Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 19) - "Ματωμένη επιστροφή" (μέρος 1ο)

Το πρωί, η Νόρα με ξυπνά κατά τις εφτά και μισή για να ετοιμαστώ και να προλάβει να με πετάξει στο σχολείο. Έχοντας κοιμηθεί ανάλαφρα σαν πουλάκι, ξύπνησα με απίστευτα καλή διάθεση σήμερα, παρόλο που ξυπνώντας, βρέθηκα σε ένα εντελώς ακατάστατο δωμάτιο που θα αναγκαστώ να τακτοποιήσω κάποια στιγμή αργότερα, μιας και τελικά η αδερφή μου αποφάσισε πως δεν θα δούμε σύντομα τον Καναδά από κοντά.
Τέλεια!
Βγαίνω από την ντουζιέρα και αφού στεγνώσω γρήγορα τα μαλλιά μου, βάζω ένα λευκό αμάνικο φανελάκι με ένα στενό ψηλόμεσο τζιν και ένα ζευγάρι γκρι αθλητικά παπούτσια. Λίγο ρουζ στα μάγουλα να πάρουν χρώμα, μαύρο μολύβι και μπόλικη μάσκαρα για να αναδείξουμε το πράσινο μάτι μας και ένα κραγιόν στο χρώμα του σάπιου μήλου για την πρωινή μας εμφάνιση. Έχει ζεστό καιρό, αν και Οκτώβρης μήνας, οπότε για σακάκι επιλέγω από την ντουλάπα μου ένα κοντό, τζιν τζάκετ με διάφορες κονκάρδες καρφιτσωμένες πάνω του, στο μέρος της καρδιάς. Βάζω και τα ρούχα της Κάρι σε μια σακούλα να της τα επιστρέψω στο σχολείο και αφού παίρνω τη σχολική μου τσάντα, τρέχω γρήγορα να μπω στο αυτοκίνητο για να φύγουμε.
«Καλημέρα Μπόνι.  Φαίνεσαι πολύ καλά σήμερα. Φαίνεσαι... ο εαυτός σου», λέει η αδερφή μου μόλις κλείνω την πόρτα. Η ίδια είναι φυσικά ντυμένη στην τρίχα για να πάει στο γραφείο, με το μεσάτο στενό ταγιέρ της σε μαύρο χρώμα και να υπέροχα, μακριά, μεταξιένια μαλλιά της πιασμένα ψηλά σε μια αυστηρή κοτσίδα. Το μακιγιάζ της αυστηρό και διακριτικό, σε γήινες αποχρώσεις, με μια εξαίρεση όπως πάντα στο κραγιόν, που παίζει σε πιο ζωηρά χρώματα. Σήμερα έχει επιλέξει για τα χείλη της ένα σκούρο ροζ που κάνει απίστευτη αντίθεση με το χρώμα της επιδερμίδας της και τα κατάλευκα δόντια της και επιπλέον κάνει τα χείλη της να φαίνονται ακόμα πιο ζουμερά.
«Ευχαριστώ. Νομίζω το ίδιο μπορώ να πω και για σένα», ανταπαντώ στην φιλοφρόνηση και χαμογελαστές και οι δυο μπαίνουμε στο αυτοκίνητο της.
Περάσαμε τα δεκαπέντε λεπτά της διαδρομής για το σχολείο χαζολογώντας για ρούχα, μαλλιά και νύχια όπως τις παλιές καλές μέρες, που δεν είχαμε να χωρίσουμε τίποτα σαν αδερφές. Επιστροφή στα παλιά λοιπόν, χάρη στον πατέρα του Ματ Ντι Κάρλο και τις δουλειές που έχει με την αδερφή μου! Να θυμηθώ να ευχαριστήσω τον Ματ - αν κατέβει σήμερα για μάθημα.
