Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 25) - Ραντεβού στο μώλο - Μέρος 1ο

«Μ’ αρέσει που με στήνεις και μετά έχεις και το θράσος να κάνεις χιούμορ», του απαντώ νευριασμένη, δίχως να γυρίσω να τον κοιτάξω.
«Ω, έλα τώρα, αφού ξέρεις πως είναι μέρος της γοητείας μου», μου απαντά σχεδόν νιαουριστά και ναζιάρικα. Το σοκ από το ύφος του είναι μεγάλο-δεν θα πίστευα ποτέ και κανέναν λόγο ότι ο Κα Τέρνερ έχει και ναζιάρικη πλευρά- αλλά επιλέγω να μην του το δείξω. Έτσι του απαντώ συνεχίζοντας να έχω καρφωμένο το βλέμμα μου στην υπέροχη και μαγευτική εικόνα του φεγγαριού που θαυμάζω εδώ και αρκετή ώρα.
«Η αργοπορία είναι μέρος της γοητείας σου;»
«Όχι, βέβαια», μου απαντά αμέσως, και ο χαρούμενος τόνος στη φωνή του με κάνει να γυρίσω τελικά να τον κοιτάξω. «Το θράσος όμως είναι».
Παρά το γεγονός ότι είμαι τέρμα εκνευρισμένη, εώς και εξοργισμένη, με το στήσιμο, το ύφος και το θράσος του κυρίου Τέρνερ, δεν μπορώ να μη χάσω την ανάσα μου και μερικούς χτύπους από τον ρυθμό της καρδιάς μου όταν τον βλέπω μπροστά μου. Η ψηλή, λυγερή και επιβλητική κορμοστασιά του σε συνδυασμό με το χλωμό και απόκοσμο φεγγαρόφως που πέφτει από την τέλεια γωνία πάνω του, του προσδίδουν μια διάσταση παραμυθένια. Και αν σκεφτείς  πως βρισκόμαστε στην πιο ατμοσφαιρική μεριά της περιοχής μας, έχοντας στη διάθεσή μας ένα πανέμορφο γεμάτο φεγγάρι και το μοναδικό φαινόμενο με τις πυγολαμπίδες γύρω μας, όλα αυτά κάπως συνηγορούν στο να καταφέρει να έχει έξτρα πόντους εντυπωσιασμού στο μανίκι του.
Λίγα λεπτά σιωπής, για να επανακτήσω τον ρυθμό της αναπνοής μου αρκούν για να τον κάνουν να με πλησιάσει περισσότερο και με τη βοήθεια του φυσικού φωτισμού μπορώ πλέον να διακρίνω καθαρά και τα χαρακτηριστικά του. Ατημέλητο μαλλί με μελαγχρινές τουφίτσες να πέφτουν παιχνιδιάρικα στο μέτωπό του, μαύρο δερμάτινο τζάκετ μηχανής και επίσης μαύρο μπλουζάκι και παντελόνι. Το έντονο, αινιγματικό βλέμμα του είναι καρφωμένο πάνω μου και ο συνδυασμός με το κυνικό και αυτάρεσκο χαμόγελο στο πρόσωπό του βοηθούν στο να βρω και πάλι τη λαλιά μου.
«Έχεις πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου τελικά», του απαντώ με ύφος παρόμοιο με αυτό της βασίλισσας της Αγγλίας και χρησιμοποιώντας τα χέρια μου, δίνω ώθηση στον εαυτό μου για να σηκωθώ από το χώμα.
«Χμ, αν το πίστευες αυτό δε θα έβγαινες ραντεβού μαζί μου», μου απαντά και συνεχίζει να στολίζει το πρόσωπό του αυτό το ειρωνικό χαμόγελο που τόσο πολύ με ενοχλεί και με εκνευρίζει.
«Αν νομίζεις ότι είμαστε σε ερωτικό ραντεβουδάκι, πλανάσαι πλάνην οικτράν», του απαντώ και υιοθετώ κι εγώ το κυνικό μου ύφος. Αφού σκουπίζω τα χέρια μου στα πλαϊνά του παντελονιού μου, βάζω τα χέρια μου στη μέση για να του εξηγήσω το όνειρο. «Είμαι εδώ καθαρά και μόνο για τις πληροφορίες που μου υποσχέθηκες».
