Οι Ψιθυριστές (Κεφάλαιο 6)

ΦΛΑΡΙΟΝ
       Στέκομαι από πάνω της και την ταρακουνάω ανήσυχα, βγάζοντάς την απότομα από το όνειρό της. Η Ντάρια πετιέται όρθια έτοιμη να πολεμήσει έναν άγνωστο εχθρό, και όταν βλέπει ότι είμαι μόνο εγώ, το σώμα της πέφτει πάλι κάτω από εξάντληση.
     «Είχα κλειδώσει. Πώς μπήκες;» ρωτάει σκουπίζοντας τα μάτια της με την ανάστροφη της παλάμης της.
       Χαμογελάω και κάθομαι δίπλα της. Αλήθεια νομίζει ότι θα με σταματούσε αυτό; Πολύ με υποτιμάει.
«Έλιωσα την κλειδαριά». Χαμογελάω παιχνιδιάρικα. «Αφού δεν άνοιγες, τρόμαξα και δεν ήθελα να ανησυχήσω άδικα τον Άσερ». Βιάζομαι ν’ απολογηθώ, όταν βλέπω το έκπληκτο βλέμμα της. Προφανώς το αστειάκι μου θα με βάλει σε μπελάδες.
       Η Ντάρια μορφάζει ενοχλημένη, αλλά δεν με επιπλήττει.
«Απλά ήθελα να μείνω λίγο μόνη και με πήρε ο ύπνος. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Μην ανησυχείς».
       «Σκεφτόσουν την Ρέιβεν;» τη ρωτάω πιάνοντάς της τα χέρια.
Όσο δύσκολο και αν είναι, πρέπει να ξεπεραστεί αυτό το θέμα. Δεν κάνει καλό σε κανέναν μας πόσο μάλλον σε εκείνη και τον Άσερ, που συνδέονται συναισθηματικά μαζί της. Η Ρέιβεν πέθανε. Το ότι εξαφανίστηκε τόσο μυστηριωδώς ήταν κάτι υπερβολικά αναπάντεχο, που μας αναστάτωσε, όμως… το να προσέχουμε την Βασάλτη είναι σημαντικότερο, από το να κυνηγάμε κάτι, που ίσως και να μην υπάρχει πλέον σε αυτόν τον κόσμο.
       Η Ντάρια τραβιέται απότομα, λες και η πράξεις μου την πρόσβαλαν. Ανησυχώ για εκείνη. Δε θα ήθελα να νομίζει πως την λυπάμαι. Αλλά από την άλλη δεν μπορεί να κρατάει τόσο πιεσμένα συναισθήματα για τον εαυτό της. Αν δεν τα μοιραστεί, αν δεν τα ξεφορτωθεί, ο πόνος θα γίνει μεγαλύτερος. Πάντα κάνει τη σκληρή, για να μη φοβίζουν τα καθήκοντα των Φυλάκων τους μαθητές της. Μας αποπνέει σιγουριά και θάρρος και είναι πάντα το καλύτερο παράδειγμα για εμάς, όμως τώρα… μόνο για λύπηση είναι. Ειλικρινά δεν έχω το κουράγιο, να ανησυχώ και για εκείνη πέρα από την ανωριμότητα των αγοριών και την ηλιθιότητα που έχει γεμίσει το κεφάλι της Βασάλτη.
       «Από τότε που την είδα, εκείνη την αναθεματισμένη μέρα στο Αράν την σκέφτομαι. Την αναγνώρισα από την πρώτη στιγμή». Λέει η Ντάρια. «Μοιάζει τόσο πολύ στους γονείς της».
       «Μπορώ να ρωτήσω κάτι τρελό;» 
       Η Ντάρια μου κάνει νόημα να συνεχίσω. Για να είμαι ειλικρινείς και να μη μου έδινε την άδεια, πάλι θα ρώταγα.               
«Υπάρχει περίπτωση η Ρέιβεν να είναι ζωντανή;»
       «Όχι. Την είδαμε όλοι μας να πεθαίνει, όταν παρέδωσε τη Φλόγα στη Βασάλτη. Αλλά και ζωντανή να ήταν, δεν θα μπορούσε να πάει πουθενά απαρατήρητη». Απαντά σκεφτική η Ντάρια. Το πρόσωπό της έχει μια περίεργη όψη, σαν να περνούν και άλλα πράγματα από το μυαλό της.

Ηλιάνα Κλεφτάκη