Χαιρετώ την αδερφή μου με ένα φιλί στον αέρα και μπαίνω στο προαύλιο. Ο πρώτος που συναντώ μπροστά μου είναι ο Ίζι Κάρτερ, ο αιώνια ερωτευμένος με τη Μίμη, αρχηγός της λέσχης σκακιού του Λυκείου μας. Το στυλ του είναι όπως πάντα ελαφρώς ατημέλητο, με το πράσινο καρό πουκάμισάκι του κουμπωμένο μέχρι το γιακά, να κρέμεται λιγουλάκι έξω από το τζιν του και τα κόκκινα σκονισμένα σταράκια του να χρειάζονται επειγόντως ένα μπάλωμα στο μπροστινό τους μέρος. Αυτό που φαίνεται διαφορετικό είναι η διάθεσή του. Μοιάζει κάπως... λυπημένος.
«Καλημέρα Ίζι. Τι κάνεις; Όλα καλά;»
«Ω, Μπόνι καλημέρα!», μου λέει και αμέσως το πρόσωπό του φωτίζεται με ένα ειλικρινές, τεράστιο χαμόγελο. «Επιτέλους επέστρεψες! Ήσουν άρρωστη; Μπορώ να σου δώσω τις σημειώσεις μου αν θέλεις, για να αναπληρώσεις το χαμένο χρόνο».
«Ναι, δεν ήμουν και πολύ καλά», του λέω και ο τρόπος που διορθώνει τα κοκκάλινα γυαλιά του πάνω στη μύτη του είναι τόσο χαριτωμένος, που με κάνει να χαμογελάσω. Όπως επίσης χαριτωμένη είναι και η ειλικρινής πρόθεσή του να με βοηθήσει τόσο άμεσα με τα σχολικά μου προβλήματα.
«Ελπίζω να μην είχες τίποτα κολλητικό», με ρωτάει και κάνει ένα βήμα προς τα πίσω. Από τον τρόπο που συνεχίζει να μου χαμογελά, καταλαβαίνω ότι προσπαθεί να κάνει ένα αστείο και έτσι του κάνω τη χάρη και γελάω δυνατά.
«Όχι, όχι μην ανησυχείς. Είμαι τελείως καλά τώρα», τον ενημερώνω και του χαϊδεύω απαλά το μπράτσο.
«Να πάρε», μου λέει αμέσως και μου δίνει ένα ντοσιέ από τα αυτά που στηρίζει κάτω από τη μασχάλη του. «Είναι πολύ καλές σημειώσεις και να σε ενημερώσω ότι δίνουμε τεστ την Πέμπτη στη γεωμετρία».
«Ου, τέλεια», σχολιάζω χωρίς φυσικά να το εννοώ και τότε παρατηρώ πως το βλέμμα του Ίζι τρέχει κάπου πίσω μου και δείχνει ανήσυχο και ακόμα πιο θλιμμένο από πριν. Τότε γυρνάω κι εγώ προς την κατεύθυνση που κοιτά, για να δω τι συμβαίνει και αυτό που αντικρίζω με φέρνει ένα βήμα πριν το εγκεφαλικό! Η Μίμη Πιτ και ο Ματ Ντι Κάρλο αγκαλιά κάτω από το κιόσκι, να χαϊδεύονται προκλητικά μπροστά σε όλους και να ανταλλάσουν γλωσσόφιλα- και όχι μόνο δυστυχώς- χωρίς να κρατάνε τα προσχήματα και τους κανόνες ενδοσχολικής συμπεριφοράς ούτε στο ελάχιστο! Έτσι εξηγείται και η πεσμένη διάθεση του Ίζι, που είναι κρυφά (ο κόσμος το ‘χει τούμπανο βέβαια) ερωτευμένος με τη Μίμη εδώ και κάτι αιώνες. Με κάτι τέτοιες συμπεριφορές πάντως, μπορεί κάποιος να βρεθεί τιμωρία τρεις ώρες μετά το σχόλασμα και είμαι σίγουρη ότι το ζευγαράκι μας δεν θα άντεχε τόσο πολύ χρόνο να φερθεί κόσμια, όσους επιτηρητές κι αν είχαν επιστρατευτεί για αυτόν το σκοπό.
