Το κλειδί του παραδείσου (Κεφάλαιο 6) Τα δώρα των Χριστουγέννων



 Με την εφημερία του νοσοκομείου η Εύα κατάφερε να βρει εύκολα ταξί και μόλις μπήκε μέσα και έδωσε την διεύθυνση της έπιασε αμέσως το κινητό της στα χέρια. Καθώς το ταξί πλησίασε το κτίριο της εταιρίας όπου δούλευε, κόλλησε πάλι το μαγνητικό αυτοκόλλητο στην υποδοχή της μπαταρίας του κινητού, έβαλε την μπαταρία στη θέση της και κλείνοντας το καπάκι ενεργοποίησε το κινητό της.
Οι χαμένες κλείσεις από τον κολλητό της τον Μάρβεϊν ξεπερνούσαν τις εκατό, ενώ τα μηνύματα που είχε στον τηλεφωνητή ήταν πάνω κάτω στον ίδιο αριθμό με τις χαμένες κλήσεις. Πριν προλάβει να ακούσει έστω και ένα μήνυμα, το κινητό της άρχισε να χτύπα.
«Πού είσαι, ρε όργιο; Ξέρεις ότι εδώ και μια ώρα παίρνω συνέχεια τα νοσοκομεία για να δω αν ζεις ακόμα;» στο άκουσμα της αγχωμένης φωνή του Μάρβεϊν τα χείλια της συσπάστηκαν σε ένα συνεσταλμένο χαμόγελο. Πόσα του χρωστούσε αυτού του ανθρώπου;
«Συγνώμη, αλλά ήθελα να μείνω για λίγο μόνη» του είπε απολογητικά τη στιγμή που εκείνος έκανε μια παύση και ο Μάρβεϊν παίρνοντας μια ανακουφιστική ανάσα μαλάκωσε για λίγο την φωνή του.
«Πες μου ότι είσαι καθοδόν» απαίτησε να μάθει.
«Βασικά… πάω σπίτι» είπε κάπως διστακτικά ελπίζοντας να μην ακούσει τον εξάψαλμο.
«Υποσχέθηκες…» προσπάθησε ο Μάρβεϊν να τη μεταπείσει.
«Είμαι κομμάτια, Μάρβεϊν, και έχω να ξυπνήσω πρωί» απολογήθηκε εκείνη και ο φίλος της αυτόματα έφριξε.
«Δεν πιστεύω η σκρόφα να σε φόρτωσε πάλι με τόση δουλειά που θα χρειαστεί να δουλέψεις στις τέσσερις μέρες που θα έπρεπε να κάθεσαι» αναφώνησε με οργή.
«Όχι, τακτοποίησα τις εκκρεμότητες πριν φύγω» τον διαβεβαίωσε.
«Τότε τι δουλειά έχεις;» τώρα ήταν πραγματικά περίεργος.
«Δεν μπορώ να σου πω από το τηλέφωνο…» ξεκίνησε η Εύα και ο Μάρβεϊν, καθώς πιάστηκε από αυτό, μπήκε ξανά δυναμικά στο παιχνίδι.
«Τότε πρέπει να έρθεις οπωσδήποτε από εδώ. Αν δεν έχεις όρεξη για πάρτι, θα τους διώξω αμέσως, ώστε να μείνουμε μόνοι» πρότεινε και η Εύα ένιωσε να γίνεται ακόμα πιο χάλια.
«Μάρβεϊν όχι, μην το κάνεις αυτό για μένα…»
«Για σένα γίνεται το πάρτι, αν δεν το θες εσύ, τότε δεν υπάρχει λόγος να συνεχιστεί» ήταν κάθετος.
«Εντάξει θα έρθω…» του υποσχέθηκε, ενώ χαμηλώνοντας τη συσκευή του κινητού της έδωσε την διεύθυνση του στον οδηγό, για να αλλάξει πορεία. «Αλλά υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα…» συνέχισε προς τον Μάρβεϊν και εκείνος πιάνοντας αμέσως ποιο ήταν το πρόβλημα συμπλήρωσε για εκείνην:
«Πάρε με τηλέφωνο μόλις φτάσεις να κατέβω να πληρώσω το ταξί» της είπε και η Εύα το σκέφτηκε για λίγο.
«Βασικά χρειάζομαι περισσότερα χρήματα» του εξήγησε.
«Πόσα;» τη ρώτησε αμέσως ο Μάρβεϊν πρόθυμος όπως πάντα να την εξυπηρετήσει.
«Γύρω στα πεντακόσια δολάρια;» είπε λίγο διστακτικά.
«Πού έμπλεξες πάλι;» την ρώτησε αγχωμένα.
«Είναι για καλό σκοπό, σου το ορκίζομαι, και φυσικά θα σου τα επιστρέψω όλα μόλις πληρωθώ» του έδωσε τον λόγο της.
«Δεν έχω ανάγκη τα λεφτά σου, μπορείς να τα επιστρέψεις όποτε θες ή και καθόλου, αλλά ανησυχώ για σένα, Εύα, πραγματικά» της είπε με φωνή που δήλωνε όλη την ανησυχία του.