«Α, ναι τις πληροφορίες», μου απαντά στο ίδιο πάντα ύφος.
«Λοιπόν; Σε ακούω».
«Όχι, όχι εδώ, έτσι στο όρθιο», μου λέει και μου δείχνει με τα χέρια του το δρόμο που θέλει να ακολουθήσουμε. «Πάμε να κάτσουμε λίγο πιο εκεί».
Τον αφήνω να περάσει μπροστά και να με καθοδηγήσει ως προς την κατεύθυνση που θέλει να πάρουμε. Με αργό, χαλαρό βηματισμό και βυθισμένοι στην απόλυτη σιωπή περπατάμε προς το τέλος του Ακρωτηρίου και πραγματικά αναρωτιέμαι ποιο θα είναι το σημείο που θα τον εμπνεύσει αρκετά ώστε να αρχίσει να μου μιλάει για το θέμα που μας καίει.
«Εδώ. Εδώ είναι μια χαρά», μου λέει και μου δείχνει προς το σημείο που τελειώνει το έδαφος και ξεκινάει το υγρό στοιχείο της φύσης. Σε αυτό το σημείο, υπό φυσιολογικές συνθήκες, υπάρχει ένας παλιός, αχρησιμοποίητος εδώ και χρόνια, ξύλινος μώλος, ο οποίος στέκεται αγέρωχος και σαπίζει με την ησυχία του πάνω από τα νερά του Τέμπους, χωρίς να νοιάζεται κανένας για τη συντήρησή του. Με την ανθρώπινη  παρέμβαση όμως κάποιου πολύ ρομαντικού νέου, αυτός ο μώλος έχει μετατραπεί αυτή τη βραδιά στο πιο υπέροχο και ζεστό σημείο για πικ νικ και χαλάρωση κάτω από τα αστέρια, καθώς έχει τοποθετήσει πάνω στα σανίδια του, μια ζεστή, καρό, μάλλινη κουβερτούλα και γύρω της πολλά, μικρά και μεγάλα, αναμμένα κεριά. Στην άκρη υπάρχει τοποθετημένο ένα ψάθινο καλάθι από το οποίο και ξεπροβάλλει ο λαιμός από ένα μπουκάλι κρασί, ενώ έξω από αυτό, στέκονται καμαρωτα δυο κολωνάτα, γυάλινα ποτήρια.
«Λυπάμαι που θα σου χαλάσω την έμπνευση, αλλά δεν μπορούμε να κάτσουμε εδώ Κα. Το μέρος είναι κατειλλημένο».
«Μα και βέβαια είναι», μου απαντά αμέσως. «Από εμάς τους δυο», συμπληρώνει και το σαγόνι μου ετοιμάζεται για ελεύθερη πτώση.
«Τι εννοείς; Εσύ το έστησες όλο αυτό;»
«Σίγουρα πάντως δεν το έστησαν καλλικάντζαροι», μου λέει κοροϊδευτηκά και προχωρά με αυτοπεποίθηση προς το μώλο.
Μα είναι δυνατόν αυτός ο άνθρωπος να έκανε κάτι τόσο όμορφο και ρομαντικό για μένα και την ίδια στιγμή να είναι τόσο... τόσο... βλάκας και αλαζόνας; Η περίπτωσή του χρήζει ιατρικής φροντίδας νομίζω. Εκτός αν ήδη παίρνει χάπια και μας το κρύβει.
Σαστισμένη ακόμα από την συνειδητοποίηση πως ο Κα Τέρνερ μπορεί να είναι και ρομαντικός, εκτός από εκνευριστικός, αδιάφορος και απίστευτα προκλητικός, περπατώ δειλά δειλά προς το μέρος του. Αυτός έχει ήδη φτάσει πάνω στο μώλο και αφού βγάζει τα άρβυλά του στην άκρη, παίρνει θέση και κάθεται πάνω στην κουβέρτα. Έπειτα βγάζει το τζάκετ του και μένει μόνο με ένα στενό κοντομάνικο μαύρο μπλουζάκι. Το φως των κεριών γλύφει υπέροχα τα μυώδη και καλοσχηματισμένα μπράτσα του, δημιουργώντας παιχνιδιάρικες σκιές στα κατάλληλα σημεία.
