Στη λάθος πλευρά του παραδείσου (Κεφάλαιο 19)

Η Χαρά κοιτούσε σε κάποιο αόριστο σημείο στον ορίζοντα, σκεφτική, θλιμμένη και χαμένη στις σκέψεις της. Ο Αλέξανδρος, απέναντί της, έμενε και αυτός σιωπηλός σάμπως δεν ήθελε να διακόψει την ονειροπόληση της. Στο βάθος, ένας κόκκινος ήλιος αργοπέθαινε καθώς έδυε πίσω από τα βουνά. Έτριψε τον αυχένα της και αναστέναξε. Χαμήλωσε το κεφάλι της.
«Συγγνώμη για το ξέσπασμα μου πριν» είπε χωρίς να τον κοιτά «Δεν ξέρω τι με έπιασε».
Της κράτησε το χέρι και της χαμογέλασε «Δεν πειράζει, αρκεί που μου τηλεφώνησες».
Το πρόσωπό της πήρε μια έκφραση τραγική. Προσπάθησε να χαμογελάσει μα δεν της βγήκε.
«Που να πηγαίνουν άραγε τα ανεκπλήρωτα όνειρα όταν πεθαίνει κανείς;»
«Σε παρακαλώ» της είπε «Μη μιλάς έτσι…»
Η Χαρά γύρισε και τον κοίταξε. Τα μάτια της είχαν βουρκώσει. Τον κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια «Φοβάμαι».
Πήγε κοντά της και την αγκάλιασε. Την έσφιξε τρυφερά επάνω του και της ψιθύρισε «Να μη φοβάσαι! Εγώ είμαι εδώ».
Έκλεισε τα μάτια και τη φίλησε στα μαλλιά.

Στην άλλη άκρη της πόλης, η Αμαλία πηγαινοερχόταν πάνω κάτω μέσα στο σαλόνι σαν μαινόμενος ταύρος. Η Αρετή απολάμβανε με σαδιστική σχεδόν ικανοποίηση την όλη κατάσταση. Με ένα μαρτίνι στο χέρι, καθισμένη στην πολυθρόνα, ξεφύλλιζε τάχα αδιάφορα ένα περιοδικό μόδας.
«Χάλια η φετινή καλοκαιρινή κολεξιόν» είπε αμέριμνη.
«Πες μου σε παρακαλώ πως αστειεύεσαι!» απάντησε γεμάτη οργή.
«Όχι αλήθεια! Χάλια είναι».
Η Αμαλία της τράβηξε εξοργισμένη το περιοδικό και το πέταξε στο πάτωμα. Η Αρετή την κοίταξε με υπεροπτικό ύφος και ένα σαρδόνιο χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη της.
«Μου είπε ότι έχει κάνει και περιτομή…»
«Αρκετά! Ξέσπασε όλο μένος η μητέρα της. Δεν σου επιτρέπω!»
Η Αρετή σηκώθηκε και την πλησίασε τόσο που τα πρόσωπα τους σχεδόν εφάπτονταν. Μπορούσε να μυρίσει το χνότο της που βρομούσε αλκοόλ. Την κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια.
«Κι αν δεν σταματήσω τι; Θα τρέξεις να το πεις στον  “κύριο” Γεράσιμο;»
Η Αμαλία την κοίταξε κατάπληκτη «Τι εννοείς;» τη ρώτησε σοκαρισμένη.
«Να χαρείς μητέρα, δεν είμαι κανένα μωρό. Μπορώ και καταλαβαίνω αυτά που βλέπω».
Η Αμαλία προσπάθησε να πάρει το ύφος της προσβεβλημένης «Δεν έχεις ιδέα τι σου γίνεται. Η σχέση μου με τον Γεράσιμο, τον κύριο Αναφιώτη θέλω να πω, είναι καθαρά επαγγελματική».
Η Αρετή χαμογέλασε αυτάρεσκα.
«Και μην αλλάζεις θέμα».
«Και ποιο είναι το θέμα μας αλήθεια;»
«Τι δουλειά έχεις εσύ με ένα βρομό-Εβραίο;»
«Είναι... Πώς μου το είπες; Μια σχέση επαγγελματική».
Γύρισε την πλάτη κι έφυγε παρά τις φωνές της μάνας της να γυρίσει πίσω. Την είχε εκνευρίσει και ένιωθε απόλυτα ικανοποιημένη. Δεν την ενδιέφεραν διόλου οι γκομενοδουλειές της και ακόμα και το γεγονός ότι κεράτωνε τον πατέρα της την άφηνε παγερά αδιάφορη. Το κινητό της άρχισε να χτυπά.
«Έλα Χριστίνα» είπε «Βεβαίως να βρεθούμε. Εντάξει, στο γνωστό καφέ σε μισή ώρα».
Το γωνιακό καφέ ήταν για άλλη μια φορά γεμάτο. Η πρόσφατη ανακαίνιση είχε δώσει την απαραίτητη τονωτική ένεση στην εδώ και καιρό πεσμένη κίνησή του. H Χριστίνα ίσιαξε λίγο τη φράντζα της. Μια ματιά στο Ρόλεξ ρολόι της επιβεβαίωνε αυτό που ήδη υποπτευόταν. Η αδελφή της είχε για άλλη μια φορά αργήσει.
«Αναίσθητη σκύλα!» ψέλλισε καθώς ρουφούσε λίγο χυμό αβοκάντο με το καλαμάκι.
 Ο άνδρας στο απέναντι τραπέζι κοιτούσε και ξανακοιτούσε την οθόνη του κινητού του. Φαινόταν λίγο νευρικός κι ανυπόμονος. Η Χριστίνα του χαμογέλασε, ήταν πολύ ελκυστικός αν και λίγο μελαμψός για τα γούστα της. Σίγουρα δεν ήταν Έλληνας καθώς τα χαρακτηριστικά του παρέπεμπαν στη Μέση Ανατολή.