«Μόλις σου εξηγήσω θα δεις ότι είναι για κάτι πολύ καλό. Σου το ορκίζομαι» επανέλαβε πιο πειστικά και εκείνος για λίγο τα παράτησε.
«Εντάξει, θα δω τι μπορώ να κάνω. Τέτοια ώρα που μου το λες…»
«Αν είναι πρόβλημα…» προσπάθησε να τον βγάλει από την δύσκολη θέση, αλλά εκείνος δεν άκουγε κουβέντα.
«Θα μαζέψω όσα μπορώ σήμερα από τους καλεσμένους μου και αύριο θα πάρω προκαταβολή από τη δουλειά για να συμπληρώσω το ποσό. Σίγουρα δε θες παραπάνω;» τη ρώτησε και η Εύα το σκέφτηκε για λίγο.
«Δεν ξέρω…» είπε με ειλικρίνεια. «Αλλά πιστεύω ότι φτάνουν. Αν χρειαστώ παραπάνω…»
«Η προσωπική σου τράπεζα είναι στη διάθεση σου» τη διαβεβαίωσε και αφήνοντας μια ανακουφιστική ανάσα η Εύα χαμογέλασε συγκινημένη.
«Θα σε δω σε λίγο» του υποσχέθηκε.
«Πάρε με τηλέφωνο να κατέβω» επανέλαβε εκείνος και τερματίζοντας την κλήση κοίταξε για λίγο το κενό.
Βλέποντας ότι είχε ακόμα λίγο χρόνο μέχρι να φτάσουν στο σπίτι του Μάρβεϊν, έβγαλε τα ακουστικά που φίλαγε στον χαρτοφύλακα της και συνδέοντας τα με το κινητό της τα έβαλε στ’ αυτιά της και πάτησε την εφαρμογή «ΕΟΣ». Μόλις μπήκε στο περιβάλλον της εφαρμογής, το λογότυπο «Εκδοτικός Οίκος Σόνερ» έκανε αμέσως την εμφάνιση του. Η εφαρμογή αυτή την βοηθούσε να μπαίνει στα αρχεία της εταιρίας που δούλευε μέσα από το κινητό της με τη βοήθεια της αυτοκόλλητης μαγνητικής κάρτας δικτύου που είχε κολλημένη στην υποδοχή της μπαταρίας της. Μπαίνοντας στο κεντρικό σύστημα εμφανίστηκε το πράσινο κουτάκι που της ζήτησε τον κωδικό της και μόλις εκείνη τον πληκτρολόγησε εκείνο άρχισε να διαβάζει τα δεδομένα.
Καλωσορίσατε και πάλι χρήστη Gost. Σε ποιο περιβάλλον επιλέγετε να δουλέψετε σήμερα;
Οι επιλογές που της εμφάνιζε ήταν δύο: «Πραγματικό και Εικονικό». Η Εύα επέλεξε το «Εικονικό».
Μόλις το περιβάλλον εργασίας άλλαξε το λογότυπο «Hot IsLand» με ένα εντυπωσιακό γραφικό που απεικόνιζε ένα παραδεισένιο νησί, την ενημέρωνε ότι έμπαινε στην εικονική επιφάνεια εργασίας της. Όταν η εικονική πόλη εμφανίστηκε, πάτησε το εικονίδιο που έγραφε: «Είσοδος στο παιχνίδι» και το σύστημα αυτόματα τη μετέφερε στο κέντρο ελέγχου του χρήστη Gost.
Στην ουσία ο χρήστης Gost ήταν ο πύργος ελέγχου όλου του παιχνιδιού. Ήταν ένας χρήστης φάντασμα που έλεγχε όλους τους άλλους χρήστες του παιχνιδιού χωρίς να μπορούν να τον δουν, αλλά και που χειριζόταν τους δέκα δικούς της προσωπικούς χρήστες που ναι μεν ήταν εμφανείς στους υπόλοιπους χρήστες, αλλά δεν γνώριζαν ότι άνηκαν στο ίδιο άτομο… δηλαδή σε εκείνην.
Και οι δέκα προσωπικοί σας χρήστες αυτήν τη στιγμή βρίσκονται στην αυτόματη λειτουργία. Με ποιον χρήστη θα θέλατε να εισαχθείτε; τη ρώτησε το σύστημα και η Εύα στο κουτάκι που αναβόσβηνε ο κέρσορας πληκτρολόγησε:
Ενημέρωση εισερχομένων e-mail όλων των προσωπικών μου χρηστών.
Πατώντας enter το σύστημα άρχισε να σαρώνει τα e-mail όλων των χρηστών της κάνοντας της αυτόματα φωνητική και γραπτή ενημέρωση.
«Χρήστης 1: 700.000 νέα δώρο-μηνύματα. Χρήστης 2: 10.000 νέα δώρο-μηνύματα…» και συνέχισε έτσι μέχρι που έφτασε στην τελευταία του ενημέρωση.
