάζει. Σχεδόν απότομα. Στην αρχή είχε γίνει πιο ανυπόμονος, πιο απαιτητικός, πιο νευρικός. Όταν τον συνόδεψα δηλαδή πίσω στην επαυλή σας μετά την αρπαγή της Μπόνι. Μάλιστα, έμεινα μαζί του εκείνο το βράδυ γιατί μου μιλούσε συνέχεια για κάποιο εφιαλτικό πρόσωπο που έβλεπε συνέχεια μπροστά του και τον τρομοκρατούσε. ‘’Παραισθήσεις από το σοκ της επίθεσης’’, σκέφτηκα. ‘’Αν μείνω μαζί του και νιώσει ασφάλεια, αύριο θα ξυπνήσει καλύτερα’’, σκέφτηκα. Μέσα στο Σαββατοκύριακό όμως άρχισε να εκνευρίζεται πολύ πιο εύκολα, με το παραμικρό ασήμαντο πράγμα που δεν θα εξελισσόταν όπως το ήθελε, σε σημείο που έπρεπε να χτυπήσει κάτι για να απελευθερωθεί το σώμα του από την ένταση του θυμού που τον έκανε να βράζει. Το Σάββατο μάλιστα, με χτύπησε από τα νεύρα του, επειδή του είπα ότι δεν μπορούσα να μείνω μαζί του πάλι το βράδυ».
«Αποκλείεται! Ο Ματ δεν θα χτυπούσε ποτέ μια κοπέλα. ΠΟΤΕ!», λέει ο Τι-Κέι και κουνά το κεφάλι του πέρα δώθε, αρνούμενος να αποδεχθεί την πραγματικότητα που του παρουσιάζει η Μίμη.
Όμως η Μίμη δεν λέει ψέμματα. Δεν θα έλεγε ποτέ ψέμματα για κάτι τέτοιο. Επιπλέον, φαίνεται ξεκάθαρα στο βλέμμα της πόσο πολύ πονά που τα παραδέχεται όλα αυτά επιτέλους σε κάποιον τρίτο. Αυτός ο πόνος και η αγωνία που εντοπίζω στα γλυκά καστανά της μάτια, με οδηγεί δίπλα της να της κρατώ το χέρι για να την ενθαρρύνω να συνεχίσει.
«Ακριβώς αυτό... Ο Ματ που ξέρουμε δεν θα το έκανε ποτέ αυτό. Βέβαια, όταν συνήλθε από όλο αυτό το κύμα οργής, μου ζήτησε συγγνώμη και είμαι σίγουρη ότι το εννοούσε. Μπορούσα να το δω μέσα στα μάτια του, μέσα στην ψυχή του. Και όπως δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο σε μένα αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη κοπέλα, έτσι δεν θα έκανε και αυτήν την επίθεση στον Ίζι. Γιατί απλά ο Ματ δεν είναι έτσι. Ή τέλος πάντων ο Ματ που ξέρουμε».
«Μα, βρε Μίμη μου... Αν ο Ματ έχει αλλάξει τόσο πολύ μέσα σε τρεις μέρες, τα αδέρφια του δεν θα το είχαν προσέξει; Ο Τι-Κέι δεν θα το έβλεπε;» εκφράζω την πιο εύλογη απορία που θα μπορούσε να δημιουργηθεί σε κάποιον.
«Όχι, γιατί αυτές τις μέρες δεν είδε τον αδερφό του ούτε πέντε λεπτά ο Τι-Κέι. Ο πατέρας τους, από τη μία, δεν τον άφηνε να βγει από την έπαυλη αλλά από την άλλη, δεν τον άφηνε να δει και κανέναν άλλο μετά το συμβάν, ακόμα και την ίδια του την οικογένειά! Εγώ κατάφερα να βρεθώ δίπλα του, χρησιμοποιώντας το χάρισμά μου πάνω στον κύριο Ντι Κάρλο».
«Ναι, αυτό... αυτό είναι αλήθεια», επιβεβαιώνει και ο Τι-Κέι. «Ο πατέρας μας είναι γενικά πολύ αυστηρός και ιδιότροπος και στην περίπτωση του Ματ, μετά το συμβάν, μας είχε απαγορεύσει να τον επισκεφθούμε ακόμα και στο δωμάτιό του».
«Οπότε καταλαβαίνετε ότι δεν μπορούσα να τον αφήσω έτσι! Με είχε τόση πολύ ανάγκη! Δε με ένοιαξε που με χτύπησε, δεν με ενόχλησε που η συμπεριφορά του γινόταν όλο και πιο απρόβλεπτη ή επιθετική. Εγώ το έβλεπα πως με είχε ανάγκη, είχε ανάγκη κάποιος να τον αγκαλιάσει και να του πει πως όλα θα πάνε καλά. Είχε ανάγκη κάποιος να διώξει μακριά τους εφιαλτές του με ένα χάδι, ένα φιλί».
Ο καημένος ο Ματ. Και η καημενούλα η φίλη μου. Ξαφνικά, βλέπω μια άλλη οπτική της όλης μπερδεμένης κατάστασης και νιώθω την καρδιά μου να μαλακώνει απέναντι στη Μίμη και την αυστηρότητά μου να χάνεται. Δεν είναι όλα μαύρα ή άσπρα τελικά, όσο κι αν μας βολεύει πολλές φορές αυτός ο διαχωρισμός για να δικαιολογούμε πιο εύκολα τις επιλογές μας. Υπάρχουν και καταστάσεις τόσο μπερδεμένες όσο αυτή, που χάνονται μέσα σε μια μεγάλη γκρίζα ζώνη, όπου οι έννοιες καλό και κακό, σωστό και λάθος, δίκιο και άδικο στρεβλώνται ή ακόμα και χάνονται παντελώς.
 Ίσως να μην μπορώ να καταλάβω τον πόνο της Μίμη που είναι αναγκασμένη να βλέπει το αγόρι της να υποφέρει, αλλά μπορώ να καταλάβω ότι το μυαλό της έχει χαθεί σε αυτή τη ‘γκρίζα ζώνη’. Επιπλέον, μπορώ σίγουρα να ταυτιστώ με τον Ματ και τα προβλήματά του, ειδικά από τη στιγμή που μπλέχτηκε στα σχέδια της Μαρί. Και ξέρω πολύ καλά, πως από τη στιγμή που η Σκοτεινή Ιέρεια τον έβαλε στο ραντάρ της, τα προβλήματά του δεν πρόκειται να τελειώσουν σύντομα.


Foni Nats