«Θα έρθεις;», μου λέει με τόνο διαφορετικό απ’ ότι με έχει συνηθίσει. Η φωνή του βραχνή και αισθησιακή,  ακούγεται στα αυτιά μου σχεδόν σαν ακαταμάχητο ερωτικό κάλεσμα. Παράλληλα, από το λιγοστό φως που καταλήγει πάνω στο πρόσωπό του, παρατηρώ μια ζωηρή λάμψη στα μάτια του. Σαν αυτή που έχουν τα παιδιά όταν τους φέρνουν καινούρια παιχνίδια. Με προκαλεί. Είναι φανερό ότι με προκαλεί και ταυτόχρονα με προσκαλεί να παίξουμε το δικό του παιχνίδι. Όσο επικίνδυνο κι αν μοιάζει, αποφασίζω να δεχτώ να παίξω.
«Δεν κρυώνεις;», του λέω πριν προχωρήσω πάλι προς το μέρος του. Εντάξει όσο θερμός άντρας και αν είναι, βρισκόμαστε βαθιά μέσα στη νύχτα, η θερμοκρασία έχει πέσει ενοχλητικά χαμηλά και επιπλέον βρισκόμαστε σε ένα μέρος φουλ στην υγρασία.
«Μπες μέσα στον φωτεινό κύκλο και ούτε και εσύ θα κρυώνεις. Έχω κάνει ένα μικρό ξόρκι για να είμαστε άνετα. Ειδικά αν χρειαστεί να βγάλουμε τα ρούχα μας».
«Χα!», δεν μπορώ να συγκρατήσω έναν μικρό καγχασμό. Δεν σχολιάχω τίποτα παραπάνω όμως. Απλά ξεκινώ να βαδίζω προς το μέρος του αφαιρώντας από πάνω μου το σακάκι μου. Με αυτή μου την κίνηση παρατηρώ πως ο Κα δαγκώνει ελαφρά το κάτω χείλος του κοιτάζοντάς με προκλητικά από πάνω μέχρι κάτω. Προσποιούμαι ότι δεν βλέπω τι γίνεται μπροστά στα μάτια μου, αφού ξέρω ότι το κάνει επίτηδες για να με προκαλέσει ή ίσως και να με τρομάξει. Λες και δεν ξέρω να αντιμετωπίσω κάποιο ανεπιθύμητο ‘πέσιμο’.
Μπαίνοντας στον φωτεινό κύκλο, πραγματικά νιώθω ένα ευχάριστο, ζεστό κύμα να χαϊδεύει την επιδερμίδα μου. Α, είναι ωραία εδώ! Βγάζω τα παπούτσια μου στην άκρη ακολουθώντας το παράδειγμα του Κα και έπειτα κάθομαι ακριβώς δίπλα του, με τρόπο που το μπράτσο μου ακουμπά ελαφρά το δικό του. Έπειτα στρέφομαι προς το μέρος του, καρφώνοντας τα μάτια μου στα δικά του και είμαστε τόσο κοντά, που οι μύτες μας σχεδόν ακουμπούν η μία την άλλη. Ελπίζω να το πάρει το μήνυμα: δεν φοβάμαι τίποτα!
«Μήπως τώρα κύριε Τέρνερ είστε έτοιμος να μοιραστείτε τις υπερπολύτιμες γνώσεις σας μαζί μας;»
Η φωνή μου απαλή και αισθησιακή. Γέρνω το κεφάλι μου ελαφρά προς τα πάνω και με την άκρη της γλώσσας μου, χαϊδεύω απαλά τα σαρκώδη χείλη μου, ίσα ίσα για να τα υγράνω. Το βλέμμα του Κα κατεβαίνει από τα μάτια στα χείλη μου για ένα λεπτό, ένα λεπτό χωρίς να πάρει ανάσα, και έπειτα γυρνά πάλι στα μάτια μου. Ένα μικρό χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του και η λάμψη στα μάτια του είναι τώρα πιο έντονη από πριν. Με κατάλαβε! Κατάλαβε το παιχνίδι μου, και μάλιστα του αρέσει!