«Το σύνολο των δώρο-μηνυμάτων και των δέκα χρηστών σας είναι: Ένα - εκατομμύριο δώρο-μηνύματα. Τι θα θέλατε να κάνετε;» τη ρώτησε και η Εύα μέσα από το μενού επιλογής πάτησε την εντολή: Αποδοχή και αποστολή ευχαριστήριας κάρτας. Μόλις διάλεξε από το σύστημα μια χριστουγεννιάτικη κάρτα, ίδια για όλους, το σύστημα εμφάνισε το επόμενο αυτοματοποιημένο μήνυμα: 
Εισάγετε το προσωπικό σας ευχαριστήριο μήνυμα:
Σε ευχαριστώ για το δώρο σου, ήταν πολύ ευγενικό από μέρους σου που με θυμήθηκες. Σου εύχομαι ολόψυχα λευκά, υγρά και γεμάτα με εκρηκτικούς οργασμούς Χριστούγεννα. Με αγάπη «το όνομα του χρήστη», έγραψε, ενώ στο τέλος έβαλε την παράμετρο, ώστε το σύστημα αυτόματα να συμπληρώσει το όνομα του εκάστοτε χρήστη, όπου έστελνε την κάρτα και μόλις πάτησε αποστολή, το σύστημα συνέχισε:
Τι θα θέλατε να κάνετε τα μηνύματα που λάβατε;
Από το μενού επιλογής εκείνη διάλεξε αμέσως:
Ταξινόμηση και καταγραφή στον Gost.
Μόλις το σύστημα άρχισε να εκτελεί την εντολή της η Εύα κοίταξε για λίγο έξω από το παράθυρο.
Είχε ξεπέσει από τον προσωπικό της παράδεισο πολλά χρόνια πριν, αλλά η κόλαση όπου βρισκόταν τώρα, ήταν ακριβώς αυτό που έλεγε η ίδια η λέξη… Κόλαση. Μπορεί να είχε ξεκινήσει σαν ένα μέσο για να απαλλαγεί από τους ανεπιθύμητους που ήθελαν να εκμεταλλευτούν το κορμί της, αλλά η εξέλιξη του πια είχε γίνει τελείως ανεξέλεγκτη και καταστροφική ιδίως για την ίδια.
Η ταξινόμηση και η καταγραφή στον κεντρικό χρήστη Gost ολοκληρώθηκε, την ενημέρωσε το σύστημα και πριν κλείσει την εφαρμογή, το σύστημα συνέχισε:
Έχετε ένα νέο προσωπικό μήνυμα στον χρήστη 1. Τι θέλετε να κάνετε; τη ρώτησε και από το μενού επιλογής επέλεξε να το ανοίξει για να το διαβάσει.
Νέο προσωπικό μήνυμα. Αποστολέας: Καταραμένος όφις. Παραλήπτης: Έκπτωτος. Μήνυμα: «Λευκά, υγρά, γεμάτα με εκρηκτικούς οργασμούς Χριστούγεννα και σ’ εσένα μούσα μου. Που σε βρίσκω;» διάβασε και παίρνοντας μια γρήγορη ανάσα απάντησε.
Πάνω στον πύργο του Άιφελ να κοιτάζω το κενό.
Έλα αηδίες, της απάντησε ο χρήστης Καταραμένος όφις και η Εύα γέλασε με πικρία.
Μακάρι να ήσουν εδώ. Θα περνάγαμε πολύ ωραία. Όπως τον παλιό καλό καιρό, συνέχισε ο χρήστης Καταραμένος όφις και η Εύα ένιωσε να αναγουλιάζει.
Αιτούμαι τέσσερις μέρες άδεια, έγραψε γρήγορα για απάντηση.
Το αίτημα απορρίπτεται. Έχουμε πολύ δουλειά, της ήρθε η απάντηση του χρήστη Καταραμένος όφις.
Η Έκπτωτος έπαθε υπερκόπωση. Αν δε θες να βουτήξει στο κενό, αποδέξου το αίτημα της, του γύρισε πιο αποφασισμένη.
Δε φαντάζομαι να τα παρατήσεις τώρα που είμαστε τόσο κοντά! Δεν μπορούσε να δει το πρόσωπο του χρήστη, αλλά μπορούσε να το φανταστεί να γεμίζει με φρίκη.
Η Έκπτωτος αιτείται τέσσερις μέρες άδεια, επανέλαβε και έμεινε να περιμένει απάντηση.
Πριν προλάβει να μετρήσει μέχρι το δέκα η απάντηση ήρθε κατευθείαν από το κεντρικό σύστημα: Ο τυχερός χρήστης που κέρδισε το ταξίδι στο Παρίσι με όλα τα έξοδα πληρωμένα είναι η Έκπτωτος. Καλό σου ταξίδι...
Χωρίς να περιμένει άλλο έκλεισε την εφαρμογή και απενεργοποιώντας το κινητό της, έβγαλε την μπαταρία και αφαίρεσε το αυτοκόλλητο, ώστε να μην μπορούν να την εντοπίζουν. Είχε τέσσερις μέρες άδεια… Τέσσερις μέρες να αδειάσει το μυαλό της μακριά από όλους όσους σχετίζονταν με τον Εκδοτικό Οίκο Σόνερ. Πόσο ανακουφιστικό μπορούσε να είναι αυτό!



Χρυσάνθη Καλαφάτη