«Σαράβαλο!» ξεφύσηξε η Αρετή.
 Δεν ήταν η πρώτη φορά που το ακριβό αυτοκίνητό της είχε συμπεριφορά σακαράκας! Βιαστικά πληκτρολόγησε ένα μήνυμα για τη Χριστίνα κι ένα για τον Τζόναθαν. Αναγκαστικά έπρεπε να περιμένει την οδική βοήθεια. Μόνη της δεν τα έβγαζε πέρα.

«Ο Αλλάχ είναι μεγάααλοοος!
Ο μελαμψός άνδρας άρχισε να πυροβολεί ανεξέλεγκτα με το περίστροφο, σκορπώντας απλόχερα τον θάνατo με ύφος ηδονικό. Ένα-ένα τα θύματα έπεφταν σαν χάρτινες κούκλες μπροστά στα πόδια του. Η μυρωδιά του αίματος απλώθηκε στα ρουθούνια του. Η Χριστίνα έσκυψε προσπαθώντας να κρυφτεί κάτω από το χαμηλό τραπεζάκι. Ήταν η πρώτη φορά που βλαστημούσε την ώρα και τη στιγμή που δεν ήταν κοντή. Τα μακριά της πόδια δεν χωρούσαν με τίποτα κάτω από το έπιπλο, ξεχώριζαν από χιλιόμετρο!
Ο μακελάρης την αντιλήφθηκε αμέσως. Με βίαιο τρόπο την έσυρε έξω από την ακατάλληλη κρυψώνα της.  Ένας γεροδεμένος θαμώνας άρπαξε την ευκαιρία που νόμιζε ότι του δόθηκε και επιχείρησε να τον ακινητοποιήσει. Ο δράστης όμως είχε από παντού μάτια. Ακαριαία στράφηκε προς τη μεριά του κολλώντας του το όπλο στον κρόταφο. Τα μυαλά του εκσφενδονίστηκαν στην κυριολεξία σε όλο τον χώρο.
Κάποιοι έχασαν τη ζωή τους από τις τσιρίδες τρόμου που δεν μπόρεσαν να καταπνίξουν. Η Χριστίνα βρήκε τον τρόπο να του ξεφύγει κι έτρεξε με όση τόλμη της είχε απομείνει ακόμη προς τη συρόμενη εξώπορτα. Τα ακροδάχτυλά της ακουμπούσαν την εντυπωσιακή γυάλινη πόρτα. Κατάφερε να τη σύρει ελαφρώς. Η μισή παλάμη της αισθανόταν ήδη τον κάπως παγωμένο αέρα, όταν...
Ο άνδρας τη βούτηξε από τη μακριά αλογοουρά της. Η Χριστίνα άρχισε να κλαψουρίζει, πράγμα που εκνεύρισε τον οπλοφόρο ακόμη πιο πολύ. Από τη δεξιά του τσέπη έβγαλε έναν σουγιά. Εν ριπή οφθαλμού της έκοψε την καρωτίδα. Ο πανικός έφτασε στο αποκορύφωμά του. Ο υπόκωφος ήχος που έκανε το περίστροφο μόλις πάτησε τη σκανδάλη, την ώρα που το τοποθετούσε μες τη στοματική του κοιλότητα, έκανε τους πέντε που είχαν γλιτώσει να ανασάνουν ανακουφισμένοι.