«Χμμμμ, όχι όχι ακόμα. Θέλω να πιω κάτι να ξεδιψάσω πρώτα και έπειτα θα μιλήσουμε. Κρασάκι;»
«Φυσικά», του απαντώ και έπειτα στρέφω τη ματιά μου στον ποταμό, για να χαζέψω τον χορό των μικρών πυγολαμπίδων και να ανασυντάξω τις σκέψεις μου μέχρι να μας σερβίρει.
Αν ο αντίπαλος μου σε αυτό το παιχνίδι δεν ήταν τόσο απίστευτα σέξυ και γοητευτικός, είμαι σίγουρη ότι θα κέρδιζα χωρίς κόπο. Αυτά τα μάτια όμως, τόσο σκοτεινά και μυστηριώδη, με προκαλούν να χαθώ μέσα τους. Και αυτά τα χείλη, αχ αυτά τα χείλη, ξέρουν να δίνουν φιλιά κολασμένα.
Αφού σερβίρει μια γενναία ποσότητα από το κόκκινο κρασί που επέλεξε να φέρει μαζί μας, μου δίνει το ένα ποτήρι και έπειτα σηκώνει στον αέρα το άλλο που ακόμα κρατά στο χέρι του για να τσουγκρίσουμε.
«Στην υγειά μας», εύχομαι την ώρα που ακουμπάω ελαφρά το ποτήρι μου πάνω στο δικό του. Μετά τον ήχο από τα δυο μας ποτήρια που ακούμπησαν, ο Κα κατεβάζει το βλέμμα του χαμηλά πάνω στο στήθος μου. Το άνοιγμα στο ντεκολτέ της λεπτής, κρουαζέ μπλούζας που επέλεξα να φορέσω για το ραντεβού μας είναι ιδιαίτερα βαθύ, και έτσι όπως έχω στρέψει το σώμα μου για να καταφέρω να τσουγκρίσουμε τα ποτήρια μας, έχει ξεπροβάλλει ελαφρώς η δαντέλα από το μαύρο σουτιέν που φοράω από κάτω.
«Χμ...», μου απαντά και κατεβάζει σχεδόν μονορούφι το κρασί του.
«Σου αρέσει αυτό που βλέπεις;», τον ρωτώ προκλητικά. Αυτός ξανασηκώνει το βλέμμα του ψηλά, στο πρόσωπό μου και επικεντρώνεται στα σμαραγδένια, γατίσια μάτια μου.
«Θέλεις πραγματικά να μιλήσουμε γι’αυτό που βλέπω; Γιατί θα μας πάρει λίγη ώρα να το... αναλύσουμε. Αλλιώς μπορούμε να μιλήσουμε τώρα γι’αυτά που ξέρω», μου λέει και τονίζει ιδιαιτέρως την τελευταία λέξη από την κάθε του πρόταση. Δεν μπορώ να μη σκέφτομαι ότι για να προσπαθεί να αποφύγει την ερώτησή μου, μάλλον τον έχω ξεσηκώσει αλλά δεν πρέπει να σταθώ τώρα σε αυτό. Όσο και αν μου αρέσει να νιώθω ότι τον κερδίζω στο παιχνίδι του, έχω ανάγκη τις γνώσεις του. Και πρέπει να εκμεταλλευτώ αμέσως τώρα τη διάθεσή του να τις μοιρστεί μαζί μου.
«Προτιμώ να μιλήσουμε γι’ αυτά που ξέρεις», παραδέχομαι χωρίς συστολή, «μιας και με αφήνεις επιτέλους να επιλέξω».

«Πολύ ωραία», απαντά και παίρνει τα γκριζογάλανα μάτια του μακριά από τα δικά μου για να χαζέψει λίγο κι αυτός το υπέροχο παιχνίδισμα των πυγολαμπίδων.



Foni Nats