Τη στιγμή που σκέφτομαι πόσο ανάρμοστη είναι αυτή η συμπεριφορά και ότι η φίλη μου θα έπρεπε να ξέρει καλύτερα πώς να συμπεριφερθεί μπροστά σε όλο το σχολείο, ειδικά αν τη νοιάζει-και ξέρω ότι τη νοιάζει- τι θα λένε όλοι, όταν χωρίσει με τον κύριο Καζανόβα από κει, αυτή ακριβώς τη στιγμή με εντοπίζει η Μίμη με τη ματιά της. Αφού κλειδώνουν για λίγο τα βλέμματα μας, αφιερώνω αυτές τις λίγες στιγμές για να ευχαριστήσω την τύχη μου που η φίλη μου δεν έχει το χάρισμα να διαβάζει σκέψεις, αύρες ή κάτι παρεμφερές. Έπειτα, τη βλέπω να προσπαθεί να ξεφύγει από την ερμητικά κλειστή αγκαλιά του Ματ, με χαζά χαμόγελα και πειράγματα και να κατευθύνεται τελικά προς εμένα και τον Ίζι, ξαναμμένη και αναμαλλιασμένη, αλλά ακόμα χαμογελαστή.
«Μπόνι!», ξεφωνίζει χαρούμενη και ξεκινά να τρέχει ανάλαφρα και χαριτωμένα προς το μέρος μας, με τα χέρια ανοιχτά, για να με αγκαλιάσει. Φυσικά ανταποκρίνομαι το ίδιο ζεστά στο καλωσόρισμά της, ανοίγοντας κι εγώ την αγκαλιά μου σε αυτήν για να πέσει μέσα της με φόρα και να τη σφίξω με τόση δύναμη πάνω μου, όση χρειάζεται για να καταλάβει πόσο πολύ μου έλειψε και πόσο χαίρομαι που είναι και αυτή καλά.
«Γεια σου εμ, Μίμη», ακούω τη φωνή του Ίζι από δίπλα, σε ένταση που μόλις αντιλαμβάνεται η ανθρώπινη ακοή, να χαιρετά τη φίλη μου δειλά δειλά και ντροπαλά.
«Επιτέλους είσαι εδώ», μου λέει η Μίμη σχεδόν ψιθυριστά και μπορώ να καταλάβω τη συγκίνηση στη φωνή της. «Να ‘ξερες πόσο πολύ ανησύχησα. Φοβήθηκα ότι σε έχασα για πάντα».
«Είμαι εδώ τώρα. Επέστρεψα για τα καλά», της απαντώ αλλά δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι τα λόγια της δεν συμβαδίζουν απόλυτα με τις πράξεις της. Με αυτά που μου είπε ο κύριος Ντι Κάρλο, λογικά η Μίμη δεν έχει ξοδέψει ούτε λεπτό για να προσπαθήσει να με βρει, ή έστω να βοηθήσει τα αδέρφια Χάλιγουελ να με εντοπίσουν, αφού περνούσε το χρόνο της όλες αυτές τις μέρες στην έπαυλη Ντι Κάρλο, κάνοντας, ποιος ξέρει τι, με τον αγαπημένο της ξανθομπάμπουρα.
«Γ-γειά σου Μ-μίμη», επαναλαμβάνει λίγο πιο δυνατά τώρα ο Ίζι και αντιλαμβανόμενη πλέον την παρουσία του, η Μίμη χαλαρώνει την αγκαλιά της και γυρνάει να τον χαιρετήσει.