Ο Αλέξανδρος είχε ήδη αποχαιρετήσει τη Χαρά. Τα συναισθήματα του ήταν ανάμικτα. Ναι μεν ένιωθε πολύ βαθιά πράγματα γι' αυτό το κορίτσι, ωστόσο ήταν υποχρεωμένος να ξεκαθαρίσει τα πράγματα με την Αρετή. Εξάλλου κάποτε δήλωνε τρελός και παλαβός μαζί της!
Σε ό,τι αφορούσε τώρα την αδελφή της τη Χριστίνα, εδώ τα πράγματα μπερδεύονταν κάπως. Ήταν σίγουρος πως θα του έκανε ξανά ερωτική κρούση και κάτι τέτοιο δεν το επιθυμούσε καθόλου. Ήταν απόλυτα δοσμένος στη Χαρά. Όπως ήταν σταματημένος στο δεύτερο φανάρι, έστρεψε το βλέμμα του προς την απέναντι αριστερή μεριά. Πλήθος ανθρώπων ήταν συγκεντρωμένο έξω από ένα γνωστό καφέ. Δύο ασθενοφόρα, ένα περιπολικό και τα βαν των μεγαλύτερων τηλεοπτικών σταθμών συμπλήρωναν την όλη εικόνα.
«Τι στο καλό να 'γινε;» μουρμούρισε πατώντας απότομα γκάζι καθώς κάποιοι οδηγοί κόρναραν επίμονα εξαιτίας της καθυστέρησης του.

 Η Αμαλία είχε ξαπλώσει στο αφράτο κρεβάτι της. Η τηλεόραση στην κρεβατοκάμαρα ήταν ανοιχτή μιας και παρακολουθούσε μια παλιά χολιγουντιανή ταινία. Πόσο της άρεσε η Ρίτα Χέιγουορθ! Θηλυκό παλιάς κοπής!
«Διακόπτουμε τη ροή του προγράμματος μας για ένα έκτακτο δελτίο!»
Η Αμαλία έκλεισε με νεύρα την τηλεόραση.
«Άι στο διάολο!» έκανε καθώς παραδινόταν στην αγκαλιά του Μορφέα.

Η Αρετή πλήρωνε τους ανθρώπους της οδικής βοήθειας.
«Ο κούκος αηδόνι μου στοίχισε πάλι!» μονολόγησε καθώς έβαζε μπρος «Θα σε φτιάξω εγώ Χριστίνα που δεν μου σηκώνεις το τηλέφωνο!» έκανε καθώς προσπαθούσε για πολλοστή φορά να επικοινωνήσει μαζί της.


Χριστίνα Καρρά
             Ηλίας Στεργίου