Το πιάνο στη σοφίτα (Κεφάλαιο 10)


Η Χρυσούλα πετάχτηκε κάθιδρη από το κρεβάτι. Καιρό είχε να δει ένα τόσο παράξενο όνειρο. To στόμα της είχε κολλήσει και ήθελε οπωσδήποτε να βρέξει τη γλώσσα της με λίγο νερό. Αν και ντρεπόταν αρκετά, που βρισκόταν νυχτιάτικα μέσα στο σπίτι του Αντώνη, αποφάσισε να κατευθυνθεί προς την κουζίνα. Πέταξε πρόχειρα τη ζακέτα, που της είχαν αφήσει πιο πριν πάνω στους ώμους της κι άνοιξε προσεκτικά την πόρτα. Δεν ήθελε να ενοχλήσει κανέναν, αφού η ώρα ήταν ήδη περασμένη.
Η κουζίνα δεν απείχε πολύ από το δωμάτιό της κι έτσι εντός ολίγων δευτερολέπτων έβαζε λίγο νερό σε μια κούπα, που βρήκε μπροστά της. Είχε δεν είχε πιει δυο γουλιές, όταν το αυτί της έπιασε έναν παράξενο ήχο. Αρχικά αδυνατούσε να προσδιορίσει τη φύση αυτού του ήχου. H αλήθεια ήταν πως ήταν αρκετά σιγανός, ωστόσο ακουγόταν. Έμοιαζε με αναστεναγμό πόνου μα κι απόλαυσης μαζί. Το σίγουρο πάντως ήταν, ότι προερχόταν από το απέναντι από την κουζίνα δωμάτιο, που από όσο θυμόταν ήταν η κρεβατοκάμαρα της αδελφής του Αντώνη. Η περιέργειά της την ώθησε να κάνει κάνα δυο τρία θαρρετά βήματα προς την πηγή του αναστεναγμού. Σιγά σιγά συνειδητοποιούσε τι ήταν αυτό που άκουγε. Δεν ήταν κάποιος που πονούσε, μα κάποιος που προφανώς βίωνε την υπέρτατη ηδονή. Με το χέρι της κάλυψε το στόμα της, από φόβο μην την προδώσει με κάποια κραυγούλα που ενδεχομένως θα του ξέφευγε.
«Ώστε η Βασιλική έχει αγαπητικό! Και τον μπάζει ξεδιάντροπα μες το σπίτι!» σκέφτηκε πριν ξαναμπεί στο δωμάτιό της.
«Βρε Βασιλική, δεν μπορούσες πιο σιγά;» την μάλωσε χαμηλόφωνα ο Αντώνης. Η γυναίκα τραβήχτηκε απότομα από την αγκαλιά του.
«Για να σου πω, δε θέλω τέτοια! Δεν έχω καταλάβει ακόμη για ποιο λόγο την έχεις κουβαλήσει...»
Ο Αντώνης της έκλεισε το στόμα με ένα παρατεταμένο φιλί.


Η Μάρκαινα, που είχε ακούσει για το θανατικό, ψέλλιζε επί ώρες θρηνητικά:
«Στέλιο μου, μωρό μου, παιδί μου! Γιατί να πεθάνεις εσύ κι όχι εγώ; Άτιμε Θεέ μού πήρες το παιδί μου!»
H Mάρκαινα δεν έκανε ποτέ περίπλοκες σκέψεις έως ότου πάρει μια απόφαση. Έτσι και τώρα έδρασε ακαριαία, έτσι όπως της υπαγόρευε η ψυχή της η λεηλατημένη. Ο γκρεμός που δεν απείχε πολύ, θα γινόταν το μέσο που θα της άνοιγε τον δρόμο για τις πύλες του Χάροντα.

«Μάλιστα...» Ο Peter Meier έπρεπε να μετακινηθεί στην Κρήτη. «Τι στο καλό με θέλουν εμένα σε αεραποβατική επιχείρηση;» σκέφτηκε. Κλείνοντας το τηλέφωνο ο νους του ταξίδεψε πάλι στον κρυφό καημό του, τη Χρυσούλα. Δε θα το άντεχε να φύγει δίχως να τη δει, έστω για μια τελευταία φορά, ας ήταν κι από μακριά.

«Χρυσούλα, πάμε με την Βασιλική μέχρι τη μικρή πλατεία. Έχω κάποιες οικονομικές συναλλαγές με κάποια άτομα και τη θέλω στο πλάι μου, έτσι για γούρι, πώς να σου το πω; Θα τα καταφέρεις να μείνεις μια ώρα μόνη; Εξάλλου κανείς δε γνωρίζει πως είσαι εδώ. Όσο για εκείνο το κουμάσι, τον Meier, έμαθα ότι πήρε πόδι από τα μέρη μας».
Η Χρυσούλα κούνησε πειθήνια το κεφάλι της.
«Πηγαίνετε όπου αγαπάτε. Εγώ θα ετοιμάσω κάτι πρόχειρο για φαγητό, αν θέλετε. Όχι ότι θα φάω... Μπουκιά δεν πάει κάτω…»
Ο άνδρας της χάιδεψε τρυφερά το μάγουλο.
«Μη φτιάχνεις τίποτα. Εδώ μέσα είσαι αρχόντισσα και κυρά! Να το θυμάσαι αυτό!»

Ο Meier βρισκόταν στη μικρή πλατεία. Ήθελε να σκεφτεί πιο καθαρά κι ο χώρος του γραφείου έμοιαζε ακατάλληλος για κάτι τέτοιο. Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να φέρει την εικόνα της μπροστά του. Την εικόνα της Χρυσούλας Πολίτη, της Καρυάτιδάς του. Άξαφνα αισθάνθηκε ένα χέρι να τον χτυπάει φιλικά στην πλάτη.
«Ω, τον αγαπητό μου Meier! Tι ακούστηκε; Φεύγετε για Κρήτη, αγαπητέ μου;»
O Meier δεν του απάντησε, παρά τον κοίταξε με ενόχληση. Δεν είχε καμία διάθεση να συνδιαλεχθεί με κάποιον που ούτε του γέμιζε το μάτι ούτε τον θεωρούσε κατάλληλο για ένα άβγαλτο κορίτσι σαν τη Χρυσούλα. Βλέποντάς τον με την αδελφή του, μια σκέψη τρελή, μια σκέψη παράλογη του "καρφώθηκε". Η γυναίκα δίπλα του μόνο σαν αδελφό δεν τον κοιτούσε.
«Λες να;» σκέφτηκε δυνατά.
Ο Αντώνης, που ήταν τετραπέρατος, "διάβασε" το ύφος του Γερμαναρά. Ίσως έπρεπε να τον βγάλει από τη μέση... Δε θα του χαλούσε τα σχέδια! Η Χρυσούλα μπορούσε να του "προσφέρει" αρκετό παραδάκι, αν τη "δάνειζε" στα κατάλληλα πρόσωπα...


Χριστίνα Καρρά