«Ω, γεια σου, Ίζι», λέει η Μίμη απολογητικά που δεν τον χαιρέτησε νωρίτερα και τινάζει με χάρη προς τα πίσω μια τούφα από τα μαλλιά της. Έπειτα φέρνει το χέρι της απαλά στη βάση του λαιμού της και μετά το περνά μπροστά από το στήθος της, κάνοντας τον Ίζι να κολλήσει το βλέμμα του στο εντυπωσιακό ντεκολτέ της. Είναι φυσικά από τις κινήσεις της που μπορούν να ξετρελάνουν έναν άντρα, πόσο μάλλον κάποιον που είναι ήδη τόσο τσιμπημένος μαζί της. Αλλά για να το κάνει αυτό τώρα, μάλλον κάτι θέλει να κερδίσει. «Συγγνώμη απλά έχω καιρό να δω την Μπόνι και μου έλειψε. Τι κάνεις εσύ; Μήπως είναι έτοιμη η εργασία του Ματ;»
«Ν-ναι, ναι φ-φυσικά και είναι έτοιμη», λέει σαστισμένος ο Ίζι, τραβώντας αναγκαστικά τα μάτια του μακριά από το απολαυστικό θέαμα, για να βρει στα χαρτιά που κουβαλάει, την πολυπόθητη εργασία.
«Του Ματ;», ρωτάω διακριτικά τη Μίμη δίνοντας όσο πιο αποδοκιμαστικό τόνο γίνεται στη φωνή μου. Εντάξει να εκμεταλλεύεται το ενδιαφέρον του Ίζι για την ίδια, το καταλαβαίνω. Δεν το εγκρίνω φυσικά, αλλά το καταλαβαίνω και είναι και δικαίωμα του Ίζι να θέλει να κάνει κάτι για την κοπέλα που του αρέσει. Αλλά να κάνει τις εργασίες του γκόμενου της κοπέλας που του αρέσει και μάλιστα με δική της παρότρυνση, αυτό το βρίσκω εξωφρενικό.
Η Μίμη αγνοώντας την ερώτησή μου, γέρνει ναζιάρικα προς τη μεριά του Ίζι και του σκάει ένα θορυβώδες φιλί στο μάγουλο, ευχαριστώντας τον παράλληλα για τον κόπο του. Ο Ίζι, κατακόκκινος σαν παντζάρι, φέρνει ευλαβικά το χέρι του πάνω στο μάγουλό του, στο σημείο που τον φίλησε η Μίμη και ένα ντροπαλό χαμόγελο ασυναγώνιστης ευτυχίας θρονιάζεται στο πρόσωπό του. Η ευτυχία του αυτή όμως κρατάει μόλις τρία δευτερόλεπτα.

«Τι κάνεις ρε γυαλαμπούκα με το κορίτσι μου;», ακούγεται ο Ματ να φωνάζει εξοργισμένος προς τον Ίζι, τρέχοντας απειλητικά προς το μέρος του από την άλλη άκρη του προαυλίου. Πριν καλά καλά αντιληφθούμε την αντίδραση του Ματ, αυτός έχει φτάσει ήδη, μέσα σε νανοδευτερόλεπτα, μπροστά από τον Ίζι. Το φουσκωμένο από τη γυμναστική στήθος του, κάνει τον μικροκαμωμένο Ίζι να μοιάζει ακόμα περισσότερο με αδύναμο μικροσκοπικό μυρμιγκάκι, ειδικά έτσι όπως έχει ζαρώσει από το φόβο του μπροστά στον αθληταρά του σχολείου. «Κανένας δεν κλέβει το κορίτσι του Ματ Ντι Κάρλο, κατάλαβες μαλάκα;», δηλώνει με δόντια σφιγμένα από θυμό και με μάτι οργισμένο, που γυαλίζει. Έπειτα, σηκώνει το δεξί του χέρι και με μια δυνατή μπουνιά στο πρόσωπο, ρίχνει κατευθείαν στο πάτωμα τον Ίζι, τρία μέτρα μακριά από εμάς.

Foni Nats